Από τη Μαρίνα Αποστολοπούλου
...Τελικά, «κλίνατε κεντροαριστερά».
Αυτό αποφάσισαν στον ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της Κεντρικής Επιτροπής.
Δηλαδή θα κλίνουν προς την κατεύθυνση που πρότειναν τα ΠΑΣΟΚογενή μέλη του ενώ τα άλλα μέλη του, το «αριστερογενή» μάλλον έμειναν δυσαρεστημένα αφού δεν υιοθετήθηκε η δική τους πρόταση για στροφή προς τα αριστερά.
Βέβαια από τις πολλές «στροφές» μπορεί να τους έρθει μία ζαλάδα, ενδεχομένως και ένα «βέρτικο» αν η στροφή συνδυαστεί και με καμία κλίση των ποσοστών προς τα κάτω αλλά... Αλλά αυτά έχει η πολιτική, χρειάζεται και ρίσκα.
Η αλήθεια είναι ότι σκέφθηκαν πρακτικά.
Ή, εν πάση περιπτώσει περισσότερο «πρακτικά» παρά «ιδεολογικά». Άλλωστε, σε ένα κόμμα που συναντώνται τόσες πολλές και διαφορετικές ιδεολογικές και πολιτικές προσεγγίσεις, το «ιδεολογικά» αποτελεί πρόβλημα από μόνο του. Διότι μπορεί στον «διογκωμένο» ΣΥΡΙΖΑ-μετά τις εξελίξεις στο πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ- να υπάρχει μία «συγκατοίκηση» διαφόρων τάσεων (οι αριστερογενείς τάσεις, προφανώς προϋπήρχαν της ενσωμάτωσης μέρους του ΠΑΣΟΚ), αλλά δεν υπάρχει «συγχρονισμός» και «σύμπνοια», αυτό φαίνεται όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο. «Πάσχει» ο ΣΥΡΙΖΑ, από το «σύνδρομο του «πάτσγουορκ» θα μπορούσαμε να πούμε, εφευρίσκοντας έναν καινούργιο όρο. Πολλές και διαφορετικές «τάσεις» και χρώματα, έστω και της ίδιας ιδεολογικής παλέτας έχουν στεγαστεί κάτω από το ίδιο κόμμα, αλλά.... Αλλά τα χρώματα ξεχωρίζουν μεταξύ τους, όπως και οι «ραφές» που τα ενώνουν. Υπό την έννοια αυτή, στο μάτι του παρατηρητή δεν αντανακλάται μία ενιαία εικόνα και, αυτή που αντανακλάται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον δεν είναι αρμονική. Διαφορετικές φωνές, διαφορετικές θέσεις για το ίδια θέματα, άλλες «γραμμές» -δηλώνει κάτι κάποιος και βγαίνει κάποιος άλλος να το «διορθώσει» για το φέρει πιο κοντά στη «γραμμή»- είναι φαινόμενα συχνά και επαναλαμβανόμενα. Και είναι φαινόμενα τα οποία, και βεβαίως πλήττουν την αξιοπιστία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και γεννούν πολλές αμφιβολίες για το αν και κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να κυβερνήσει. Αμφιβολίες που δεν εκπορεύονται μόνον από τους πολίτες αλλά και από πολλά εκ των μελών του που αν δεν τις εκφράζουν δημοσίως πάντως εσωκομματικώς τις θέτουν. Ίσως αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος, αυτή η πολυφωνία και ασυμφωνία, που δεν επιτρέπει στον ΣΥΡΙΖΑ να αυξήσει τα ποσοστά του πέραν ενός συγκεκριμένου «πλαφόν», όπως φάνηκε και στις ευρωεκλογές. Και αυτό, είναι και το κυρίαρχο πρόβλημα που πρέπει να επιλύσουν αν θέλουν να πάνε παραπέρα.
Στο πλαίσιο της «αναζήτησης» πάντως αποφάσισαν να κλίνουν κεντροαριστερά.
Για πρακτικούς όπως είπαμε, κυρίως λόγους. Γιατί άντε και την έκανε τη χάρη στον Λαφαζάνη ο Τσίπρας και έκλινε επ΄ αριστερά, ποιον θα έβρισκε εκεί για να αυξήσει τις δυνάμεις του κόμματος και κατά συνέπεια τα ποσοστά του; Το ΚΚΕ; Μα με το ΚΚΕ δεν το «τρώνε» μαζί με τίποτα, διότι το τελευταίο δεν έχει καμία όρεξη να «φαγωθεί» από την όψιμη διόγκωση ενός κόμματος για το οποίο δεν έτρεφε ποτέ και ιδιαίτερη εκτίμηση και δεν το έκρυβε επίσης. Αλλά και στην απίθανη περίπτωση που το ΚΚΕ του «καθόταν» και πάλι, δεν διαθέτει τα συγκλονιστικά ποσοστά. Διαθέτει βέβαια σταθερά ποσοστά διότι έχει ένα συμπαγές εκλογικό σώμα. Αλλά ακόμη κι έτσι για να κερδίσει από τα αριστερά του θα είχε πολύ περισσότερες απώλειες προς τα δεξιά του ο ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα μάλιστα που γίνεται και αυτή η περίφημη προσπάθεια για «αναγέννηση» της κεντροαριστεράς, με την έντονη κινητικότητα που τελικά μπορεί να «γεννήσει» έναν νέο κομματικό σχηματισμό (χωρίς να είναι και βέβαιο) που αν υπάρξει θα προσχωρήσει και στο έδαφος του ΣΥΡΙΖΑ από τη «δεξιά» τουλάχιστον πλευρά του. Πέραν του ότι κλείνοντας προς τα Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρισκόταν εκτός του «παιχνιδιού» περί κεντροαριστεράς, ψιλοαπομονωμένος, ενώ τώρα μπορεί να παίξει μπάλα στο κέντρο της... κεντροαριστεράς, επιχειρώντας να μην αφήσει άλλον να σηκώσει κεφάλι και να κατοχυρώσει τη θέση του ως κυρίαρχος εκφραστής της.
Απλά είναι τα πράγματα.
Το άλλο πρόβλημα που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι της «μοναξιάς».
Αν στις επόμενες εθνικές εκλογές, όποτε γίνουν τέλος πάντων, είναι πρώτο κόμμα τότε, όπως σήμερα έχουν στον πολιτικό χάρτη τα πράγματα και με τα ποσοστά που συγκεντρώνει, από τη στιγμή που δεν προβλέπεται αυτοδυναμία (αυτή μάλλον πρέπει να την ξεχάσουν γενικώς τα ελληνικά κόμματα) τότε θα πρέπει να βρει εταίρους για να μπορέσει να κυβερνήσει. Και ποιους θα βρει; Πού θα στραφεί; Είναι ένα υπαρκτό ζήτημα. Αν δεν έχει προνοήσει από πριν μπορεί να φθάσει στην πηγή και τελικά να μην καταφέρει να πιεί νερό. Δηλαδή να είναι πρώτο κόμμα αλλά να μην μπορεί να συγκροτήσει κυβέρνηση.
Η στροφή προς τα κεντροαριστερά λοιπόν είναι λογική, καθώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη δεξαμενή.
Το πρόβλημα με τις δεξαμενές όπως και με τις πισίνες είναι όμως ότι: το νερό είναι σε περιορισμένο χώρο και έχει περιορισμένη άνωση. Χρειάζεται λοιπόν να είναι κανείς καλός κολυμβητής και να έχει αντοχή για να αντέξει να κολυμπάει επί μακρόν και με αξιώσεις. Εκτός πια... εκτός πια και αν αυτό που τον ενδιαφέρει να είναι να πλατσουρίζει στα ρηχά, εκεί που πατάει.