Γράφει ο Ηλίας Κανέλλης
Είναι ο Σάββας Ξηρός κίνδυνος για νέες τρομοκρατικές δραστηριότητες; Πιθανότατα κίνδυνος είναι ο αδελφός του Χριστόδουλος, που έχει δραπετεύσει από τον περασμένο Ιανουάριο και, σε τουλάχιστον μια περίπτωση, η αστυνομία τον έχει συσχετίσει με μια τρομοκρατική απόπειρα, με την αποστολή παγιδευμένου δέματος εκρηκτικών στο αστυνομικό τμήμα Ιτέας. Αλλά ο Σάββας Ξηρός όχι, η επιβάρυνση της υγείας του είναι μεγάλη. Κατά συνέπειαν, και αφού η δημοκρατία δεν είναι εκδικητική, δεν θα μπορούσε, όπως ζητούν και ευαίσθητοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, να απελευθερωθεί, υποχρεούμενος να μείνει σε κατ' οίκον περιορισμό;
Η αλήθεια είναι ότι, όντως, αν ο Σάββας Ξηρός αποφυλακιζόταν δεν θα κινδύνευε η δημοκρατία. Και όντως, δεν θα υπήρχε θέμα αν αποφυλακιζόταν, απ' αυτή την άποψη, δεν εντυπωσιάζεται κανείς από το αίτημα του Τάσου Κουράκη ή της Ζωής Κωνσταντοπούλου, βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, που επικαλούνται τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα της δημοκρατίας - το μόνο θέμα είναι η αλά καρτ εκδοχή του ανθρωπισμού που επικαλούνται, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει έναν δολοφόνο τρομοκράτη αλλά όχι, ενδεχομένως, πλούσιους ή πολιτικούς. Ανεξαρτήτως, πάντως, της άποψης που έχουν οι συγκεκριμένοι βουλευτές για τον ανθρωπισμό, η αλήθεια είναι ότι σε πολύ λίγα χρόνια όλοι οι ισοβίτες καταδικασμένοι τρομοκράτες θα μπορούν να απελευθερωθούν, αν ζητήσουν χάρη, αν δηλώσουν δηλαδή εμπράκτως μετάνοια ώστε να τους χορηγηθεί η ελευθερία.
Παρ' όλα αυτά, όμως, παραμένει ανοιχτό για την Αριστερά, όπως και για μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, ένα σοβαρό ζήτημα: η συγχώρεση της δημοκρατίας προς τους τρομοκράτες δολοφόνους δεν συμβαδίζει με την οριστική τοποθέτηση της τρομοκρατίας και των μεθόδων της στο παρελθόν. Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα, δηλαδή, ότι δεν έχουμε ανάγκη από αυτόκλητους σωτήρες που θα παίρνουν εκδίκηση για λογαριασμό μας, χωρίς να δίνουν μάλιστα λογαριασμό. Ακόμα και σήμερα, η τρομοκρατία απολαμβάνει μια ανεξήγητη ανοχή από μεγάλο μέρος της δημοκρατικής κοινωνίας μας. Πιο πρόσφατη απόδειξη, η δολοφονία, τον Νοέμβριο του 2013, του Γιώργου Φουντούλη και του Μανώλη Καπελώνη, μελών της Χρυσής Αυγής, για τους οποίους το πολύ να έγιναν ορισμένες προσχηματικές ανακοινώσεις από πολιτικούς φορείς. Ελάχιστοι ανησύχησαν για τα εγκλήματα και η μόνη κριτική που κυκλοφόρησε ευρύτερα ήταν ότι η οργάνωση απέκτησε έτσι δύο «μάρτυρες» προς εκμετάλλευση.
***
Δολοφονώντας τον Γουέλς και, κυρίως, τους βασανιστές της χούντας, τον Μάλλιο και τον Μπάμπαλη, οι τρομοκράτες διεκδίκησαν νομιμοποίηση στην ελληνική κοινωνία της μεταπολίτευσης εκμεταλλευόμενοι δύο ιδεολογικά αντανακλαστικά της εποχής: τον αντιαμερικανισμό (στον οποίο εύκολα φορτώσαμε την ευθύνη της επταετίας και του Αττίλα στην Κύπρο) και τα αισθήματα απαξίας για τους βασανιστές της χούντας, για τους οποίους υπήρχε η αίσθηση ότι δεν τιμωρήθηκαν όπως έπρεπε.
Η νομιμοποίηση της τρομοκρατίας, ωστόσο, στην ουσία δημιούργησε υπόστρωμα ευρύτερης αποδοχής της πολιτικής βίας. Και για πρώτη φορά, έφερε την κοινωνία σε πιο συντηρητική θέση από την Πολιτεία: ενώ η Πολιτεία υπερηφανευόταν για την κατάργηση της ποινής του θανάτου, η κοινωνία πανηγύριζε διότι αυτόκλητοι τιμωροί στο όνομά της «εκτελούσαν», σύμφωνα με την ορολογία που επικράτησε, ποινές θανάτου, τις οποίες μάλιστα αποφάσιζαν οι ίδιοι οι «εκτελεστές» με συνοπτικές διαδικασίες και αιτιολογούσαν με προκηρύξεις, που εκτόξευαν τις κυκλοφορίες της εφημερίδας που τις δημοσίευε.
Το κλίμα αυτό δεν άλλαξε ούτε όταν δολοφονήθηκε ο Παύλος Μπακογιάννης ούτε όταν, από αστοχία, σκοτώθηκε ο Θάνος Αξαρλιάν. Η «ετυμηγορία» των προκηρύξεων σκέπασε την αντιστασιακή δράση του Μπακογιάννη στη δικτατορία, ενώ η περίπτωση Αξαρλιάν έδειξε ότι η κοινωνία μπορούσε να αντέξει ακόμα και «παράπλευρες απώλειες» προκειμένου να συνεχίσουν να δικάζουν και να εκτελούν οι αθέατοι «τιμωροί». Όταν, αργότερα, με πρωτοβουλία συγγενών θυμάτων της «17 Νοέμβρη», συγκροτήθηκε η κίνηση «Ως εδώ», με βασικό στόχο την απομυθοποίηση, την ιδεολογική αντιπαράθεση με την τρομοκρατία, ελάχιστοι στρατεύθηκαν στις γραμμές της –ενώ ο Τύπος συνέχιζε να αδιαφορεί. Η έκρηξη στον Πειραιά, ο τραυματισμός του Σάββα Ξηρού, η ομολογία του και οι ομολογίες όσων συνελήφθησαν στη συνέχεια μπορεί να οδήγησαν στην εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης, ωστόσο η χώρα δεν απαλλάχθηκε οριστικά ούτε από την πολιτική βία, ούτε από την τρομοκρατία.
Και το χειρότερο: η ελληνική κοινωνία δεν πείσθηκε, ακόμα δεν έχει πειστεί ότι η τρομοκρατία έχει κάνει ζημιά στη χώρα. Γι’ αυτό αρνείται να εγκαταλείψει την ιδέα ότι κάποιοι, από το ημίφως, με βόμβες και καλάσνικοφ, θα μπορούσαν να λειτουργούν σαν εκδικητές.
Χρειάζεται όμως εκδικητές μια χώρα η δημοκρατία της οποίας δεν εκδικείται;
***
Το πρόβλημα, συνεπώς, με τον Τάσο Κουράκη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν είναι η επίδειξη ανθρωπιστικού πνεύματος για τον Σάββα Ξηρό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν ξεκαθαρίζουν αν ο ανθρωπισμός τους επεκτείνεται σε ολόκληρο τον πληθυσμό. Δεν ξεκαθαρίζουν, δηλαδή, ότι εξίσου ανθρωπιστική είναι η καταδίκη των φονικών ενεργειών στο όνομα της πολιτικής διαφωνίας! Ότι, δηλαδή, η δημοκρατία έχει τα μέσα να αντιμετωπίζει από μόνη της τις απειλές εναντίον της και δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε ανθρωπιστικό να υπάρχει πάντα η απειλή αυτόκλητων τιμωρών με τα όπλα.
Είναι πρόβλημα που αφορά στην Αριστερά, αφορά όμως ευρύτερα και την ελληνική κοινωνία. Όσο η ελληνική κοινωνία (οι πολίτες, τα κόμματα, οι θεσμοί) δεν αποδοκιμάζει σαφώς όσους απειλούν να επιβάλουν τις απόψεις τους με τη βία, θα είναι μια κοινωνία ανασφαλής σε μια ευάλωτη δημοκρατία.
ΥΓ. Έχετε άραγε αναρωτηθεί γιατί, από όλα τα θύματα της τρομοκρατίας, μόνο το όνομα του Θάνου Αξαρλιάν δόθηκε σε δρόμο; Μήπως διότι οι θεσμοί της πολιτείας, έστω υπόρρητα, δεν τολμούν να θίξουν τις «δίκες», τις «καταδίκες» και τις «εκτελέσεις», την ουσία της δράσης δηλαδή των τρομοκρατών;