Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
H χώρα μας εξακολουθεί να είναι ο ενδιάμεσος σταθμός και το πέρασμα για πολλούς απελπισμένους πρόσφυγες που ελπίζουν πως διαμέσω του Αιγαίου και του εσωτερικού της χώρας θα μπορέσουν είτε να εξασφαλίσουν άδεια παραμονής ή χορήγησης ασύλου, είτε να διαφύγουν προς την Κεντρική Ευρώπη. Η Ελλάδα αποτελεί λοιπόν βασική πύλη εισόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση για χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, γεγονός που δημιουργεί αυξημένες πιέσεις στα σύνορα ιδιαίτερα με την Τουρκία. Από τον Αύγουστο 2012 και μετά, σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, παρατηρείται μεταστροφή από τα χερσαία Ελληνο-Τουρκικά σύνορα προς τα θαλάσσια, ως συνέπεια και της ενισχυμένης φύλαξης της περιοχής του Έβρου. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το πρώτο πεντάμηνο του 2013 συνελήφθησαν, λόγω παράτυπης εισόδου, 3.223 άτομα σε Λέσβο, Σάμο, Χίο και Δωδεκάνησα, έναντι 188 το πρώτο πεντάμηνο του 2012 (οι αντίστοιχοι αριθμοί, για τον Έβρο, ήταν 342 άτομα το 2013 έναντι 15.878 το 2012). Το ιδιαίτερα επικίνδυνο πέρασμα μέσω της θαλάσσιας οδού, έχει σημαδευτεί από ναυάγια και ανθρώπινες τραγωδίες, με χαρακτηριστικότερες αυτές στα μέσα Δεκεμβρίου 2012, όπου 21 Αφγανοί έχασαν τη ζωή τους, στα μέσα Μαρτίου 2013, με θύματα 7 Σύρους, και τον περασμένο Μάιο, όπου πνίγηκε ένα 6χρονο κοριτσάκι από τη Συρία. Αυτές οι τραγωδίες βέβαια περνούν σε δεύτερη μοίρα ειδησεογραφικά, καθώς προέχουν άλλα πράγματα, απ΄ ότι φαίνεται, εις ό,τι αφορά την ενημέρωση των πολιτών. Πάντως σε κάθε περίπτωση, η μαζική αυτή φυγή χιλιάδων ανθρώπων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επικινδυνότητα της διαβίωσής τους, δημιουργεί τις βάσεις για μια από τις σύγχρονες ανθρωπιστικές τραγωδίες. Γιατί δεν είναι μόνο ο εκριζωμός από τις εστίες αλλά και ο κίνδυνος κατά την διάρκεια του φοβερού αυτού ταξιδιού προς την ελευθερία που συχνά – πυκνά συναντά σοβαρά εμπόδια. Από το Μάρτιο 2013, λειτουργεί το πρώτο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.) στην περιοχή του ́Έβρου, κατ’ εφαρμογή του Ν. 3907/2011 που ίδρυσε την πολιτική Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής και θεσμοθέτησε για πρώτη φορά ένα πλαίσιο διαδικασιών πρώτης υποδοχής για τους νεοεισερχομένους στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις. Παρά λοιπόν τις ελλείψεις, όπως επισημάνει η Ύπατη Αρμοστεία, σε αναγκαίο προσωπικό και τις δυσκολίες για πραγματοποίηση των αναγκαίων παραπομπών σε δομές προστασίας, η λειτουργία του πρώτου ΚΕ.Π.Υ. έχει σηματοδοτήσει μια καθοριστική βελτίωση σχετικά με την καταγραφή και ταυτοποίηση των νεοεισερχομένων, καθώς επίσης και με την κάλυψη των βασικών αναγκών τους, συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής και ψυχολογικής στήριξης και της παροχής ενημέρωσης για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σε γλώσσα που κατανοούν. Πάραυτα οι ελλείψεις και οι παρατυπίες δεν σταματούν. Στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός αφίξεων οι μηχανισμοί υποδοχής είναι ελλιπείς. Η διοικητική κράτηση, επίσης, λαμβάνει χώρα σε συνθήκες που υπολείπονται του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σημειώνει η Ύπατη Αρμοστεία. Εκτός από τη διοικητική κράτηση των ατόμων που εισέρχονται παράτυπα στη χώρα, το ίδιο μέτρο εφαρμόζεται ευρέως και στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ξένιος Δίας» που ξεκίνησε τον Αύγουστο 2012, απέναντι στους υπηκόους τρίτων χωρών που συλλαμβάνονται να διαμένουν στην Ελλάδα χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, με στόχο την εκτέλεση σε βάρος τους του μέτρου της απομάκρυνσης -επιστροφής στη χώρα τους. Και στην περίπτωση αυτή, σημειώνει η Ύπατη Αρμοστεία, οι αποφάσεις κράτησης εκδίδονται συστηματικά, χωρίς ειδική και επαρκή αιτιολογία για κάθε ατομική περίπτωση, όπως απαιτείται από τη διεθνή και Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ανάμεσα σε αυτούς που κρατούνται στα «προ-αναχωρησιακά» κέντρα κράτησης, υπάρχουν και άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας τα οποία δεν μπόρεσαν να καταγράψουν το αίτημα ασύλου, λόγω της περιορισμένης πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου, όπως επίσης και κατηγορίες αλλοδαπών ως προς τους οποίους δεν μπορεί να υλοποιηθεί το μέτρο της αναγκαστικής απομάκρυνσης, για λόγους ανθρωπιστικούς (π.χ. για σοβαρούς λόγους υγείας) ή εξαιτίας πρακτικών δυσκολιών (π.χ. αδυναμία προμήθειας ταξιδιωτικών εγγράφων). Όπως βλέπουμε, παρά τις όποιες βελτιώσεις και θετικές εξελίξεις στην μεταχείριση των προσφύγων και αιτούντων άσυλο, τα προβλήματα στα κέντρα υποδοχής παραμένουν και η κατάσταση δεν βελτιώνεται παρά τις όποιες καλές προθέσεις. Το έργο των ανθρωπιστικών οργανώσεων δυσχεραίνεται ποικιλοτρόπως, με δεδομένη μάλιστα την αύξηση των ρατσιστικών κρουσμάτων αλλά και την αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης για την αντιμετώπισή τους, όπως και τη διστακτικότητα για δημιουργία σύγχρονων αλλά πάνω απ΄ όλα ανθρώπινων από πλευράς υποδομών κέντρων υποδοχής. Χρόνο με το χρόνο το πρόβλημα με τους πρόσφυγες θα αυξάνεται. Χιλιάδες ακόμη άνθρωποι αναμένεται να προστεθούν μέχρι το τέλος του 13 αλλά και κατά τη διάρκεια του 14. Απομένει να δούμε αν η κυβέρνηση έχει καταλάβει πως εδώ πρόκειται για ανθρωπιστικό δράμα και όχι για κάποια κατ΄επίφαση «λαθραία εισβο λή». Αν με λίγα λόγια η αντιμετώπιση των ανθρώπων αυτών θα γίνεται εφεξής με γνώμονα τις συνθήκες διαβίωσής τους σε χώρες όπου ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε βήμα.