Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Θεαματικές είναι οι αλλαγές που υφίστανται διάφορα επαγγέλματα τα τελευταία χρόνια λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης. Οι αλλαγές αυτές αφορούν την πτώση της παραγωγικής δραστηριότητας και τη μεγάλη μεταβολή των ποσοστών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλους αυτούς που τα ασκούν. Σύμφωνα με την τελική έκθεση για την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του νόμου 3919/2011 περί της αρχής της επαγγελματικής ελευθερίας και την κατάργηση των αδικαιολόγητων περιορισμών στην πρόσβαση και άσκηση επαγγελμάτων, η Ελλάδα κατατασσόταν μεταξύ των χωρών με υψηλό βαθμό παρεμβατικών ρυθμίσεων στην άσκηση πολλών επαγγελμάτων/οικονομικών δραστηριοτήτων, οι οποίες δεν έχουν απαραίτητα σχέση με την προστασία των καταναλωτών και δημιουργούν στρεβλώσεις στη λειτουργία της αγοράς. Ο τομέας των υπηρεσιών αποτελεί τον μεγαλύτερο τομέα της οικονομίας στην Ελλάδα, όπως και στις χώρες της ευρωζώνης, τόσο από την άποψη της απασχόλησης όσο και του εισοδήματος, ενώ στην αυξανόμενη ζήτηση των υπηρεσιών οφείλεται το μεγαλύτερο μέρος των νέων θέσεων εργασίας. Εξετάζοντας την πορεία της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά την περίοδο 2000-2011, παρατηρείται μείωση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στους περισσότερους οικονομικούς κλάδους μετά το 2008 ή το 2009 ή νωρίτερα (κατασκευές) με εξαίρεση τη γεωργία. Αντίστοιχες είναι και οι εξελίξεις στην απασχόληση. Το σύνολο σχεδόν των κλάδων των υπηρεσιών παρουσιάζει μείωση του κύκλου εργασιών το 2009 και το 2010 ή μόνο το 2010, με εξαίρεση τις υπηρεσίες καθαρισμού και παροχής προστασίας που παρουσιάζουν αύξηση και τα δύο έτη και τις υπηρεσίες νομικών και λογιστικών δραστηριοτήτων που παρουσιάζουν αύξηση μόνο το 2010. Η παραγωγικότητα εργασίας, το μέσο κόστος ανά απασχολούμενο και οι επενδύσεις ανά απασχολούμενο του τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών στη χώρα μας είναι χαμηλότερα από το μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. Σύμφωνα με το δείκτη καινοτομίας, η Ελλάδα είναι μια σχετικά χαμηλής έντασης καινοτομίας χώρα, οι υπηρεσίες είναι περισσότερο καινοτόμες σε σχέση με το παρελθόν, ωστόσο υστερούν σε σχέση με τη μεταποίηση με κάποιες εξαιρέσεις. Ας δούμε όμως συγκεκριμένα τι παρατηρήθηκε σε διάφορους επαγγελματικούς τομείς με αριθμούς τα τελευταία χρόνια. Αναφορικά, για παράδειγμα, με το επάγγελμα του δικηγόρου, αυτό συγκαταλέγεται ανάμεσα στα επαγγέλματα υπηρεσιών με τον υψηλότερο βαθμό ρυθμιστικής παρέμβασης. Στην Ελλάδα, παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των δικηγόρων τα τελευταία χρόνια, η οποία συνοδεύεται και από ανάλογη αύξηση στον αριθμό των εγγεγραμμένων υποθέσεων ιδιωτικού δικαίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τον Δεκέμβριο του 2011 καταγράφεται σταδιακή μείωση του δείκτη τιμών καταναλωτή για τις νομικές υπηρεσίες, η οποία μπορεί να οφείλεται εν μέρει στην απελευθέρωση του επαγγέλματος. Οι συμβολαιογράφοι, τώρα, εμφανίζουν στην χώρα μας πληρότητα ως προς τον αριθμό και κατέχουν την πρώτη θέση ως προς την αναλογία τους ανά κάτοικο. Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των διορισμένων συμβολαιογράφων, η οποία όμως συνοδεύεται από σημαντική συρρίκνωση στον όγκο των συναφθεισών συμβολαιογραφικών πράξεων. Τα τελευταία χρόνια, καταγράφεται, επίσης, δραματική συρρίκνωση της οικοδομικής δραστηριότητας. Οι νέες οικοδομικές άδειες έχουν φτάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ από το 2007 και μετά παρουσιάζεται μέση ετήσια μείωση στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κλάδου της τάξης του 10%. Η συμμετοχή του κλάδου στο σύνολο της προστιθέμενης αξίας ανέρχεται στο 4,5% το 2011. Την τριετία 2008-2011 χάθηκαν πάνω από 130 χιλιάδες θέσεις εργασίας από τον κατασκευαστικό κλάδο ενώ το κόστος εργασίας στον κλάδο των κατασκευών, έχει αρχίσει να μειώνεται από το 2009. Αναφορικά με τον αριθμό των φροντιστηρίων και των κέντρων ξένων γλωσσών, αυτός φαίνεται να συρρικνώνεταιτα τελευταία χρόνια προκειμένου να προσαρμοστεί στη μειωμένη ζήτηση (μείωση μαθητών). Η μείωση αυτή συνοδεύεται και από αντίστοιχη προσαρμογή προς τα κάτω και στις τιμές, οι οποίες για μεν τα φροντιστήρια αποτελούν το 10,73‰ του γενικού δείκτη ενώ για τις ξένες γλώσσες το 8,80‰. Σε ότι αφορά τους αρχιτέκτονες και τους μηχανικούς, φαίνεται ότι η Ελλάδα σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης είναι ανάμεσα στις χώρες με τους περισσότερους περιορισμούς, κυρίως όσον αφορά στις διαδικασίες αδειοδότησης και στην ύπαρξη καθορισμένων ή ελάχιστων αμοιβών. Τα επαγγέλματα/δραστηριότητες υγείας παρουσιάζουν πληθώρα περιορισμών εισόδου και συμπεριφοράς, μερικοί εκ των οποίων θεωρούνται αναγκαίοι λόγω της ιδιαιτερότητας του κλάδου και της διαφύλαξης του δημοσίου συμφέροντος. Από το 2011 και μετά παρατηρείται μείωση στον δείκτη τιμών καταναλωτή αλλά και στις δαπάνες των νοικοκυριών για όλες τις υποομάδες του κλάδου, με εξαίρεση τις ιδιωτικές κλινικές, η οποία οφείλεται κυρίως στην άσκηση φαρμακευτικής πολιτικής λόγω του Μνημονίου και στον περιορισμό των ιατρικών επισκέψεων λόγω της συρρίκνωσης αμοιβών και συντάξεων και δευτερευόντως στην απελευθέρωση της παροχής των υπηρεσιών. Η έκθεση επισημάνει ανάμεσα στα άλλα, ότι η συνολική απασχόληση, δεδομένης και της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, μάλλον θα παρουσιάσει περαιτέρω μείωση πριν να αρχίσει να αυξάνεται και αυτό θα συμβεί ανεξάρτητα από θεσμικές παρεμβάσεις στην απελευθέρωση των λεγόμενων «κλειστών» επαγγελμάτων. Τονίζεται πάντως ότι η απελευθέρωση των επαγγελμάτων μπορεί να αυξήσει την απασχόληση σε ένα συγκεκριμένο επάγγελμα αλλά όχι απαραίτητα και τη συνολική απασχόληση, οδηγώντας βραχυχρόνια κυρίως σε μια αναδιάρθρωση της απασχόλησης, παρά σε μεγάλες αυξήσεις της συνολικής απασχόλησης. Τέλος, διαπιστώνεται ότι η πλήρης ή μερική κατάργηση θεσμοθετημένης υπερπροστασίας συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων εις βάρος των χρηστών των υπηρεσιών τους θα μπορούσε ενδεχομένως να μειώσει το κόστος συγκεκριμένων υπηρεσιών και να προσελκύσει επενδύσεις, οι οποίες θα συντελούσαν σε αύξηση της συνολικής απασχόλησης. Επιπλέον, η μείωση των περιορισμών στη λειτουργία των αγορών που αναμένεται να προκύψει από την εφαρμογή του Νόμου φαίνεται να οδηγεί σε αύξηση του ανταγωνισμού, ο οποίος θεωρείται σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τόσο την παραγωγικότητα όσο και τις εξελίξεις στις τιμές.