Του Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, θεολόγου
Πρόσφατη η είδηση της Ελληνοκαναδής δημοσιογράφου Ιουστίνης Φραγκούλη. Καταγράφει τη δραματική σκηνή που εκτυλίχθηκε σε Ίδρυμα για παιδιά της Καλλιθέας Αθηνών. Αναφέρει συγκεκριμένως την περίπτωση δύστυχης μητέρας, η οποία αδυνατώντας να θρέψει τα παιδιά της, τα οδήγησε στο Ίδρυμα, όπου θα είχαν εξασφαλισμένη τη διατροφή τους.
Δεν ήταν στην πρόθεση της μητέρας ν’ αποχωριστεί τα σπλάχνα της. Δεν ήθελε να τα «ξεφορτωθεί», κατά την κοινή έκφραση. Ήθελε να τα σώσει από τον δι΄ασιτίας σίγουρο θάνατο, αφού δεν είχε να τους προσφέρει τίποτε για να κορέσουν την πείνα, που θέριζε τα μικρά στομαχάκια τους.
Όμως εκείνα δεν ήθελαν να την αποχωρισθούν με κανένα τρόπο. Ήθελαν να μείνουν μαζί της στο σπίτι. Γι΄αυτό, σαν έφθασαν στο Ίδρυμα, τη θερμοπαρακαλούσαν να τα πάρει μαζί της. Θέλοντας να την μεταπείσει μάλιστα το ένα από αυτά, «κρεμάστηκε από τα ρούχα της μητέρας» και την ικέτευε να τα λυπηθεί και να τα πάρει πίσω. Εκείνη όμως προσπαθούσε με σφιγμένη την καρδιά να τα πείσει πως έπρεπε να παραμείνουν στο Ίδρυμα, γιατί «δεν είχαν τίποτα για φαγητό στο σπίτι». Τότε ακριβώς συνέβη το εξής εκπληκτικό. Το άκρως συγκινητικό. Το παιδί, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να πείσει την μητέρα τους να τα πάρει κοντά της στο σπίτι, της υποσχέθηκε πως δεν θα ξαναπεινάσει. «Δεν θα ξαναζητήσει φαγητό».
Η αδήριτη όμως ανάγκη να ζήσουν τα παιδιά, η σκληρή πραγματικότητα, οδηγεί τη μητέρα ν’ απαρνηθεί τον εαυτό της, το μητρικό της φίλτρο. Αφήνει τα παιδιά στο Ίδρυμα διαβεβαιώνοντας τα με σφιγμένη την καρδιά πως «δεν μπορεί να τα πάρει μαζί της και φεύγει κλαίγοντας».
Άκρως συγκινητική η σκηνή, Επιβεβαιώνει το λόγο του ποιητή πως «υπάρχουν δράματα με σφραγισμένα χείλη, που δεν τα γράφουν οι Αισχύλοι». Δείχνει σε όλη της την τραγικότητα την αδυναμία πολλών Ελλήνων σήμερα να θρέψουν τα παιδιά τους. Εμφανίζει το κατάντημα, στο οποίο μας οδήγησε ως κοινωνία και ως λαό η εικονική ευημερία στην οποία ζήσαμε τα προηγούμενα της κρίσης χρόνια με τους συνεχείς δανεισμούς, χωρίς να σκεφθούμε ότι πλούτος και ευημερία με δανεικά δεν γίνεται. Και πως κάποτε θα πληρώναμε με βαρύ τίμημα, με τόκο και επιτόκιο, το λογαριασμό. Τα δυσβάστακτα χρέη.
Σ’ αυτό, δυστυχώς, το σημείο φθάσαμε σήμερα. Στον πλήρη ευτελισμό ως άτομα, οικογένειες και λαός. Στην τέλεια απαξίωση. Στο έσχατο σημείο κατάπτωσης. Επαίτες των εθνών. Δεν μπορούμε να θρέψουμε τα παιδιά μας. Τα στερούμε την ομαλή ανάπτυξη στην φυσιολογική τους κοιτίδα, την οικογένεια. Γιατί, όσο καλό και να είναι ένα Ίδρυμα, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ψυχική ζεστασιά της οικογενειακής εστίας. Το βεβαιώνουν φιλόσοφοι, παιδαγωγοί, θεολόγοι και πνευματικοί, ψυχίατροι και ψυχολόγοι και λοιποί επιστήμονες. Ακόμη και εγκληματολόγοι.
Η οικογένεια και το περιβάλλον της είναι το θερμοκήπιο, όπου αναπτύσσονται αρμονικά τα νέα βλαστάρια της, παρά τις σφοδρές επιθέσεις που δέχεται σήμερα από τις φωνασκίες των δήθεν προοδευτικών. Και παρά την κρίση που διέρχεται αυτή σήμερα εξαιτίας της υποχώρησης των ηθικοθρησκευτικών αξιών και της αποιεροποίησής της με την καθιέρωση του αυτόματου διαζυγίου, του συμφώνου συμβιώσεως, του πολιτικού λεγόμενου γάμου κ.ά.
Όλα αυτά κλόνισαν το θεσμό της οικογένειας. Και ήρθε τελευταίως ως επιστέγασμα η οικονομική κρίση, συνέπεια της ηθικής, η οποία επιτείνει ακόμη περισσότερο την κρίση της οικογένειας. Και επιφέρει βαρύ πλήγμα στους νέους βλαστούς της, τα παιδιά. Το δυστύχημα δε, κατά το δημοσίευμα της Ιουστίνης Φραγκούλη, είναι ότι «στην Ελλάδα οι ιστορίες παιδιών που πεινούν γίνονται όλο και πιο συχνές» αφού «σύμφωνα με την Unicef 600.000 Ελληνόπουλα δεν τρέφονται επαρκώς».
Καταβάλλονται βέβαια επαινετές προσπάθειες εξ όσων γνωρίζουμε από την Εκκλησία, τους Δήμους και άλλους φορείς για την διατροφή του κόσμου και την καταπολέμηση της πείνας, παρά ταύτα όμως το πρόβλημα παραμένει έντονο. Και επιτείνεται συνεχώς, καθώς αυξάνουν συνεχώς οι οικογένειες των ανέργων και «οι ιστορίες παιδιών που πεινούν γίνονται όλο και πιο συχνές». Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το «Χαμόγελο του Παιδιού» σήμερα βοηθάει περίπου 11.000 παιδιά, ενώ κατά το προηγούμενο έτος φρόντιζε 4.500. Και τα χωριά S.O.S. σήμερα έχουν 900 οικογένειες, ενώ πριν πέντε χρόνια είχαν 47!.
Ευχή κι ελπίδα μας είναι να δώσει ο Θεός να δούμε γρήγορα καλύτερες μέρες και να εκλείψει αυτό το θλιβερό φαινόμενο να μη μπορούν οι γονείς να θρέψουν τα νεαρά βλαστάρια τους. Αλλά να τα καμαρώνουν ως «νεόφυτα ελαιών κύκλω της τραπέζης τους». Και να ενισχυθούν οι πολύτεκνες οικογένειες, οι αιμοδότριες του έθνους. Έτσι θα λυθεί και το έντονο δημογραφικό μας πρόβλημα, το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα μας, που αποτελεί τη βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του μαρτυρικού μας έθνους.