Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Προβλήματα δεν έχει μόνο η κυβέρνηση, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μοιάζει κολλημένος στα ποσοστά του, δεν δείχνει ακόμη ικανός να συνεγείρει την κοινωνία και εμφανίζει διγλωσσία στα θέματα του ευρώ και του τρόπου εξόδου από την κρίση.
H ηγεσία του άλλοτε ομιλεί περί ακυρώσεως, άλλοτε περί καταργήσεως και άλλοτε περί αναστολής του Μνημονίου, ενώ υπάρχει και το μεγάλο ζήτημα των συμμαχιών, καθώς, με δεδομένο τον επίμονο αρνητισμό του ΚΚΕ, το μόνο κόμμα που μπορεί να συνδράμει (σε κυβερνητικό επίπεδο) το ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται πως είναι μόνον το λαϊκίστικο δεξιό κόμμα του Πάνου Καμμένου.
Ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε να διορθώσει τη λέξη «αναστολή» του Μνημονίου, αποδίδοντάς τη σε λεκτικό σφάλμα, ενώ την ίδια στιγμή κύκλοι του κόμματος εκτιμούν (βασίμως) πως όσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίζει πόντους στην κοινωνία, τόσο η εγχώρια και μη διαπλοκή «θα παίζει τα ρέστα της».
Όμως, όλα τα ανωτέρω προκαλούν πονοκεφάλους στην ηγεσία της Κουμουνδούρου, καθώς ενόψει και του Συνεδρίου του Ιουλίου (προκειμένου ο ΣΥΡΙΖΑ να μετατραπεί από κόμμα συνιστωσών σε ενιαίο κόμμα) έχουν «βγει τα μαχαίρια» στην παράταξη, με προφανή στόχο τους συσχετισμούς στο Συνέδριο, οι οποίοι, άλλωστε, θα καθορίσουν τη φυσιογνωμία του κόμματος, τόσο σε ιδεολογικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο μηχανισμών.
Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ επιμένει, παρά τις εσωτερικές διαφωνίες και τις γκρίνιες, στη γραμμή του ρεαλισμού και του εφικτού (με δεδομένες τις σημερινές οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες) και δηλώνει «την ετοιμότητα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως να εκφράσει τη θέληση του λαού και να αντιστρέψει τη σημερινή κατάσταση, με το σχηματισμό μιας αριστερής κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας, που θα αξιοποιεί κι άλλες δυνάμεις, πέραν του κόμματος».
«Η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί θα βρεθεί σε τελείως διαφορετικές συνθήκες και, ήδη, βρισκόμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με στόχο τη σωτηρία της κοινωνίας από μία μεγάλη καταστροφή», σημείωσε και πρόσθεσε ότι «εμείς δεν θα συμπεριφερθούμε ούτε στις συμμαχίες μας, ούτε στους προγραμματικούς μας στόχους, σαν να είμαστε στην προ κρίσης εποχή».
«Άρα», είπε, «θα κινηθούμε και έξω από τα «πολιτικώς ορθά» πλαίσια και επιλογές και έξω από τα μέχρι τώρα δεδομένα. Η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί θα είναι κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας, αλλά δεν μπορεί παρά να είναι αριστερή και ριζοσπαστική» και παρέπεμψε στην πρώτη κυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες που είχε ακόμη και δεξιούς υπουργούς, «γιατί ήθελε να δώσει πανεθνικό χαρακτήρα, αλλά τελικά ήταν η πιο αριστερή απ’ όλες (...)».
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα γίνει σούπερ μάρκετ για να υποδεχθεί όσους αλλάζουν άποψη, επειδή αλλάζουν οι συνθήκες. Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ανοιχτός σε προσωπικότητες, που ξεχωρίζουν για τη συγκρότησή τους και την προσφορά τους», είπε ο κ. Τσίπρας.
Βεβαίως, όσο κι αν κινούμενος στη λογική του ρεαλισμού, ο Αλέξης Τσίπρας προωθεί αυτό που κάποτε αποκαλούνταν «ετερόκλητες συμμαχίες» (όπως για παράδειγμα με τους «Ανεξάρτητους Έλληνες») και να δηλώνει (στο ΣΚΑΪ, στον Αλέξη Παπαχελά) ότι σε πρώτη φάση το μείζον δεν είναι ο σοσιαλισμός, αλλά η σωτηρία της χώρας, αναλαμβάνει, όπως έχουμε ξαναγράψει στην «Ε», ένα σημαντικό ρίσκο και μπορεί αντί να «του βγει» η σχετική κίνηση, να του δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα.
Προβλήματα καταρχήν στο εσωτερικό του, προβλήματα ιδεολογικά, αφού αφενός μεν θα κατηγορηθεί βασίμως ότι κάθε άλλο παρά αριστερό κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου δε, αν κερδίσει τις εκλογές, θα αναγκαστεί να συμμαχήσει με ένα κόμμα, όπως οι ΑΝΕΛ, το οποίο δεν έχει καμιά ιδεολογική σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως αν σχηματίσει συγκυβέρνηση με τον Π. Καμμένο αυτό να του προκαλέσει τριβές και διαλυτικά φαινόμενα, αντί να δώσει λύσεις για τον τόπο.
Εν πάση, όμως, περιπτώσει, ο Αλέξης Τσίπρας, την ίδια στιγμή συνεχίζει επαφές με εκδότες και καναλάρχες (προκειμένου να αποσπάσει, αν μη τι άλλο, ένα fair play, μια έντιμη αντιμετώπιση από τα ΜΜΕ - αλλά αυτό δεν έχει επιτευχθεί) τονίζει πως θα στηρίξει την υγιή ιδιωτική πρωτοβουλία, αλλά ταυτόχρονα ανεβάζει τους τόνους κατά της διαπλοκής και μάλιστα με την αξιοποίηση του όρου «νταβατζήδες», που είχε χρησιμοποιήσει ο Κώστας Καραμανλής, όταν είχε μιλήσει (χωρίς να τους κατονομάσει) για τους «πέντε νταβατζήδες της διαπλοκής».
Βεβαίως, ο Κώστας Καραμανλής έχασε αυτόν τον πόλεμο και συμβιβάστηκε μαζί τους, αλλά σήμερα, σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα, ο πρώην πρωθυπουργός φαίνεται να πιστεύει πως ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να τους πολεμήσει και «να μην τα βρει μαζί τους».
Ο ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει προφανώς σε αυτούς που έχουν αποκληθεί «βαρόνοι της μεταπολιτεύσεως» και οι οποίοι, διά των ΜΜΕ τα οποία ελέγχουν, στηρίζουν τις μνημονιακές επιλογές και λοιδορούν, απαξιώνουν και διαστρεβλώνουν ακόμη και τις πιο ανώδυνες θέσεις της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως.
Η Κουμουνδούρου βλέποντας τη στήριξη που παρέχουν οι λεγόμενοι παραδοσιακοί εκδότες στην τρικομματική κυβέρνηση και την προσπάθεια αποδομήσεως του ΣΥΡΙΖΑ, θα ήθελε να δημιουργήσει έναν όμιλο ΜΜΕ της Αριστεράς, αλλά αυτό το σχέδιο δύσκολα θα προχωρήσει, όσο δεν ξεκαθαρίζει η ρευστότητα στο πολιτικό σκηνικό και δεν φαίνεται ποιος έχει αποκτήσει το πάνω χέρι στον δρόμο προς τις κάλπες, οψέποτε αυτές στηθούν.
Δεν είναι δε τυχαίο ότι με αφορμή την έναρξη της δίκης του Άκη Τσοχατζόπουλου, ο ΣΥΡΙΖΑ τόνισε πως «η πολιτική διαφθορά και διαπλοκή όχι μόνο δεν αντιμετωπίζονται σήμερα αποτελεσματικά, αλλά, απεναντίας, υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις ότι τα φαινόμενα αυτά συνεχίζονται, ενδεχομένως ενισχύονται».
Προς το παρόν και παρά τις αντιθέσεις εντός του ΣΥΡΙΖΑ (όχι για τον πόλεμο κατά της διαπλοκής) αλλά για τα άλλα ζητήματα που προαναφέραμε, ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί να κεφαλαιοποιήσει τη στρατηγική της εντάσεως με τη διαφθορά στον δημόσιο βίο και με τους εκπροσώπους της εγχώριας διαπλοκής.