Από τον Μιχαήλ Γκρίλλα
Το καλοκαίρι του 2008 δύο πολύ γνωστά περιοδικά, το βρετανικό «Prospect» και το Αμερικανικό «Foreign Policy», δημοσίευσαν τα αποτελέσματα μιας δημοσκόπησης με θέμα: «Ποιος είναι ο κορυφαίος διανοούμενος στον κόσμο». Προς έκπληξή πολλών, αυτός δεν προερχόταν από τον Δυτικό κόσμο. Ήταν ένας Τούρκος πρώην ιμάμης ονόματι Φετουλάχ Γκιουλέν, που η σκέψη του επηρεάζει τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Πέραν των μυημένων, ελάχιστοι γνώριζαν το παρελθόν και το ποιόν του πρώην ιμάμη, από το Ερζερούμ, που ζει τα τελευταία χρόνια αυτοεξόριστος στην Πενσιλβανία των Ηνωμένων Πολιτειών και αποτελεί ανάθεμα και τρόμο για τους Τούρκους Κεμαλιστές. Ο Γκιουλέν όμως δεν είναι τυχαία περίπτωση. Το Ισλαμικό κίνημά του, ελέγχει μια παγκόσμια αυτοκρατορία, που εκτείνεται από την εκπαίδευση και τα μέσα ενημέρωσης ως και τις Τράπεζες. Και δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν, πως οι απόψεις του, αποτελούν τη «λυδία λίθο» της στρατηγικής, που ασκεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για να επικρατήσει πλήρως στην Τουρκία. Ο φόβος των Κεμαλιστών είναι ότι πρόκειται για έναν «Τούρκο Χομεϊνί», που θέλει να επιβάλει τη σαρία στη χώρα του.
Η άνοδος της επιρροής του Γκιουλέν συνέπεσε με την άνοδο στην εξουσία του Ισλαμικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην Τουρκία, του Ερντογάν μετά το 2002. Η προώθηση ενός σύγχρονου Ισλάμ, που δεν απορρίπτει τον δυτικό τρόπο σκέψης, βρίσκεται στον πυρήνα της σκέψης του Γκιουλέν. Και η επικέντρωσή του στην Τουρκία «φωτογραφίζει» ουσιαστικά τη χώρα αυτή ως την ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου. Σε αυτό σημειώνουν πολλοί αναλυτές, στηρίζεται τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν. Ουσιαστικά ο Γκιουλέν εκμεταλλεύτηκε το άνοιγμα στο Ισλάμ, που έγινε στην Τουρκία στα τέλη της δεκαετίας του 1980, επί Πρωθυπουργός Τουργκούτ Οζάλ. Και η κατάρρευση της Σοβιετικής αυτοκρατορίας το 1991 προσέφερε στον Γκιουλέν, τη χρυσή ευκαιρία, να διεισδύσει στον χώρο εκείνο, όπου κατοικούσαν Ισλαμικοί πληθυσμοί, δηλαδή στην Κεντρική Ασία και στα Βαλκάνια. Η εκπαίδευση εξάλλου αποτελεί άλλωστε τον πυρήνα των δραστηριοτήτων του Γκιουλέν. Υπολογίζεται ότι η εκπαιδευτική αυτοκρατορία, που έχει ο δαιμόνιος Γκιουλέν αριθμεί ως 1000 σχολεία σε περίπου 100 χώρες, μεταξύ των οποίων και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα υπάρχουν πάνω από 200 σχολεία στην Τουρκία, ενώ ο Γκιουλέν έχει ιδρύσει και Πανεπιστήμιο στην Κωνσταντινούπολη το Φατίχ. Σκοπός των σχολείων είναι η διάδοση της τουρκικής κουλτούρας και η ανάπτυξη «φιλοτουρκικών ελίτ». Τα σχολεία ακολουθούν το πρόγραμμα διδασκαλίας κάθε χώρας, αλλά έχουν υποχρεωτικά και δεύτερη γλώσσα τα τουρκικά. Και επιπλέον οι αρχές του Ισλάμ, δεν περιλαμβάνονται, στην διδασκαλία. Αντίθετα, δίνεται η έμφαση στην επιστήμη και στην τεχνολογία, ώστε να προωθηθεί και το σύγχρονο πρόσωπο του Ισλάμ. Σχολεία και φροντιστήρια υπάρχουν επίσης σε χώρες με σημαντικό αριθμό Τούρκων μεταναστών όπως στη Γερμανία. Η εκπαιδευτική δράση όμως του κινήματος έχει πάντως προκαλέσει την αντίδραση χωρών όπως η Ρωσία και το Ουζμπεκιστάν, που έχουν κλείσει στην επικράτειά τους, σχολεία του Γκιουλέν.
Αν και ο Γκιουλέν επιχειρεί να επιβάλει το μετριοπαθές πρόσωπο του Ισλάμ, το Κεμαλικό κατεστημένο θεωρεί ότι το δίκτυό του, προωθεί προσεκτικά την «κρυφή ατζέντα» του Ερντογάν, δηλαδή την Ισλαμοποίηση της Τουρκίας, την ίδια στιγμή τα τζαμιά στην Τουρκία αυξάνονται συνεχώς (έχουν ξεπεράσει τις 85.000), το ίδιο και οι Ιμάμηδες (πάνω από 90.000), κάτι που οξύνει τις ανησυχίες. Ως πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της απειλής αυτής αποτελεί, πάντα κατά τους Κεμαλιστές, η διείσδυση οπαδών του Γκιουλέν στην Αστυνομία και στο Δικαστικό σώμα και ιδιαίτερα στα μεσαία στρώματα της τουρκικής κοινωνίας.
Ο Γκιουλέν θεωρείται από πολλούς στις ΗΠΑ η έκφραση του μετριοπαθούς Ισλάμ, που πρέπει να επικρατήσει του Ισλαμικού φονταμενταλισμού. Δεν παύουν πάντως να κυκλοφορούν φήμες, που είναι δύσκολο να διασταυρωθούν ότι, το δίκτυο Γκιουλέν, είχε ή εξακολουθεί να έχει σχέσεις, ακόμη και με τη CIA, που φέρεται κατά ορισμένους να συμμετάσχει στη χρηματοδότησή του.
Λέγεται ότι ο προϋπολογισμός του δικτύου Γκιουλέν προσεγγίζει τα 25 δισ. δολάρια, με πηγές χρηματοδότησης τόσο από τις δραστηριότητες (π.χ. Δίδακτρα) όσο και από δωρεές πλουσίων Τούρκων. Αν και το νούμερο αυτό δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, εντούτοις όμως η οικονομική του αυτοκρατορία συνεχώς ενισχύεται. Το δίκτυο διοικεί επιχειρηματικούς ομίλους, μεταξύ των οποίων και η Τράπεζα ΑΣΥΑ με πάνω από 100 υποκαταστήματα στην τουρκική επικράτεια. Η Τράπεζα αυτή λειτουργεί κατά το πρότυπό του Ισλαμικού οικονομικού συστήματος, δηλαδή χωρίς τόκους.
Οι δραστηριότητές τους έχουν επεκταθεί και στον τουριστικό τομέα με την κατασκευή υπερπολυτελούς ξενοδοχείου κοντά στην Άγκυρα το οποίο διαθέτει τζαμί, ενώ έχει και χωριστές πισίνες ανδρών και γυναικών, φιλοξενεί επίσης τις εξαμηνιαίες κομματικές συναντήσεις του ΑΚΡ του κόμματος δηλαδή του Ερντογάν. Και δεν πρέπει φυσικά να λησμονείται η ισχυρότατη παρουσία στον χώρο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης με «ναυαρχίδα» την εφημερίδα «Ζαμάν» μια από τις μεγαλύτερες στην Τουρκία με μέσο όρο αναγνωστών, που ξεπερνά τους 500.000 την ημέρα και διάκειται φιλικά στο κόμμα του κ. Ερντογάν. Το δίκτυο Γκιουλέν διαθέτει επίσης τηλεοπτικό σταθμό, πρακτορείο ειδήσεων και πλειάδα περιοδικών.
Μέσα απ’ αυτές τις λίγες γραμμές ξεδιπλώνεται πιστεύω το βαθύ ρήγμα, που συνεχώς διευρύνεται μεταξύ των Κεμαλιστών (βαθύ Κράτος) και των Ισλαμιστών. Η εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη, που παρουσιάζει σήμερα η Τουρκία, αποτέλεσμα βεβαίων της πολιτικής, που εφαρμόζει ο Ερντογάν, καθόλου δεν εφησυχάζει τους Κεμαλιστές, οι οποίοι βρίσκονται συνεχώς με τα όπλα παραπόδα και δεν θα διστάσουν, να επέμβουν δυναμικά, εφ’ όσον οι Ισλαμιστές με την πάροδο του χρόνου, γίνουν κύριοι της Τουρκίας και αποπειραθούν την πλήρη Ισλαμοποίησή της. Η κοινωνική δομή της Τουρκίας είναι πλέον εύθραυστη και τετραχοτομημένη (Κεμαλιστές – Ισλαμιστές – Αλεβήδες – Κούρδοι κ.τλ.) και κανένας ακόμα δεν γνωρίζει, πως αυτό το ετερόκλητο και ετερογενές κοινωνικό παζλ θα εξελιχθεί στην πορεία του χρόνου. Ήδη μερικά δείγματα της κοινωνικής αναταραχής κτυπούν δυναμικά την πόρτα της Τουρκίας και η χώρα αυτή φαίνεται να μπαίνει σιγά – σιγά σε περιπέτειες, και σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών, που εγκυμονούν από πολλού στο εσωτερικό της.
Σημείωση: Η άποψη ότι ο Ερντογάν έχει ξεδοντιάσει το στρατιωτικό κατεστημένο είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση της Τουρκίας. Ο Στρατός παραμένει ακόμα ισχυρός και συμμετέχει με πέντε Στρατηγούς στο πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, που υπαγορεύει στην εκάστοτε Κυβέρνηση την πολιτική, που πρέπει να ακολουθεί. Στον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας, διατηρείται ακόμα διάταξη, που κάτω υπό ορισμένες προϋποθέσεις, επιτρέπεται σε αυτές όταν το κρίνουν σκόπιμο και επιβεβλημένο να επεμβαίνουν πράγματα της Χώρας. Για να θέσει η σημερινή Κυβέρνηση υπό τον πλήρη έλεγχο τις Ε.Δ. της χώρας, θα πρέπει να γίνει ριζική αναθεώρηση ισχύοντος Χουντικού Συντάγματος (του Εβρέν) πράγμα που μέχρι σήμερα ο Ερντογάν δεν το έχει καταφέρει αν και βρίσκεται στις άμεσες προτεραιότητες της Κυβέρνησής του.
Συνεπώς η Τουρκία εξακολουθεί να παραμένει ακόμα ένα μεγάλο ερωτηματικό και χρήζει στενής παρακολούθησης χωρίς κανέναν απολύτως εφησυχασμό.