Η φιλολογία που αναπτύσσεται τις τελευταίες ημέρες μέσα από τον αστικό τύπο σχετικά με το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, εμφάνισε και λυρικά χαρακτηριστικά: Ένα από τα άρθρα αναφέρθηκε ως και σε «τρύπα στο κέντρο του πολιτικού συστήματος», η οποία και πρέπει να καλυφθεί.
Αν και οι προτάσεις που παρουσιάζονται για την κάλυψη του κενού διαφέρουν, ένα κοινό στοιχείο τις διαπερνά: Η επίμονη προσπάθεια της αστικής τάξης να διασφαλιστεί η πολιτική σταθερότητα του συστήματος με όσο το δυνατόν ευρύτερη λαϊκή υποστήριξη. Με διαφορετική αφετηρία και στόχευση αυτός ο κοινός παρονομαστής συναντάται τόσο στην πρόταση Πάγκαλου για κοινή κάθοδο ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές, όσο και στην πρόταση 58 παραγόντων του «κλίματος Σημίτη», που με διακήρυξή τους καλούν στη συγκρότηση μιας «δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης» τύπου ιταλικής «Ελιάς».
Είναι προφανές πως στο κέντρο του προβληματισμού της αστικής τάξης είναι το γεγονός ότι ο κλασικός δικομματισμός δεν λειτουργεί πλέον και άρα πρέπει να βρεθεί τρόπος να περάσει το πολιτικό σύστημα σε κυβερνήσεις συνεργασίας σαν μόνιμο στοιχείο κι απ' αυτή τη σκοπιά το βάρος πέφτει στη δημιουργία πόλων. Τέτοιος είναι και αυτός που εμφανίστηκε χτες με την κίνηση των «58».
Μια τέτοια κίνηση ανταποκρίνεται στην ανάγκη που διαπιστώνεται σ' όλη την Ε.Ε: Να συγκροτούνται συνασπισμοί κομμάτων που να αποδίδουν σταθερές κυβερνήσεις, θεωρώντας, έτσι, ότι μέσα από μια μεγάλη εκλογική πλειοψηφία εξασφαλίζεται σταθερότητα με συναίνεση.
Η ανάγκη αυτή ανταποκρίνεται στην επιδίωξη της αστικής τάξης να ανασυγκροτεί τη συμμαχία της με ανώτερα και μεσαία στρώματα που χάνουν μεν σήμερα από την κρίση, αλλά βλέπουν μια προοπτική ανάκαμψης. Σ' αυτό το σημείο ο ρόλος μιας ανασυγκροτημένης σοσιαλδημοκρατίας εμφανίζεται κρίσιμος καθώς αυτή θεωρείται ότι καλύτερα μπορεί να εγγυηθεί την κοινωνική συνοχή για να θωρακιστεί το σύστημα. Ήδη από το Μάη του 2013 στο ιδρυτικό της συνέδριο η «Προοδευτική Συμμαχία», που συγκροτήθηκε σαν διαφοροποίηση από τη Σοσιαλιστική Διεθνή, στη Λειψία, αναφέρει ως άμεσο στόχο τη «δουλειά για διαμόρφωση μιας νέας κοινωνικής συμφωνίας ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία». `Εκτοτε η συζήτηση αφορά κατά κύριο λόγο το ποιοι θα είναι οι φορείς της νέας σοσιαλδημοκρατίας και όχι το περιεχόμενο της πολιτικής της που είναι ήδη προσδιορισμένο.
Η μέχρι τώρα εξέλιξη επιβεβαιώνει την εκτίμηση του ΚΚΕ ότι η αστική τάξη προσαρμόζει τις επιλογές της. Παίρνει υπόψη ποια κυβέρνηση μπορεί να ελέγξει το εργατικό κίνημα, να προλάβει την άνοδο της ταξικής πάλης και να εξασφαλίσει ότι η κλιμακούμενη επίθεση στο εργατικό και λαϊκό εισόδημα και γενικά οι συνέπειες της κρίσης θα προχωρούν με όσο γίνεται λιγότερες αντιδράσεις. Για την εργατική τάξη, αυτό που πρέπει να 'ναι καθαρό είναι ο ταξικός χαρακτήρας αυτών των κομμάτων. Ότι πίσω από τις πολιτικές διαφορές τους δεν υπάρχουν ταξικές διαφορές, οι αντιπαραθέσεις αφορούν στο πώς θα συμβάλλουν στη σταθερότητα του ελληνικού καπιταλισμού. Κι από αυτή τη σκοπιά το κρίσιμο είναι η εργατική τάξη να διασφαλίσει τη δική της ανεξαρτησία από αυτήν ή την άλλη αστική εκδοχή, να μη γίνει, δηλαδή, η «αριστερή» πτέρυγα σ' έναν αστικό σχηματισμό.
Τάσος Τσιαπλές, μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ