Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Εκτός από τις πολιτικές στοχεύσεις και τα διλήμματα, η «συζήτηση» στη Βουλή επί της προτάσεως δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ κατά της κυβερνήσεως, ανέδειξε ορισμένα ακόμη στοιχεία, τα οποία είναι για γέλια, αλλά κυρίως για κλάματα, αν σκεφθεί κανείς σε πόσο δραματική θέση έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία.
Ο Αντώνης Σαμαράς επέλεξε την αποδόμηση, αλλά κυρίως τη γελοιοποίηση του Αλέξη Τσίπρα, με προσωπικές επιθέσεις, συνοδευόμενες από ύφος, στυλ και συμπεριφορά, που δεν έχουν προηγούμενο στα μεταπολιτευτικά μας χρονικά.
Τη στιγμή που ο αρχηγός της αντιπολιτεύσεως διεκτραγωδούσε την κατάσταση της κοινωνίας, απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό και τον ρώτησε, αν μετά τα όσα περιέγραψε, αν κοιμάται ήσυχος τα βράδια και του ζήτησε (σαν τη Μαρινέλλα, στο τραγούδι που έλεγε «για κοίτα με στα μάτια λοιπόν και εξηγήσου») να τον κοιτάξει και να μην του γυρίζει την πλάτη:
«Κοιτάξτε με κύριε Σαμαρά, δεν είναι κακό», είπε ο κ. Τσίπρας, για να εισπράξει, όμως, την εξής απίστευτη απάντηση:
«Το έχετε ρίξει στο ψυχογράφημα. Έχετε οίηση και αμετροέπεια. Κοιτάω από την άλλη για να μην γελάω»!
Ο πρωθυπουργός σε πολλά σημεία της ομιλίας του είχε ειρωνικό και απαξιωτικό ύφος για τον αρχηγό της αντιπολιτεύσεως, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά ότι δεν του αναγνωρίζει αυτόν τον θεσμικό ρόλο, ήταν δε σαφής η προσπάθειά του να τον γελοιοποιήσει, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας απέδειξε, από την αμηχανία, τον εκνευρισμό και το ολίσθημα στο οποίο περιέπεσε αποκαλώντας «γελοίους» τους βουλευτές της συμπολιτεύσεως, ότι δεν ήταν έτοιμος για τέτοιας εκτάσεως και ύφους επίθεση εναντίον του, εκ μέρους του Α. Σαμαρά.
«Είστε και ξεχασιάρης κύριε Τσίπρα», στο ΣΥΡΙΖΑ «είστε κομπογιαννίτες», «είστε Jurassic Park» και «καραγκιόζ μπερντέ», «η πρόταση μομφής που καταθέσατε είναι η δραμαμίνη, για τη ναυτία που προκάλεσε η απότομη στροφή του κ. Τσίπρα στους βουλευτές και οπαδούς του», ψηφίζετε εναντίον μας «μαζί με τη Χρυσή Αυγή» (σ.σ. την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε το ΚΚΕ και οι ΑΝΕΛ - αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία για τον Α. Σαμαρά, ο οποίος παρέμεινε πιστός στη «θεωρία των δύο άκρων») είναι μερικές από τις εκφράσεις που χρησιμοποίησε, με τσαμπουκαλίδικο ύφος, ο πρωθυπουργός κατά του πολιτικού του αντιπάλου.
Ο Α. Σαμαράς, σε άλλο σημείο της ομιλίας του, απευθυνόμενος στον Α. Τσίπρα, με ύφος που θύμιζε την τραγουδίστρια Κατερίνα Στανίση (στο τραγούδι «ποιος είστε κύριε») του είπε:
-«Πώς είπατε;».
Και φυσικά δεν απέφυγε εκφράσεις που θύμιζαν την προδικτατορική Βουλή, όταν ειρωνευόμενος τη συγκέντρωση του ΣΥΡΙΖΑ στο Σύνταγμα είπε ότι «δεν θα μας φοβίσει το πεζοδρόμιο».
Έφτασε δε στο πρωτοφανές σημείο να χειροκροτήσει ειρωνικά την αποστροφή του κ. Τσίπρα ότι «το Μνημόνιο θα το σκίσει ο λαός».
Η εικόνα των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή ήταν απογοητευτική, αν κρίνει κανείς από τα άνοστα αστεία για «μονομαχίες στο Ελ Πάσο» και για «τρύπια δολάρια» (με προφανή την αναγωγή σε ομώνυμα γουέστερν - σπαγγέτι της δεκαετίας του ‘70) αλλά ταυτόχρονα καταδείχθηκε και η κυβερνητική εμμονή στην περιβόητη «θεωρία των δύο άκρων».
Με εκφράσεις, που συνοδεύονταν από το ανάλογο στυλ και την ανάλογη κίνηση του σώματος, όπως «αν δεν σεβόμουν τον θεσμικό μου ρόλο θα σας απαντούσα αλλιώς» ή «θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να κρυφτεί, αλλά οι παλιές συνήθειες δεν τον αφήνουν», ο κ. Σαμαράς επέμεινε στη εν λόγω θεωρία, όχι μόνο όταν προσπάθησε να συναθροίσει τις ψήφους του ΣΥΡΙΖΑ με αυτές της «Χρυσής Αυγής» (αγνοώντας αυτές του ΚΚΕ και των ΑΝΕΛ) υπέρ της προτάσεως δυσπιστίας, αλλά κι όταν παρέκαμψε δηλώσεις του αρχηγού της ΕΥΠ Θ. Δραβίλα στη Βουλή ότι δεν υπάρχουν στοιχεία, που να εμπλέκουν τον ΣΥΡΙΖΑ στις υποθέσεις της «Marfin» και των «Σκουριών».
«Αιφνιδίασε τον ΣΥΡΙΖΑ η αποφασιστικότητα της κυβέρνησής μας να χτυπήσει την εγκληματική δραστηριότητα των Νεοναζί. Τους κόστισε και η κριτική που σας κάνουμε για τις δικές σας ακραίες συμπεριφορές. Και σας κόστισε ότι αναγκάζεστε και απολογείστε κάθε μέρα, γιατί οι ίδιοι δεν είστε το άκρο και γιατί δεν υποθάλπετε τις ακρότητες. Το προσπαθείτε, αλλά σας κοστίζει πολύ. Γιατί ήσασταν αλλιώς μαθημένοι. Ήσασταν μαθημένοι επί πολλά χρόνια, χωρίς πολιτικό κόστος, να υπερασπίζεστε κάθε ακραίο και κάθε ακρότητα. Να φωνάζετε για κάθε κατειλημμένο κτίριο, για κάθε «βίλα Αμαλία» (...). Υποθάλπετε καταλήψεις ακόμα και μέσα στα πανεπιστήμια και τα υπερασπίζεστε μόνον όταν αυτά είναι κλειστά (...)», ανέφερε ο κ. Σαμαράς.
Πάντως, ο πρωθυπουργός είχε δίκιο όταν επέκρινε τον ΣΥΡΙΖΑ για απουσία θέσεων, με δεδομένο ότι ο ίδιος έχει τις γνωστές και εφαρμοζόμενες μνημονιακές πολιτικές, αλλά δεν μπόρεσε να εξηγήσει (δεν το επεχείρησε καν) την άρνησή του να μην απαντά στις ερωτήσεις στην «Ώρα του πρωθυπουργού», φθάνοντας στο σημείο να θέσει όρους (!) στον Α. Τσίπρα προκειμένου να προσέρχεται στη Βουλή.
Ο Α. Σαμαράς, ο οποίος άφησε αναπάντητο τον χαρακτηρισμό «ακροδεξιός» που του προσάπτει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ενοχλήθηκε γιατί τον αποκαλεί «μερκελιστή» και «υπάλληλο των τοκογλύφων» και ανέπτυξε στον Α. Τσίπρα τους όρους του:
«Κάντε μου μια χάρη... Αν θέλετε να συζητάμε τακτικότερα, παρακαλώ να έχετε μια άποψη. Όχι δέκα διαφορετικές ταυτόχρονα απόψεις. Να μας πείτε τι ακριβώς υποστηρίζετε συγκεκριμένα. Όχι να μας καταγγέλλετε συνεχώς, προτείνοντας στη συνέχεια αυτά που εμείς έχουμε ήδη κάνει (...). Πέρα και πάνω από την παρουσία του οποιουδήποτε στη Βουλή, μη δηλητηριάζετε με φθηνό λαϊκισμό και θέατρο το Κοινοβούλιο. Αλλάξτε τροπάρι. Προσπαθήστε να γίνετε σοβαρό κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης. Γιατί δεν δυσκολεύεστε μόνο να γίνετε κυβέρνηση. Δεν μπορείτε καν να γίνετε αντιπολίτευση (...). Και το βήμα της Βουλής δεν είναι «ντουντούκα» (...). Γιατί αν θέλετε να συναντιόμαστε τακτικότερα στον χώρο αυτό, δεν υπάρχει περίπτωση να ανεχθώ τέτοια συμπεριφορά. Δεν μου επιτρέπει η θέση μου να σας απαντήσω, όπως θα άξιζε ίσως».
Ο λόγος του Α. Τσίπρα κινήθηκε στα γνώριμα επίπεδα, χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις ή εκπλήξεις, αλλά αν επεδίωξε να στριμώξει και να εκνευρίσει προσωπικά τον Α. Σαμαρά, ώστε να δείξει ένα άλλο πρόσωπο, μάλλον τα κατάφερε.
Όμως, η ελληνική κοινωνία έχει άλλα, πολύ πιο σοβαρά, προβλήματα, από όλα αυτά τα επικοινωνιακά τερτίπια και show, όπως δε τόνισε ο Νίκος Ξυδάκης στην «Καθημερινή», η συζήτηση στη Βουλή «αποτύπωσε την κόπωση και την αμηχανία που διατρέχει εγκάρσια το πολιτικό σύστημα».
«...Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε μαχητικός και με αυτοπεποίθηση, αλλά περισσότερο ως οξύς παρατηρητής και ως σκληρά αντιπολιτευόμενος διαχειριστής με αίτημα πολιτικής εναλλαγής, όχι, όμως, ως φορέας εξουσίας έτοιμος να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια ιστορική καμπή, για να ανακόψει την πτώση και να οργανώσει τη σωτηρία».