Του Ηλία Κανέλλη
Το διάστημα 1990-92, υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο Αντώνης Σαμαράς, υπήρξε πρωτεργάτης της εθνικιστικής έξαρσης με αφορμή το Μακεδονικό. Η πολιτική κρίση που ο ίδιος δημιούργησε, τελικά, οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ. Η δημιουργία εκ μέρους του πολιτικού κόμματος, της Πολιτικής Άνοιξης, στη συνέχεια (και μέχρι να καταφέρει να το διαλύσει) ήταν συστηματική προσπάθεια υπονόμευσης του δικομματισμού που, τα χρόνια της μεταπολίτευσης, έχει αποδειχτεί το πολιτικό σύστημα που εξασφαλίζει τη διάρκεια και τη θεσμική συνέχεια της δημοκρατίας. Στο τέλος, ευτυχώς, όλα πήγαν όπως στις ταινίες του Χόλιγουντ: ο δικομματισμός άντεξε, ο Αντώνης Σαμαράς εξοστρακίστηκε στην περιοχή της ιδιώτευσης και το ΠΑΣΟΚ εξασφάλισε μακρά περίοδο παντοδυναμίας στην κυβέρνηση, ως το 2004. Διάλειμμα για διαφημίσεις – και για τη λεγόμενη νέα διακυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή (του μικρού Καραμανλή), που μεταξύ πολλών άλλων κατορθωμάτων επανέφερε και τον Σαμαρά στην πολιτική ζωή.
Στη δύσκολη σημερινή συγκυρία, η τύχη και τα παροιμιώδη λάθη των αντιπάλων του τα έφεραν ο Αντώνης Σαμαράς να ηγείται της ΝΔ, του ίδιου εκείνου κόμματος που υπονόμευσε στο παρελθόν. Κάτι παραπάνω: τον έφεραν να ηγείται της χώρας, μάλιστα να έχει σημειώσει πολύ ενδιαφέρουσα επίδοση στην προσπάθεια σταθεροποίησης επιλέγοντας, μεταξύ άλλων, να μην στηριχθεί αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις, αλλά να συγκυβερνά για ένα διάστημα με τεχνοκράτες όπως ο Γιάννης Στουρνάρας, με το ΠΑΣΟΚ και την ευρωπαϊκή Δημοκρατική Αριστερά, για ένα άλλο διάστημα μόνο με το ΠΑΣΟΚ (αλλά χωρίς να πειράξει τους τεχνοκράτες). Οι τελευταίες διπλές εκλογές, τόσο οι αυτοδοικητικές όσο και οι ευρωεκλογές, θεωρητικά δεν άγγιξαν την κυβέρνηση και τη δυνατότητά της να σταθεροποιήσει ακόμα περισσότερο την πολιτική ζωή, ωστόσο ο Αντώνης Σαμαράς ξέρει πολύ καλά ότι τα περιθώρια στενεύουν, εκ των πραγμάτων, αφού η σταθερότητα απειλείται αμέσως μετά το καλοκαίρι, όταν αρχίσουν οι συζητήσεις για τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας (που εκλέγεται τον προσεχή Μάρτιο) και, με τα σημερινά δεδομένα, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν διαθέτει τις 180 ψήφους για να τον επιβάλει και να πάρει κυβερνητική παράταση σχεδόν δυο ακόμα ετών. Κι ότι ενόψει ενός ανασχηματισμού (που πιθανόν θα γίνει αμέσως μετά το επόμενο Σαββατοκύριακο), στον οποίο όπως όλα δείχνουν θα στερηθεί τον Γιάννη Στουρνάρα που προαλείφεται για επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, ο πρωθυπουργός πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Να στρίψει το καράβι της ΝΔ δεξιά, διεκδικώντας τους βουλευτές και τους ψηφοφόρους των Ανεξάρτητων Ελλήνων αλλά και τμήματα ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής, αφήνοντας χώρο στο Κέντρο για της διευρύνσεις του ΠΑΣΟΚ, της Ελιάς, του Ποταμιού ή ενδεχόμενου ευρύτερου συνασπισμού δυνάμεων που θα διεκδικήσει να ανασυστήσει τον μεγάλο πόλο της σοσιαλδημοκρατίας; Ή να απαρνηθεί το παρελθόν του, και να επιλέξει τη διεύρυνση προς το Κέντρο, ελπίζοντας ότι η σταθερότητα θα συνεχιστεί και με τις ψήφους των βουλευτών της ΔΗΜΑΡ (ιδού πεδίον δόξης λαμπρό για τον Φώτη Κουβέλη, και μια σοβαρή εξήγηση για την επιμονή του να παραμένει γαντζωμένος στο καθημαγμένο εκλογικά κόμμα του) κι ότι, στη συνέχεια, θα αποδυναμωθεί και η Χρυσή Αυγή, αφού σε έναν βαθμό θα έχουν μετρήσει στις τάσεις του εκλογικού σώματος και τα ενδεχόμενα αποτελέσματα μιας ορατής ανάκαμψης - ή έστω της προοπτικής της;
Το πρώτο διάστημα της κρίσης, ο Σαμαράς ήταν αυτός του στερεότυπου παρελθόντος του. Επένδυσε στην αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση και, σε ένα βαθμό, επιχείρησε να οικειοποιηθεί την αντισυστημική διαμαρτυρία και την "Αγανάκτηση" της Πλατείας, το καλοκαίρι του 2011. Το αποτέλεσμα μετρήθηκε στις διπλές εκλογές του 2012, όταν τα κόμματα της διαμαρτυρίας, στα αριστερά ο ΣΥΡΙΖΑ και στα δεξιά οι ΑΝΕΛ και ιδίως η Χρυσή Αυγή, πήραν ποσοστά απίστευτα έως τότε για τις πολιτικές τους θέσεις, διαλύοντας τη σταθερότητα του δικομματισμού. Ως κυβέρνηση που συμφώνησε με τους δανειστές και εταίρους, ακολουθώντας τις πολιτικές τους (πώς αλλιώς; η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε), έχει τρομακτικές ευθύνες για αυτές τις απώλειες. Τρομακτικές ευθύνες έχει και ως πρωθυπουργός: το στενό επικοινωνιακό επιτελείο του ή ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, ο περίφημος Μπαλτάκος, δεν τον ακολούθησαν στη θεσμική του μεταμόρφωση. Οι αντιθέσεις που γέννησαν, οι πρώτοι με το εκτός λογικής κλείσιμο της ΕΡΤ, ο δεύτερος με την αποκάλυψη ότι ήταν συνομιλητής των χρυσαυγιτών, θολώνουν ακόμα μια φορά την εικόνα του. Εκτός από τις κινήσεις τακτικής, που εξασφάλισαν την επιβίωσή του, μπορεί να ελιχθεί, όντως, και στρατηγικά;
Όλα θα κριθούν από την Προεδρία. Αν καταφέρει να περάσει τον κάβο, αν καταφέρει δηλαδή να αποδειχθεί ευρύτερος του αναμενομένου (δηλαδή, και Ευρωπαίος ηγέτης, και μετριοπαθής, και μεταρρυθμιστής, και ανοιχτός στο Κέντρο και στην Κεντροαριστερά, και έστω διά της υποσχέσεως της σταθερότητας ηγετική φυσιογνωμία της Κεντροδεξιάς), και κερδίσει χρόνο εκλέγοντας τελικά Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο Σαμαράς, παρά τα λάθη του, θα κερδίσει στην ιστορία μια θέση μεταρρυθμιστή Ευρωπαίου ηγέτη. Αν δεν τα καταφέρει, αν δηλαδή παίξει το χαρτί του παλαιοκομματικού και, κυρίως, αν δεν καταφέρει να ελέγξει το παιχνίδι της σταθερότητας, γύρω στα Χριστούγεννα το πολιτικό σύστημα θα ψάχνει για τον Παπαδήμο του μέλλοντός μας, η ΝΔ θα ψάχνει νέο ηγέτη, η Χρυσή Αυγή θα ενισχύεται ως η μόνη συνεπής αντισυστημική/αντιευρωπαϊκή δύναμη, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ψάχνει συμμαχίες για να αναλάβει αυτός τη διακυβέρνηση και τα spread θα αρχίσουν να ξαναπαίρνουν την ανηφόρα. Το έργο το έχουμε ξαναδεί.
Συμπέρασμα: από την πολιτική ευελιξία του Σαμαρά κρίνεται όχι μόνο το δικό του μέλλον, αλλά και το μέλλον της Ελλάδας. Θα χρειαστεί να περιμένουμε.