Από τον Θρασύβουλο Καβασίδη
Κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ. η Παλαιστίνη ήταν διχοτομημένη. Η μεν Ιουδαία διοικείτο απ’ ευθείας από τους Ρωμαίους και ανήκε στον ανθύπατο της Συρίας, η δε Γαλιλαία και οι λοιπές περιοχές διοικούνταν από την Ηρωδιανή δυναστεία, τη «φίλη του Καίσαρα».
Όταν πέθανε ο Ηρώδης (1η Απριλίου 4 π.Χ.), όλη η Παλαιστίνη βρισκόταν σε εξέγερση. Από κάθε γωνιά ξεφύτρωναν «Μεσσίες», οι οποίοι διεκδικούσαν το Δαυιδικό θρόνο που μίανε (μαγάρισε) ο Ηρώδης. Τουλάχιστον δεκατρείς τέτοιους «Μεσσίες» καταγράφει ο ιστορικός Ιώσηπος, με διαφορετικά προσωνύμια («σοφιστές», «ληστές»). Η πιο σημαντική από τις εξεγέρσεις ήταν εκείνη των Ζηλωτών, με επικεφαλής τον Ιούδα από τα Γάμαλα, η οποία πραγματοποιήθηκε το 6 μ.Χ. επειδή διατάχθηκε η διενέργεια απογραφής, μετά την εκθρόνιση του Αρχέλαου και την υπαγωγή της Ιουδαίας στη Ρωμαϊκή Επαρχία της Συρίας. Πρόκειται, μάλλον, για την απογραφή που αναφέρει ο Λουκάς (Β’ 1-3). «Οι ρωμαϊκές λεγεώνες έπνιξαν στο αίμα την εξέγερση αυτή και δύο χιλιάδες πατριώτες καρφώθηκαν πάνω στους ρωμαϊκούς σταυρούς» (Ambelain, σελ. 37).
Στα προηγηθέντα, λοιπόν, κινήματα προστέθηκε και ένα ακόμη, των Ζηλωτών, οι οποίοι ήταν εξοπλισμένοι με κυρτά μαχαιρίδια («σίκα») και τους οποίους αποκαλούσαν «σικάριους».
[Παρέκβαση: Από το 68 π.Χ. μέχρι και το 6 μ.Χ., συνέβησαν 36 εβραϊκές επαναστάσεις, με άμεσα αποτελέσματα τη σταύρωση χιλιάδων αγωνιστών, την πυρπόληση εκατοντάδων χωριών και οχυρών, την αιχμαλωσία εκατοντάδων παιδιών και την καταστροφή αμέτρητων αγρών. (Ambelain, σελ. 36)].
Οι παρατάξεις που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη στην Παλαιστίνη – τις οποίες ο Ιώσηπος τις αποκαλεί «φιλοσοφίες» – ήταν οι ακόλουθες:
1. Οι Εσσαίοι ή Εσσηνοί, αποτελούσαν την πιο αξιόλογη παράταξη – αίρεση, η οποία εμφανίσθηκε τον 4ο π.Χ. αιώνα και διατηρήθηκε μέχρι το 2ο μ.Χ. αιώνα. Δημιουργήθηκε επί Μακκαβαίων όταν δεν δόθηκε ο Αρχιερατικός θρόνος στο νόμιμο διάδοχο από το γένος Σαδώκ, κατά παράβαση της προφητείας, όπου ορίζεται: «Και πρέπει να δώσει στους Λευίτες ιερείς που είναι από τους απογόνους του Σαδώκ αυτούς που με πλησιάζουν, λέγει ο Κύριος ο Θεός, για να με διακονούν, ένα νεαρό ταύρο, γιο του κοπαδιού, ως προσφορά για αμαρτία» (Ιεζεκιήλ, 43, 19).
Αποφάσισαν τότε να καταφύγουν στην έρημο και να μιμηθούν την αγνή ζωή της Μωσαϊκής περιόδου. Μέχρι το 1947 γνωρίζαμε τους Εσσαίους μόνον από τα έργα του Ιώσηπου, του Φίλωνα του Αλεξανδρέα και του ρωμαίου Πλίνιου. Με την ανακάλυψη όμως του Qumran («Χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας»), επιβεβαιώθηκαν απόλυτα όσα οι πιο πάνω ιστορικοί αναφέρουν για την Ιουδαϊκή αίρεση, των Εσσαίων. Να σημειωθεί ότι ο Χριστιανισμός επηρεάσθηκε βαθύτατα από τη λατρεία των Εσσαίων. Βασικά μέρη των ευαγγελίων και των επιστολών του Παύλου προήλθαν από την εσσαϊκή ιδέα (Ν. Κόκκινος, σελ. 103)
2. Οι Σαδδουκαίοι, οι οποίοι ήταν μέλη ενός πολιτικοθρησκευτικού ιουδαϊκού κινήματος του 3ο π.Χ. αιώνα, που έλαβε την ονομασία από τον Εβραίο αρχιερέα Σαδδώκ, ή από την εβραϊκή λέξη σαδίκ (=δίκαιος). Ανήκαν στην ιερατική αριστοκρατία και ήταν συντηρητικών τάσεων. Αναγνώριζαν μόνο την ισχύ του γραπτού Νόμου και αρνούνταν την προφορική παράδοση που συμπλήρωνε τον μωσαϊκό νόμο. Αρνούνταν επίσης την ανάσταση των νεκρών, την επιβίωση της ψυχής, την ύπαρξη αγγέλων κλπ. Αργότερα, από το 2ο αιώνα π.Χ. εξελίχθηκαν σε αντιπάλους των Φαρισαίων και πολιτικά αντιπροσώπευαν το φιλορωμαϊκό ρεύμα, και γι’ αυτό δεν πίστευαν στο «μεσσιανισμό», αφού ο Ρωμαίος κατακτητής τούς παρείχε εξαιρετικά προνόμια. Δηλαδή συνέβαινε ό,τι ακριβώς συνέβη με τους κοτζαμπάσηδες, τους Φαναριώτες και το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, που αντέδρασε σφοδρά με την επανάσταση του 1821.
3. Οι Φαρισαίοι, οι οποίοι ήταν διχασμένοι, σε «φιλορωμαίους» και «αντιρωμαίους». Πρόκειται για ένα πολιτικοθρησκευτικό κίνημα του 2ου π.Χ. αιώνα, ως αντίδραση στην ελληνιστική επίδραση, η οποία απειλούσε να εξαφανίσει τις παραδόσεις του Ισραήλ. Ήταν αντίπαλοι των Σαδδουκαίων, προέρχονταν από το λαό και είχαν την ενίσχυσή του. Κυριότερος σκοπός τους ήταν να διατηρήσουν ένα καθαρό εβραϊσμό (ανάπαυση Σαββάτου, τήρηση του Νόμου και την πληρωμή της δεκάτης). Ήταν τυπολάτρες και κατέπνιγαν το πνεύμα του Νόμου. Στην ίδια παράταξη ανήκαν και οι Γραμματείς, οι νομοδιδάσκαλοι, που ερμήνευαν το Νόμο και επέβλεπαν την εφαρμογή του στα θρησκευτικά δικαστήρια.
Την εποχή του Ιησού οι Φαρισαίοι αποτελούσαν ένα συμπαγές σώμα 6.000 ανθρώπων, πίστευαν στους αγγέλους, στη μέλλουσα ζωή και στην ανάσταση των νεκρών.
4. Οι Ζηλωτές («Σικάριοι»), οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, είχαν ως επικεφαλής τους τον Ιούδα από τα Γάμαλα και το όνομά τους σήμαινε ζήλος για το Θεό, αποτελούσε δε μετάφραση της εβραϊκής λέξης «καναΐμ». Οι ζηλωτές ξεπήδησαν μέσα από την οργάνωση των Εσσαίων και αποτέλεσαν έτσι μια τέταρτη κατά σειρά εβραϊκή τάξη. Διέθεταν παρακινδυνευμένη τόλμη, αδίστακτο θάρρος και το σύνθημά τους, κατά τον Ιώσηπο, ήταν: «Πρέπει να απελευθερωθούν, παρά τη θέλησή τους, και εκείνοι ακόμη που σήμερα σκύβουν θεληματικά το κεφάλι στον ζυγό της σκλαβιάς». Ήταν σφοδροί πολέμιοι της ρωμαϊκής εξουσίας και της άρχουσας εβραϊκής τάξης, που ήταν συμβιβασμένη με τους Ρωμαίους. Επιχειρούσαν δολοφονίες, εμπρησμούς και ληστείες των πλουσίων καθώς και απαγωγές. Μερικοί από τους μαθητές και οπαδούς του Ιησού ανήκαν στην τάξη των ζηλωτών. Δεν είναι τυχαίο που ο Ιησούς τους προτρέπει, ενόψει καθόδου τους στην Ιερουσαλήμ, να προβούν στην προμήθεια μαχαιριών (Λουκ. ΚΒ’ 36-38).
Περαίνοντας σημειώνουμε ότι όπως προκύπτει από τα πιο πάνω, το περιβάλλον της εποχής του Ιησού δεν ήταν ειρηνικό, όπως εμφανίζεται μέσα από τα Ευαγγέλια, τα οποία υποτίθεται ότι ιστορούν το κλίμα της εποχής εκείνης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
* Ambelain Robert, «Γολγοθάς», εκδόσεις Ν. Σταθμοί, μετ. Μ. Βερέττας
* Κόκκινος Νικ., «Το αίνιγμα του Ιησού της Παλαιστίνης», εκδόσεις «Χρυσή Τομή»