Από τον Γεώργιο Ν. Ξενόφο
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια υφίσταται τις συνέπειες μιας οικονομικής κρίσης, η οποία επιβάλλει μία βίαιη αναπροσαρμογή του τρόπου ζωής και στερεί από το κοινωνικό σύνολο μια σειρά ανθρώπινων δικαιωμάτων, τη στιγμή που η θέσπιση των οποίων ήταν ένα σχετικά πρόσφατο επίτευγμα. Επιπρόσθετα, η οικονομική κρίση δεν περιορίζεται μόνο στα στενά πλαίσια του ελλαδικού χώρου ή ακόμα και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά επεκτείνεται περισσότερο εμπερικλείοντας τις ΗΠΑ και αρκετές ασιατικές και αφρικανικές χώρες. Η οικονομική ύφεση έχει καταστροφικές συνέπειες για τις τοπικές οικονομίες και κατ΄ επέκταση επηρεάζει σημαντικά κάποιες δείκτες της κοινωνικής ζωής, όπως η εκδήλωση παραβατικών συμπεριφορών. Απώτερος στόχος αυτού του άρθρου δεν είναι μόνο να προσφέρει μια σαφέστερη εικόνα του τι συνεπάγεται η οικονομική κρίση στην εκδήλωση παραβατικών συμπεριφορών, αλλά παράλληλα να μην εγκλωβιστεί στη μονόπλευρη προσέγγιση του θέματος και να προτείνει καινοτόμους τρόπους χειρισμού των κοινωνικών αναγκών αποδεχόμενος τη νέα οικονομική πραγματικότητα. Η σύνδεση οικονομικών συνθηκών και εγκλήματος τεκμηριώνεται από πλήθος ερευνών, όμως φαίνεται δύσκολο να αποδειχθεί η σχέση μεταξύ συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων και ειδικών οικονομικών παραγόντων (π.χ. οικονομική ανέχεια) (UNODC 2012). Ωστόσο, φαίνεται να διαγράφεται μια τάση που τείνει να επαναλαμβάνεται σε παγκόσμια κλίμακα, η οποία δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί. Αναλυτικότερα, έχει διαπιστωθεί ότι σε περιόδους οικονομικής κρίσης τείνουν να αυξάνονται τα ποσοστά των ληστειών, των ανθρωποκτονιών και των κλοπών οχημάτων (UNODC 2012). Αντίστοιχα, ευρήματα επιβεβαιώνονται και από τον ελλαδικό χώρο από τις επίσημες στατιστικές του κράτους για τα έτη 2011 - 2012, μια περίοδος που κορυφώνεται η οικονομική κρίση. Επίσης τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνονται από τη Eurostat (2010), σύμφωνα με την οποία, οι μεσογειακές χώρες, δηλαδή αυτές που υφίστανται τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα) παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά εγκληματικότητας (βίαιης). Όπως και οικονομικά εγκλήματα (π.χ. απάτες, σκάνδαλα με δάνεια κ.ά.). Μια άλλη διάσταση είναι η επιβολή του νόμου και της τάξης και ο βαθμός στον οποίο επηρεάζεται από τις οικονομικές συνθήκες, σ΄ότι αφορά στις εκδηλώσεις εγκληματικών ενεργειών. Είναι γεγονός ότι μεταξύ των παραγόντων που μπορούν να αναχαιτίσουν το συνολικό ποσοστό τέτοιων φαινομένων είναι και η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών επιβολής του νόμου και της τάξης. Όμως, το ερώτημα που γεννιέται είναι το κατά πόσο οι διαδικασίες αυτές μπορεί να είναι αποτελεσματικές εν καιρώ κρίσης. Θα ήταν αφελές να θεωρηθεί ότι η οικονομική δυσχέρεια δεν θα είχε επιπτώσεις στον τρόπο λειτουργίας των αστυνομικών αρχών δεδομένου ότι μειώνονται οι προϋπολογισμοί, ο αριθμός του προσωπικού που υπηρετεί, τα προγράμματα εκπαίδευσης, ο εφοδιασμός τμημάτων με σύγχρονες τεχνολογίες και ακόμη μπορεί να καταργούνται ή να συγχωνεύονται ειδικές μονάδες (DERF 2009). Παρά τις όποιες μειώσεις συμβαίνουν σε επίπεδο λειτουργίας των οργάνων της τάξης, δεν μειώνονται οι προσδοκίες ή απαιτήσεις του κόσμου για ποιότητα από τις εν λόγω αστυνομικές υπηρεσίες. Από την άλλη, η ασφάλεια των πολιτών είναι αναφαίρετο δικαίωμα όλων και θα πρέπει να προασπίζεται με κάθε τρόπο, ακόμη και σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι εφόσον οι οικονομικές συνθήκες έχουν μεταβληθεί και η προστασία των πολιτών πρέπει να παρέχεται από τις αστυνομικές αρχές, αυτό που απαιτείται είναι η αλλαγή στον τρόπο που παρέχονται οι υπηρεσίες αυτές, ώστε να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της εποχής. Σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές, οι αλλαγές που προωθούνται είναι: 1. Η χρήση νέων τεχνολογιών που έχουν χαμηλό κόστος και εξοικονομούν χρόνο και χρήμα, όπως οι τηλεδιασκέψεις, η χρήση κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης 2. Η χρήση εθελοντών όπου αυτό είναι εφικτό για την αντιμετώπιση της μείωσης του αστυνομικού προσωπικού, όπως για παράδειγμα στο πρόγραμμα «Προστασία της Γειτονιάς», όπου οι κάτοικοι μιας γειτονιάς κάνουν περιπολίες με σκοπό τη μείωση των ευκαιριών για διάπραξη εγκλήματος, 3. Η συνεργασία μεταξύ αστυνομίας και εταιριών παροχής ιδιωτικής προστασίας (security), με την ανάληψη αρμοδιοτήτων που πλέον δεν μπορούν να ασκηθούν από τις αστυνομικές αρχές λόγω οικονομικού κόστους μέσα από τη θεσμοθέτηση πρωτοκόλλου συνεργασίας.
Εν κατακλείδι, τα νέα οικονομικά δεδομένα θέτουν μια σειρά θεμάτων που απαιτούν ευελιξία στους χειρισμούς και επικαλούνται τόσο την ατομική, όσο και τη συλλογική ευθύνη. Οι επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης απαιτούν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Ωστόσο, δεν έχουμε την πολυτέλεια πια να περιμένουμε τον βαθύ χρόνο για να διασφαλίσουμε συνθήκες ασφάλειας για μας και τις επόμενες γενιές. Απαιτείται ενεργοποίηση όλων των διοικητικών αρχών και οργάνων της δημόσιας τάξης και όλων των πολιτών με σκοπό να υιοθετηθούν καινοτόμες πρακτικές που θα έχουν μικρό κόστος και παράλληλα θα διασφαλίζουν το δικαίωμα της κοινωνίας στην ασφάλεια και στην ποιότητα ζωής.
Πηγή: α΄Στατιστικά Επικράτειας / Εγκλημάτων.
β. EUROSTAT (2010). Crime and Criminal justice