Από τον Νικόλαο Φασούλα
Μύρισε για τα καλά καλοκαίρι, και οι Λαρισαίοι γνωρίζουμε ότι στις αρχές του καλοκαιριού λαμβάνει χώρα στην πόλη μας ένα πολιτιστικό γεγονός που αποτελεί σταθμό στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου μας. Το Φεστιβάλ Πηνειού. Ένα πολυπληθές φεστιβάλ τόπο προορισμού για πολίτες απ’ όλη την Ελλάδα.
Της Λαρίσης το ποτάμι λοιπόν που το λένε Πηνειό, όπως πολύ σωστά λέει και το τραγούδι: Το μήκος του φτάνει τα 205 χιλιόμετρα και είναι ο τρίτος σε μήκος ποταμός της Χώρας. Μετά τη Λάρισα σχηματίζει έντονους μαιανδρισμούς, διέρχεται την κοιλάδα των Τεμπών και εκβάλλει στο Αιγαίο σχηματίζοντας ένα μικρό Δέλτα. Ο Όμηρος αποκαλεί τον Πηνειό «αργυροδίνη», εξαιτίας των περιστροφικών κινήσεων που δημιουργούν τα νερά του στην πορεία τους. Από την νεολιθική εποχή (περ. 6700-3300 π.Χ) οι άνθρωποι αρχίζουν να καλλιεργούν διαφόρων ειδών φυτά, δημητριακά και όσπρια γι’ αυτό και εκμεταλλεύτηκαν τα νερά του ποταμού. Κοντά στον Πηνειό και τους παραπόταμους του χτίζονται οικισμοί κάποιοι από τους οποίους θα διατηρήσουν την ζωή τους και στην εποχή του χαλκού (περ. 3300-1100 π.Χ) που στα ιστορικά χρόνια θα μετατραπούν σε οχυρωμένες πόλεις και θα παίξουν σημαντικό ρόλο στα ιστορικά γεγονότα της περιοχής. Στον Μεσαίωνα ο Πηνειός αποκαλείται Σαλαβρίας. Η πρώτη που τον αποκάλεσε έτσι ήταν η Άννα Κομνηνή το 1150 μ.Χ.
Σύμφωνα με τη μυθολογία ο Πηνειός, ποτάμιος θεός της Θεσσαλίας ήταν γιος του Ωκεανού και της Τηθύος. Με τη Νύμφη Κρέουσα γέννησε τον Υψέα και τη Στίλβη. Κόρες του Πηνειού ήταν οι Νύμφες Τρίκκη και Λάρισσα, οι οποίες έδωσαν και τα ονόματά τους στις αντίστοιχες Θεσσαλικές πόλεις.
Ο Πηνειός υπήρξε παλαιότερα το γραφικότερο κομμάτι της Λάρισας. Η πέτρινη γέφυρα με τις δέκα καμάρες (τόξα) και τα φυσικά άλση στις όχθες του αποτελούσαν για τους Λαρισαίους τόπο συνάντησης για περιπάτους και διάφορες συζητήσεις. Το Αρί-Μπουτσάκι (αυτοφυές δάσος σχεδόν απέναντι από την Αγία Μαρίνα), το Λούνα-Πάρκ (απέναντι από τα σημερινά Κ.Τ.Ε.Λ.) και το τεχνητό άλσος του Αλκαζάρ ήταν για πολλές δεκαετίες τόποι ψυχαγωγίας και διασκέδασης για τους Λαρισαίους.
Η επικοινωνία με την απέναντι όχθη γινόταν με τις περαταριές-πλατφόρμες (ποταμοκάραβα που κινούνταν με την βοήθεια ενός τεντωμένου σχοινιού από την μία όχθη στην άλλη). Περαταριές υπήρχαν στο Κουτσόχερο, στην Αμιγδαλή, στους Γόννους και αλλού. Μέσα στην πόλη υπήρχε μία περαταριά στα Σφαγεία και μία στο σημερινό γήπεδο που περνούσε απέναντι στα Ταμπάκικα. Στις δύο ποταμόσκαλες που ήταν κοντά στα Σφαγεία και το υδραγωγείο οι γυναίκες συνήθιζαν να πλένουν τα μάλλινα ρούχα.
Πολλές επαγγελματικές δραστηριότητες αναπτύχθηκαν δίπλα στην όχθη του ποταμού ή πλησίον αυτού. Στήθηκαν μύλοι (μύλος Ιατρίδη, μύλος Παπά κ.ά.), εργαστήρια βυρσοδεψιών-Ταμπάκηδων (συνοικία Ταμπάκικα). Τα καλάμια και τις λυγαριές τα χρησιμοποιούσαν στην καλαθοπλεκτική. Το κουβάλημα του νερού το έκαναν οι σακκάδες ή σακατζήδες (νεροκουβαλητές). Αυτοί γέμιζαν τα ασκιά τους με νερό, τα φόρτωναν στα ζώα και τα μοίραζαν στα λαρισινά σπίτια. Αργότερα τη δουλειά αυτή την έκαναν οι βαρελάδες, μόνο που αντί για ασκούς χρησιμοποιούσαν βαρέλια που τα φόρτωναν σε κάρα. Οι Λαρισαίοι έβαζαν το νερό σε μεγάλα πιθάρια και πριν το χρησιμοποιήσουν έριχναν μέσα στίψη για να καθαρίσει. Αυτό το νερό ήταν πόσιμο μέχρι το 1930-31 που η Λάρισα απέκτησε υδραγωγείο και ο Ο.Υ.Η.Λ. κατασκεύασε δίκτυο ύδρευσης.
Το ψάρεμα στον Πηνειό ήταν ένα ιδιαίτερα αποδοτικό επάγγελμα. Οι ψαράδες των παραποτάμιων περιοχών κατασκεύαζαν μόνοι τους τα εργαλεία της τέχνης τους και αναλάμβαναν τη συντήρηση της βάρκας τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τον Πηνειό γίνονται και λογοτεχνικές αναφορές: Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας για παράδειγμα σε σχετικό απόσπασμα που περιέχεται στο βιβλίο του «Ο Ζητιάνος» που προδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εστία» το 1986, κάνει αναφορά στον Πηνειό.
Ο «αργυροδίνης» Πηνειός του Ομήρου εξακολουθεί να είναι πηγή ζωής για ολόκληρο τον Θεσσαλικό κάμπο μέχρι σήμερα. Για τη Λάρισα το ποτάμι ήταν πάντα ένας ανεκτίμητος θησαυρός. Όμως παλαιότερα σε περιόδους μεγάλης βροχόπτωσης το ποτάμι ξεχείλιζε και πλημμύριζαν οι παραποτάμιες συνοικίες. Για αντιπλημμυρική προστασία κρίθηκε αναγκαία η δημιουργία νέας κοίτης το 1938. Τώρα τα νερά του ποταμού πριν μπουν στην Λάρισα χωρίζονται σε κλάδους: Τον αριστερό (νέα κοίτη) που είναι ευθύγραμμος και έχει μήκος 2,3 χιλιόμετρα και τον δεξιό (παλαιά κοίτη) που περνάει μέσα από την πόλη και έχει μήκος 6,2 χιλιόμετρα. Τη σημερινή του μορφή το ποτάμι την πήρε μετά την απομάκρυνση των υδάτων της άλλοτε μεγάλης Θεσσαλικής λίμνης, από ρήγμα που δημιουργήθηκε στην κοιλάδα των Τεμπών.
Αφήνοντας πίσω μας τα ιστορικά στοιχεία και ερχόμενοι στην εποχή του 2000 το ποτάμι κατά κοινή ομολογία βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της ζωής των Λαρισαίων με τον πιο ουσιαστικό τρόπο. Η πολιτιστική και ψυχαγωγική του αξιοποίηση μέσω του Φεστιβάλ Πηνειού και διαφόρων άλλων κοινωνικών δράσεων αποτελούν μια τρανταχτή απόδειξη.
Ο Νικόλαος Αλεξ. Φασούλας είναι οικονομολόγος –σύμβουλος 4ης Δημοτικής Κοινότητας Δ. Λαρισαίων