Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Μάχη μέχρις εσχάτων για την τελική επικράτηση, καλούνται να δώσουν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή το νέο δίπολο, το οποίο, σύμφωνα με όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης, έχει διαμορφωθεί στην ελληνική πολιτική σκηνή, μια μάχη, όμως, η οποία θα δοθεί πάνω στα ερείπια, τα οποία έχουν επισωρεύσει στην κοινωνία οι, επί τρία χρόνια, εφαρμοζόμενες πολιτικές άγριας λιτότητας.
Πολιτικές, οι οποίες ταυτόχρονα έχουν αναδείξει ενδοκαπιταλιστικές τριβές, όπως η εκδηλωθείσα δημοσίως αντιδικία μεταξύ του επιμένοντος (σε αυτές τις τιμωρητικές για τους πολίτες πολιτικές) Βερολίνου και της Ουάσιγκτον (η οποία ζητεί τη χαλάρωσή τους και την τόνωση της καταναλώσεως) πολιτικές για τις οποίες ακόμη και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο δήλωσε (και προκάλεσε την οργή της Γερμανίας) πως «έχουν φτάσει στα όρια τους», φοβούμενος δε κοινωνική έκρηξη, πρόσθεσε ότι εν πάση περιπτώσει «για να πετύχουν θα πρέπει να τυγχάνουν της ελάχιστης απαιτούμενης πολιτικής και κοινωνικής στήριξης».
Η τρικομματική μνημονιακή κυβέρνηση υπό τον Αντώνη Σαμαρά, παρά ταύτα επιμένει στις ίδιες αδιέξοδες πολιτικές (παραβιάζοντας πολλάκις κι αυτήν την έννοια της νομιμότητας) και ταυτόχρονα αναζητεί επικοινωνιακούς τρόπους για να πετύχει «φυγή προς τα εμπρός» (μέσω ανασχηματισμού ή ακόμη και μέσω εκλογών) ενώ ο αντιπολιτευόμενος ΣΥΡΙΖΑ, δίχως, όμως, ουσιώδη κοινωνική στήριξη και κυρίως δίχως αξιόπιστες συμμαχίες, προσπαθεί να κατασταλάξει σε έναν ενιαίο πολιτικό λόγο και συγκεκριμένο πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, ενίοτε δε με την πολυγλωσσία του δείχνει να ψαρεύει στα θολά νερά, ευελπιστώντας, ωστόσο, ότι αυτή η πολυγλωσσία θα του δώσει τη δυνατότητα να διευρύνει την επιρροή του.
Για την κυβέρνηση η πιθανότερη εκδοχή φαίνεται πως παραμένει, προς το παρόν, ένας «δομικός» ανασχηματισμός (όπως τον έχει προαναγγείλει ο πρωθυπουργικός σύμβουλος Χρύσανθος Λαζαρίδης) καθώς δεν φαίνεται ότι μπορεί να περπατήσει στην παρούσα συγκυρία (και εκτός φυσικά απροόπτου) το σενάριο της επισπεύσεως των εκλογών, τις οποίες ορισμένα «γαλάζια» στελέχη τις έχουν εισηγηθεί στον πρωθυπουργό, αλλά τις οποίες δεν θέλουν οι δανειστές, ο δε Αντώνης Σαμαράς φέρεται να είναι αντίθετος, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ λέει πως τις θέλει και μάλιστα διείδε «άρωμα εκλογών» σε πρόσφατο διάγγελμα του πρωθυπουργού.
Ο Αντώνης Σαμαράς, μετά τη λήξη των διαβουλεύσεων με την Τρόικα, παρουσίασε μία ειδυλλιακή εικόνα της σημερινής καταστάσεως, εικόνα, όμως, η οποία βρίσκεται μακράν της πραγματικότητας (ακόμη και αυτής της πραγματικότητας στις σχέσεις μεταξύ των μνημονιακών εταίρων) καθώς η ανεργία συνεχίζει να τραβάει την ανηφόρα, τίποτε δεν έχει γίνει ως προς τη ρευστότητα, η οποία (υποτίθεται πως) θα ενισχύσει την πραγματική οικονομία, οι δε απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων (και δεν ομιλούμε φυσικά για τους αποδεδειγμένα επίορκους) μπορεί (υπό προϋποθέσεις) να ανοίξουν τον «Ασκό του Αιόλου» ακόμη για την άρση της μονιμότητας στον δημόσιο τομέα.
Η κυβέρνηση επιμένει να δηλώνει πως δίνει τη μάχη για να επιτευχθούν πρωτογενή πλεονάσματα (τα οποία, πράγματι, μπορεί να υπάρξουν, αλλά μόνον ως αριθμοί, καθώς η πραγματικότητα είναι άλλη, δηλαδή η συνεχιζόμενη ύφεση, η τρύπα στα δημόσια έσοδα, η ανικανότητα πατάξεως της φοροδιαφυγής και τα συνεχιζόμενα λουκέτα στα μαγαζιά) ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν είδε το ποτήρι μισογεμάτο, αλλά (για να μην υπάρχουν αυταπάτες) την προσγείωση στην πραγματικότητα την επέφερε ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας Γιάν Βάιντμαν, ο οποίος τόνισε πως «η κρίση στην Ευρώπη θα χρειαστεί μια δεκαετία για να ξεπεραστεί», ενώ η ίδια Τράπεζα δεν αποκλείει έξοδο της Ελλάδος από το ευρώ…
ΜΑΧΗ ΣΤΗΘΟΣ ΜΕ ΣΤΗΘΟΣ
Όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης δείχνουν ότι οι δύο κυρίαρχοι κομματικοί σχηματισμοί στην πολιτική ζωή είναι η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, που διαγκωνίζονται πόντο με τον πόντο για την πρώτη θέση (που δίνει και το bonus των 50 εδρών στη Βουλή) η «Χρυσή Αυγή» εμφανίζεται να έχει «κλειδώσει» την τρίτη θέση, το ΠΑΣΟΚ και οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» μάχονται για το ποιος θα εισέλθει στην τετράδα, το ΚΚΕ φαίνεται πως θα ξεπεράσει σε ποσοστά τη ΔΗΜΑΡ, η οποία θα μείνει στην τελευταία κοινοβουλευτική θέση.
Κι ενώ είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύεται να αποκτήσει αυξητικές τάσεις, ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν πως η Κουμουνδούρου έχει καλύτερες προοπτικές από τη ΝΔ, επειδή «ψαρεύει» ψήφους από μεγαλύτερο ακροατήριο και αυτό οφείλεται στη διγλωσσία της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως για το ευρώ…
Υπενθυμίζεται πως στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου 2012 και μέχρι πριν από λίγο καιρό, το ποσοστό όσων ήθελαν την «πάση θυσία» παραμονή της χώρας στο ευρώ, έφθανε το 80%, αλλά σήμερα αυτό το ποσοστό έχει πέσει στο 60%, που σημαίνει – λένε ορισμένοι – ότι δύσκολα τα μνημονιακά κόμματα θα προσελκύσουν ψηφοφόρους από αυτό το 40% των ευρωσκεπτικιστών, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη επαμφοτερίζουσα στάση του, αντλεί ψηφοφόρους από το σύνολο του εκλογικού σώματος, δηλαδή και από το «αρνητικό» 40% και από το «θετικό» για το ευρώ 60%.
Και αυτό, με τη σειρά του, σημαίνει ότι η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ απευθύνονται σε μικρότερο εκλογικό σώμα, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που τροφοδοτείται από το σύνολο των ψηφοφόρων.
Ο αρθρογράφος Νίκος Φελέκης (ιστοσελίδα «Matrix 24») πιστεύει ότι «η διγλωσσία βοηθάει τον ΣΥΡΙΖΑ, αν η ηγεσία του καταφέρει να τη μετατρέψει σε πολυσυλλεκτικότητα και όχι σε απουσία εναλλακτικής (πρότασης) όπως εμφανίζεται σήμερα. Η διγλωσσία μπορεί να μετατραπεί σε εναλλακτική, αφού δεν ταυτίζει την πορεία της χώρας με τις εξελίξεις στον σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης, αλλά της παρέχει ένα σχετικό επίπεδο αυτονόμησης, εφόσον τα πράγματα χειροτερέψουν στην ευρωζώνη».
Ας σημειωθεί, εν προκειμένω, ότι έρευνα που διεξήχθη στις έξι μεγαλύτερες χωρών της Ευρώπης (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Πολωνία - που αντιπροσωπεύουν πάνω από τα 2/3 των Ευρωπαίων) κατέδειξε μεγάλη πτώση της εμπιστοσύνης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο δε «Guardian» τόνισε πως οι πολίτες της Ευρώπης πιστεύουν πλέον ότι η εθνική τους κυριαρχία υπονομεύεται από τον τρόπο διαχειρίσεως της κρίσεως.
Κι αυτό έσπευσε να το «επιβεβαιώσει» η ίδια η καγκελάριος Μέρκελ η οποία δήλωσε με περίσσιο κυνισμό, ότι τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης «πρέπει να είναι έτοιμα να εκχωρήσουν ακόμη περισσότερο έλεγχο σε ορισμένους τομείς λήψης αποφάσεων και χάραξης πολιτικής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΝΗΣΥΧΕΙ
Όλα, όμως, τα ανωτέρω, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία (αν και δείχνουν πως κάτι κινείται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες) αφορούν την ανάλυση και όχι την πραγματικότητα, η οποία «λέει» ότι ο μεν ΣΥΡΙΖΑ «τρώει από τα έτοιμα» (όπως εκτίμησε ο Ρούντι Ρινάλντι σε συνεδρίαση της Γραμματείας του κόμματος) η δε κυβέρνηση (εκτός από την επικοινωνιακή καταιγίδα που έχει εξαπολύσει για να ωραιοποιήσει την κατάσταση και να δαιμονοποιήσει το ΣΥΡΙΖΑ, με την ταυτόχρονη υπερπροβολή των εσωτερικών του αντιθέσεων και σφαλμάτων) αντιλαμβάνεται πως θα πρέπει να κάνει κάτι ουσιαστικό για να μπορέσει να πείσει την κοινωνία για τον μονόδρομο στον οποίο έχει βάλει τη χώρα.
Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα, στελέχη, όπως ο πρόεδρος της Βουλής Ευ. Μεϊμαράκης ή και ο υπουργός των Εξωτερικών Δημ. Αβραμόπουλος φέρονται να εκφράζουν την αγωνία τους στον Αντ. Σαμαρά για την κατάσταση που μπορεί να επικρατεί στη χώρα το φθινόπωρο.
Δεν είναι δε λίγοι εκείνοι στην κυβέρνηση, που διατυπώνουν φόβους μήπως στην περίπτωση που το πρόγραμμα λιτότητας δεν αποδώσει, έλθει και στην Ελλάδα «κούρεμα» των καταθέσεων, ενώ, παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις ότι δεν υπάρχει εκτροχιασμός από τους στόχους του προϋπολογισμού, κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι η Αθήνα θα πιεστεί αφόρητα από την τρόικα για νέα μέτρα ως το φθινόπωρο.
Σύμφωνα δε με το «Βήμα», υψηλόβαθμα γαλάζια στελέχη «δεν δίστασαν να προτείνουν στον κ. Σαμαρά ακόμη και αιφνιδιαστική προσφυγή στις κάλπες, υποστηρίζοντας ότι τώρα είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να δηλώσουν οι Έλληνες την πίστη τους στο μοναδικό κόμμα, που μπορεί να τους οδηγήσει με ασφάλεια στην οικονομική ανάκαμψη», με τον πρωθυπουργό να φέρεται να τους απαντά ότι «δεν θα είστε καλά... Οι εκλογές τώρα θα ισοδυναμούσαν με αυτοκτονία. Θα μας πάρουν με τις πέτρες στην Ευρώπη».
Κι ενώ ο Ευ. Βενιζέλος «έπαιξε» τις προηγούμενες ημέρες με τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, ο δε Α. Μανιτάκης προώθησε διάταξη νόμου με την οποία καταργείται η όποια δικαστική προστασία σε συμβασιούχους (σ.σ. αν και καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου και μαθητής του κορυφαίου συνταγματολόγου Αριστόβουλου Μάνεση!) και ήλθε σε ανοικτή σύγκρουση με τον Α. Ρουπακιώτη, ο Α. Σαμαράς, σύμφωνα με σχετικά ρεπορτάζ, φέρεται να πιστεύει ότι ως το φθινόπωρο η χώρα θα έχει αρχίσει να σταθεροποιείται και να αποκρούει τις πιέσεις της Τρόικας και ακόμη ότι θα πρέπει να κεφαλαιοποιήσει τα κέρδη με την προεδρία της στην ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2014.
Ωστόσο, η αγωνία στο Μέγαρο Μαξίμου, για την πιθανότητα ελεύσεως του ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανής, αν κρίνει κανείς όχι μόνο από τη δαιμονοποίησή του από την κυβερνητική προπαγάνδα, αλλά και από τη φράση που είπε ο Γιάννης Στουρνάρας στους εκπροσώπους της τρόικας, μία φράση η οποία δείχνει όχι μόνο αγωνία, αλλά και φόβο.
«Μην μας πιέζετε, άλλο. Αν θέλετε κι άλλα μέτρα, τότε πάρτε τα κλειδιά του υπουργείου Οικονομικών και δώστε τα στον Τσίπρα... Να σας δώσω το τηλέφωνο του Τσακαλώτου (σ.σ. του αρμοδίου για τα οικονομικά, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ) να συζητάτε μαζί του», φέρεται να είπε ο υπουργός των Οικονομικών.
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ
Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία και τις τελευταίες υπάρχουσες πληροφορίες, με δεδομένο δε και τον αρνητισμό των δανειστών έναντι του ενδεχομένου επισπεύσεως των εκλογών, πρωθυπουργός φαίνεται (εκτός απροόπτου) να προσανατολίζεται σε ανασχηματισμό της κυβερνήσεως, ευελπιστώντας ότι αυτή θα αποκτήσει συνοχή, θα ξεπεράσει τις εσωτερικές της αντιφάσεις και διαφωνίες και θα μπορέσει να κάνει «τη φυγή προς τα εμπρός».
Όμως, είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση είναι εξαντλημένη, καθώς οι εταίροι της για εμφανείς υπαρξιακούς λόγους αναζητούν καθημερινά αφορμές για να διασταυρώσουν τα ξίφη τους, κυρίως δε το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, των οποίων τα ποσοστά μειώνονται, διαγκωνίζονται σε φραστικές επιδείξεις φιλολαϊκότητας, αν και στο τέλος υποκύπτουν στις προσταγές των δανειστών.
«Γαλάζιες» κυβερνητικές πηγές λένε πως ο πρωθυπουργός δεν βιάζεται για τον ανασχηματισμό, παρά την εκρηκτική εικόνα που παρουσιάζει η κυβέρνηση, παρά τις πιέσεις που δέχεται από τον Ευάγγελο Βενιζέλο και φαίνεται ότι τον προσδιορίζει (εκτός απροόπτου) για μετά το Πάσχα, ή και για τον Ιούλιο, μετά το Συνέδριο της ΝΔ.
Δεν είναι ακόμη γνωστό αν αυτός ο ανασχηματισμός θα συνοδευτεί και από κάποια (έστω δειλή) αλλαγή πλεύσεως (αν και κάτι τέτοιο δείχνει μάλλον αδύνατο) είναι, όμως, βέβαιο ότι το ΠΑΣΟΚ θέλει αλλαγές στην κυβέρνηση και μεθόδους συνδιαμορφώσεως της κυβερνητικής πολιτικής, ο δε Φώτης Κουβέλης (όπως και ο Ευ. Βενιζέλος) είναι σφόδρα ενοχλημένος με τη θεσμοθέτηση των 6 θέσεων αναπληρωτών υπουργών, την οποία επέβαλαν οι Γάλλοι της, υπό τον Χορστ Ράιχενμπαχ, Task Force και προωθήθηκε από τον πρωθυπουργό ερήμην των εταίρων του.
«Και οι τρεις (κυβερνητικοί εταίροι) μιλάνε για την ανάγκη ενός εθνικού σχεδίου, αλλά εκτοξεύουν μόνο λόγια. Τα επιτελεία και των τριών κομμάτων παραδέχονται ότι μόνο με τον φόβο δεν μπορείς να κυβερνήσεις. Χρειάζεται να κατακτήσεις την ιδεολογική ηγεμονία. Δεν αρκούν πια οι παλικαρισμοί του πρωθυπουργού («δεν μασάμε») οι απειλές του κ. Στουρνάρα («τι θέλετε να δώσω τα κλειδιά στον Τσίπρα;») η στωμυλία (σ.σ. ευφράδεια, ρητορική, ευγλωττία) του κ. Βενιζέλου και ο γραβατωμένος λόγος του Κουβέλη. Απέναντι είναι η πλειονότητα των πολιτών που πάσχει και εγκαλεί την κυβέρνηση ότι λειτουργεί περίπου σαν «λογιστής της τρόικας», έγραψε ο Τάσος Παππάς στην «Εφημερίδα των Συντακτών».