*Του Αρχιμανδρίτου π. Αχιλλίου Τσούτσουρα,
Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου.
Ο φίλος της ειρήνης του Θεού, το πρότυπον του αγαθού και φιλειρηνικού ποιμένος, ο μειλίχιος στην ομιλία και ειρηνικός στον τρόπο, ο χρηστός στο ήθος και αγγελικός στο είδος, ο κόσμιος στο σχήμα και ευγενής στην συμπεριφορά, κατά την αναφορά του ανωνύμου συγγραφέως του, Άγιος Αχίλλιος ο Μυροβλύτης και θαυματουργός, υπήρξεν από την παιδική του ηλικία φιλήσυχος και ιδιαίτερα φιλειρηνικός νέος και άξιο και θεοφύτευκτο βλάστημα της γης των Πατέρων μας, της αγιοτόκου Καππαδοκίας. (Έζησε κατά την περίοδο της βασιλείας του Μ. Κωνσταντίνου 324-377).
Μελετώντας προσεκτικά τον αρχικό βίο του, που γράφτηκε πολύ αργότερα, στα τέλη του 9ου αιώνα από άγνωστο μέχρι σήμερα συγγραφέα, αντλούμε σημαντικές πληροφορίες για τον ειρηνικό του χαρακτήρα και την πραότητα του θεοστηρίκτου πατρός της Εκκλησίας.
Νέος ων, επιποθών τον βίον της ασκήσεως και της κατά Χριστόν πολιτείας, μιμούμενος τους Αγίους Αποστόλους και τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, διασκορπίζει την πατρική του περιουσία στους πτωχούς και τους πένητες, γιατί θεωρεί ότι μήτηρ πασών των αρετών είναι η αγάπη, η φιλανθρωπία και η ειρήνη του Θεού, κατά τον σοφόν λόγον του Ιερού Χρυσοστόμου: «Πολλά μεν εστί τα χαρακτηρίζοντα τον Χριστιανισμόν, μάλλον δε πάντων και κρείττον απάντων η προς αλλήλους αγάπη και κυρίως η ειρήνη».
Επόμενος σταθμός του η Σιωνίτιδα Εκκλησία με τα πανάγια προσκυνήματα των Αγίων Τόπων, μέσα από τα οποία ανεζήτησε τον Άρχοντα της Ειρήνης, τον Κύριον Ιησούν, όπου με την ειρηνική και αγαπώσα τον Θεόν καρδία του δέχθηκε την Θεία Χάρι, κατά τον λόγο του Αποστόλου Παύλου: «Χάρις υμίν και ειρήνη...» (Προς Ρωμαίους 1,7). Και σχολιάζει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Εις ημάς τους πιστούς η μεν αγάπη την ειρήνην, η δε Χάρις την ειρήνην εδωρήσατο».
Στη συνέχεια, ο Άγιός μας διέρχεται την Ρώμη και καταφθάνει στη μακαρία γη των Θετταλών, τη Λάρισα, «ευαγγελιζόμενος την ειρήνην» (Πράξεις των Αποστόλων 10,36). Όντως μεγάλη η προσφορά του και ο αγώνας του για την καλλιέργεια των ψυχών των ανθρώπων. Αγκαλιάζει τους ενδεείς και τους πένητες, κηρύσσει Ιησούν Χριστόν, Εσταυρωμένον και Αναστάντα, ξεριζώνει τα ζιζάνια της ειδωλολατρείας και συγχρόνως κατευθύνει τους ανθρώπους στην ειρήνη και στην καταλλαγή, στην παύση του μίσους και του φθόνου και στην καλλιέργεια των αρετών, γιατί πιστεύει αυτό που έγραψε η θεοκίνητος χείρα του Αποστόλου των Εθνών: «Ουκ έστιν ειρήνην είναι μη πρότερον της αρετής κατορθωθείσης».
Έτσι, η πόλη της Λάρισας γίνεται ένα φυτώριο πνευματικό και συγχρόνως ένα εργαστήριο αγιότητος, με πρωτεργάτη τον Επίσκοπό της Αχίλλιο που προστατεύει τη θεοφρούρητη ποίμνη του από τους βαρείς λύκους των αιρέσεων, κηρύσσοντας ειρηνικώ τω τρόπω το Ευαγγέλιον του Θεού σε ’κείνους που πραγματικά διψούν να αναδειχθούν και να καταστούν υιοί του Θεού, κατά τον αδιάψευστο λόγο του Κυρίου μας: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» (Ματθ. 5΄,9).
Δικαιολογημένα ο Ιωσήφ ο Υμνογράφος αποκαλεί τον Άγιόν μας πράον, ειρηνικόν, διαλύοντα τον σκοτασμόν και την ομίχλην των πειρασμών (Β΄ τροπάριο, γ΄ωδής), αείφωτο τοις πιστοίς, πυρσόν φωτεινόν, στύλον ολόφωτον και νεφέλη επισκιάζουσα τον πιστόν λαόν του Θεού (Μάρκ. 9΄,7).
Με αυτό το πνεύμα της αγάπης και της ειρήνης, που κατά τον Νανζιανζηνό Γρηγόριο είναι δώρο θεοειδέστατο, και πολύ ταιριαστό στον Θεό, παρέστη ο Αχίλλιος στις 30 Μαΐου του 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Μ. Ασίας, όπου συνήλθε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, προκειμένου να εξετάσει την φοβερή αίρεση του Αρείου, ο οποίος πρέσβευε και κήρυττε ότι ο Υιός και Λόγος του Πατρός είναι κτίσμα και όχι ομοούσιος με τον Πατέρα!
Οι Αρειανοί και οι ομοϊδεάτες τους φώναζαν λυσσαλέα και επιθυμούσαν να δικαιωθούν και να εγκριθούν οι κακοδοξίες τους. Ο Αχίλλιος, ακόμη και μετά των μισούντων την ειρήνην, ήταν ειρηνικός, μειλίχιος και πράος. Σηκώθηκε με παρρησία ενώπιον του Μεγάλου Κωνσταντίνου, του Επισκόπου της Πόλεως Μητροφάνους, και όλων των παρισταμένων και ως νέος Μωϋσής, μιμούμενος την πραότητα του Κυρίου, δακρυσμένος και συγκινημένος, ανεφώνησε: «Ειρηνεύετε αδελφοί, εαν ο Υιός του Θεού είναι ομοούσιος και ομόδοξος προς τον Πατέρα, όπως εμείς πιστεύουμε και διδάσκουμε, τότε από αυτήν την ξερή πέτρα ας αναβλύσει έλαιον προκειμένου να πιστέψουν οι όντως Θεομάχοι».
Και ω του θαύματος! Άφθονο λάδι έρρευσε από την στεγνή και άνυδρη πέτρα, κατατροπώθηκε ο Άρειος και οι οπαδοί του και οι ευσεβείς και Θεοκίνητοι Χριστιανοί σκίρτησαν από Θεία χαρά. Ο Μέγας Κωνσταντίνος, αναγνωρίζοντας την μεγάλη συμβολή του Αχιλλίου στην καταδίκη της αιρέσεως, ζητά την ευλογία του ειρηνικού αλλά και ιδιαίτερα δυναμικού Επισκόπου της Λάρισας και του επιδίδει πολλά βασιλικά δώρα τα οποία ο Άγιος θαυματουργός Επίσκοπος της Εκκλησίας διένειμε στην επαρχία του, ενώ ο Γέροντας Επίσκοπος Μητροφάνης έσκυψε και φίλησε το χέρι του, με πολλή ταπείνωση.
Αυτό είναι μέσα σε λίγες γραμμές το έργο του Αγίου Επισκόπου Αχιλλίου, που μετά την οσιακή και ειρηνική του κοίμηση, το ιερό λείψανό του μυρόβλυσε και ευωδίασε! Και η οσμή των μύρων του παραμένει έως τις μέρες μας, αρωματίζοντας πνευματικά όλους τους φιλειρηνικούς ευλογημένους Χριστιανούς της ποίμνης του.
Ο δε Άγιός μας, ακόμη και κατά την συνάντησή του με τον Άγιο Δημήτριο τον Μυροβλύτη στα Τέμπη τα Θετταλικά (γύρω στο 1450 μ.Χ.), δεν έχασε το ειρηνικό του πνεύμα, και ενώ ήταν λυπημένοι και οι δύο Άγιοι γιατί οι πόλεις τους θα παραδίδονταν στα χέρια των αγαρηνών, συμφώνησαν να επιστρέψουν ειρηνικά στις πόλεις τους, Λάρισα και Θεσσαλονίκη. Με δάκρυα στα μάτια «ενηγκαλίσθησαν» και επέστρεψαν στις πόλεις τους, προκειμένου για άλλη μια φορά να γίνουν οι ειρηνοποιοί που θα στηρίξουν σε εποχή σκληρού πολέμου τους πονεμένους ανθρώπους, θα τους αναψύξουν, θα τους ενδυναμώσουν κυρίως στο φρόνημα και την πίστη, ώστε να αντέξουν τις δυσκολίες και να μην χάσουν ποτέ μέσα τους την ειρήνη του Θεού, και να γίνουν υιοί του Θεού και συγκληρονόμοι της επουρανίου Βασιλείας Του.
Το δε μήνυμα του Αγίου στη σύγχρονη κρίσιμη εποχή μας είναι να αγαπήσουμε την ειρήνη και να επιδιώξουμε αυτήν, διότι όπως λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, αυτή υπερέχει πάντα νουν ανθρώπινον, δημιουργεί αληθινούς φίλους, δίνει τόση δύναμη στον άνθρωπο ώστε να μην φοβάται ούτε τους κινδύνους, ούτε τις πολυποίκιλες αιρέσεις, ούτε αυτόν ακόμη τον διάβολο. Και πώς γίνεται ο άνθρωπος πραγματικά ειρηνικός; Σαν τον Άγιο Ιεράρχη Αχίλλιο, που η ειρήνη του Θεού βράβευσε την καρδιά του, κατά τον Απόστολο Παύλο;
Την απάντηση δίδει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Εφ’ όσον η ειρήνη είναι υπόθεση του Θεού και δώρο θεόδοτο, είναι το γλυκύτερο πράγμα και όνομα, για να φθάσει ο άνθρωπος να είναι ειρηνικός και ειρηνοφόρος, πρέπει να διαποτισθεί από τον Θεό. Αυτό σημαίνει πως, αν ο Θεός δεν εισέλθει στην ψυχή του ανθρώπου, ο άνθρωπος ούτε καθ’ εαυτόν ειρηνεύει ούτε και με τους άλλους ανθρώπους έχει σχέσεις ειρηνικές. Επομένως, η ειρήνη των λαών, η ειρήνη του κόσμου, εξαρτάται από τις σχέσεις του καθενός μας με τον Νόμο του Θεού. Ας προσευχηθούμε λοιπόν στον Προστάτη Άγιό μας και ας τον παρακαλέσουμε μαζί με τον υμνωδό του που τον ικετεύει λέγοντας του: «Πάτερ Άγιε, Ιεράρχα Αχίλλιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ειρήνην ταις ψυχαίς ημών», να μας χαρίζει πάντοτε δύναμη πνευματική και ισχυρά διάθεση πνευματικών αγώνων, ώστε η ψυχή μας διαποτιζόμενη από τον Θεό να ειρηνεύει, να έχει μέσα της την ειρήνη του Θεού και να προάγεται πνευματικά ημέρα την ημέρα.