Του Χρήστου Τσαντήλα
ΛΕΩ να το αρχίσω σαν παραμύθι... Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένας καλός άνθρωπος που έκανε πως ήθελε να βοηθάει τους αδύναμους, να κάνει όπου μπορεί χάρες και να παίρνει το μέρος των φτωχών. Δεν ήταν καν σαν τον Ρομπέν των Δασών, ούτε σαν τον Ζορό με ξίφος πάνω σε άλογο, ένα αυτοκινητάκι μικρό καβαλούσε, όμως ήταν τόσο πειστικός στον κόσμο για την προσφορά του, αλλά και τόσο αναγνωρίσιμος, που να, έτσι να έκανε το δαχτυλάκι, πετύχαινε τα πάντα...
ΕΠΕΙΔΗ όμως ένιωθε τόσο καλός, αποφάσισε αυτό να το εκμεταλλευτεί. Μάζεψε πέντε φίλους λοιπόν και άλλους τόσους συγγενείς, έκατσε κι έβαλε τα πράγματα κάτω κι είπε... "πολλά μπορώ να κάνω, ακόμα και τη χώρα να σώσω!». Πήρε σβάρνα πόλεις και χωριά, βουνά και λαγκάδια, ήταν και ευκίνητος, πέρασε από παντού, είπε αυτά που είπε, στους περισσότερους άρεσαν, σε άλλους όχι, πούλησε ευγένεια, εμπειρία και εξυπνάδα, ονειρεύτηκε ξανά ευρωπαϊκά σαλόνια, ταξίδια, διακρίσεις, συνέδρια, δεξιώσεις, συνεντεύξεις, παραστάσεις, τραπεζώματα και τα σχετικά, και στο τέλος κάθισε σε μια πολυθρόνα και περίμενε τις... εισπράξεις από αυτή του την κοινωνική, έτσι όπως νόμιζε, δραστηριότητα...
ΕΛΑ όμως που δεν τα υπολόγισε σωστά... Γιατί, απλούστατα, δεν σκέφτηκε ότι θα έκανε κάτι, που ποτέ δεν είχε ξανακάνει. Πέρασε μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ως... σίφουνας, από πόλεις και χωριά στα οποία δεν είχε πατήσει το πόδι του ποτέ στο παρελθόν. Ούτε καν γνώριζε πού βρίσκονταν στο χάρτη.
ΜΙΛΗΣΕ για πράγματα που δεν ήξερε. Έβλεπε ανθρώπους που τον αγκάλιαζαν χωρίς να αναρωτηθεί το γιατί το κάνουν, αφού δεν έκανε τίποτα γι’ αυτούς για να του χρωστούν τόσες αγάπες και ούτε πού τους γνώριζε καν. Δεν μπορούσε να απαντήσει χωρίς να δυσκολευτεί (γυρνώντας το κάθε φορά σε αοριστολογίες), στα καυτά ερωτήματα που αφορούσαν στην αγωνία για την επιβίωση των ανθρώπων με τους οποίους συνομιλούσε. Είδε πολύ γρήγορα ότι, χωρίς να ξοδευτεί, δεν πρόκειται να κάνει (πολιτική) προκοπή. Κι εκεί ήταν που τον πόνεσε! Κι άρχισε να μετανοεί. Άσε, σου λέει, την άλλη φορά προκοπή... Αργότερα θα σώσω τον λαό, σκέφθηκε, κι άρχισε αντίστροφα να απομακρύνεται από τα όνειρα και τις φιλοδοξίες του.
ΔΕΝ είμαι σίγουρος αν και στη δική σας λογική σ’ αυτό το πολιτικό «παραμύθι» χωρούν πολλοί ή λίγοι ήρωες, θεωρώ βέβαιο όμως ότι, κάποιες... καραμπινάτες περιπτώσεις, όχι μόνο σε τοπικό αλλά (περισσότερο ίσως) σε εθνικό επίπεδο, κάνουν, πώς λέμε... μπαμ! Απλώς ονοματίστε τους...