Του Κώστα Γιαννούλα
Οι εκλογές, γενικώς, αποτελούν κορυφαία στιγμή της Δημοκρατίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο λαός ή οι τοπικές κοινωνίες αποφασίζουν σε ποιούς θ’ αναθέσουν για λογαριασμό τους την ευθύνη για το κουμάντο ενός τόπου και για την επίλυση προβλημάτων, που απασχολούν τους πολίτες και κάνουν τη ζωή τους δύσκολη.
Είναι προγραμματισμένο να γίνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα και αναγκαίο να συμμετέχουμε ενεργά σ’ αυτές είτε ως υποψήφιοι είτε ως ψηφοφόροι, και γιατί ο καθένας μας ξεχωριστά αλλά και όλοι μαζί χωρίς ικανούς μπροστάρηδες δε μπορούμε να λειτουργήσουμε αποτελεσματικά και αποδοτικά στα πλαίσια μιας οργανωμένης κοινωνίας, αλλά και για να ανανεώνεται η πολιτική ζωή ενός τόπου επιλέγοντας κάθε φορά τους καλύτερους και στέλνοντας στο σπίτι τους, όσους αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων.
Η αποχή, ακόμη - ακόμη και το λευκό ή άκυρο, έχουν την αξία τους και εκπέμπουν πολλαπλά μηνύματα, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι πολλοί ψηφίζουν και επιλέγουν. Διαφορετικά, αν δεν ψήφιζε κανένας, δε θα είχαν κανένα νόημα αλλά και θα καταντούσαμε ζούγκλα ή θα οδηγούμασταν ως πρόβατα επί σφαγήν στις αυλές και στις ορέξεις των εκάστοτε δυνατών. Και επειδή για πολλούς και διάφορους λόγους, δικαιολογημένους ή μη, χρόνο με χρόνο η αποχή και η ψήφος διαμαρτυρίας εμφανίζουν αυξητική τάση, που προκαλεί ανησυχίες, καλό είναι όλοι, όσοι τελικά ψηφίζουμε, να προσέχουμε με ποια κριτήρια επιλέγουμε τους αιρετούς μας άρχοντες, μήπως και καταφέρουμε έτσι και αλλάξει επί τα βελτίω και η στάση αυτών, που αδιαφορούν για τις εκλογές.
Μέχρι σήμερα, τουλάχιστον, αν θελήσουμε να μιλήσουμε μόνο για τις δημοτικές εκλογές, τα κριτήρια επιλογής, που κυριαρχούν στην εκλογή δημοτικών συμβούλων, είναι, εν πολλοίς, η συνάφεια του καθένα μας με τον κομματικό προσανατολισμό τους, η συγγένεια και η φιλία μαζί τους, η αναγνωρισιμότητά τους είτε λόγω ονόματος, που κουβαλούν και παραπέμπει σε μικρό ή μεγάλο οικογενειακό «τζάκι», είτε λόγω της στήριξής τους εκ μέρους κομματικών γραφείων ή οργανωμένων κοινωνικών ομάδων. Κριτήρια αποτελούν, επίσης, η εικόνα που εκπέμπει ένας υποψήφιος μέσω της διαφημιστικής καμπάνιας του με συνεντεύξεις, πολύχρωμα προεκλογικά και ραδιοτηλεοπτικά σποτς, φωτογραφίες και κολακευτικά δημοσιογραφικά σχόλια, τηλεφωνικά και ηλεκτρονικά μηνύματα, τραπεζώματα, κεράσματα, χάϊδεμα αυτιών, ανέξοδες προεκλογικές υποσχέσεις και άλλα.
Όλα αυτά τα κριτήρια πετυχαίνουν, πολλές φορές, να κρύβουν τις αδυναμίες κάποιων υποψηφίων, να τους παρουσιάζουν διαφορετικούς απ’ αυτό, που πραγματικά είναι, και να επηρεάζουν τους ψηφοφόρους στην επιλογή τους υπέρ αυτών και σε βάρος άλλων, που ενδεχομένως, πράγματι αξίζουν αλλά δε μπορούν να το δείξουν. Πρέπει γι’ αυτό οι εκλογείς, που επιθυμούν την επιλογή των καλυτέρων, πολύ πριν οδηγηθούν στην κάλπη να πάρουν τις πληροφορίες τους για την ποιότητα καθενός απ’ τους υποψηφίους του συνδυασμού, που τους εκφράζει, και να μην αρκεσθούν μόνο στα κριτήρια, που προανέφερα, αν δεν έχουν ολοκληρωμένη προσωπική αντίληψη για καθένα απ’ αυτούς,που ζητάν την ψήφο τους.
Λαμβάνοντας υπόψη και τις δυσκολίες στην κατάρτιση ψηφοδελτίων λόγω απροθυμίας για συμμετοχή, πρέπει στην αναζήτηση των καλυτέρων να δώσουν βάρος στο κατά πόσον ο υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος επιθυμεί πραγματικά να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, κατά πόσο είναι πετυχημένος στο χώρο εργασίας του, της οικογενείας του και στην εν γένει ζωή του, στο αν έδειξε στο παρελθόν, πολύ πριν πλαισιώσει ένα ψηφοδέλτιο, ότι ενδιαφέρεται για τις κοινές υποθέσεις και διέθεσε χρόνο γι’ αυτές απ’ οποιοδήποτε άλλο μετερίζι, στο αν στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις και όχι σε ξένες πλάτες, στο αν έχει άποψη και μπορεί να την εκφράζει και να την υποστηρίζει, και σε οτιδήποτε άλλο αποδεικνύει την αξιοσύνη των υποψηφίων.
Περιττό να επισημάνω ότι, όσοι εκλογείς αρκούνται μόνο στο ψηφοδέλτιο, που τους στέλνει κάποιος συγγενής ή φίλος τους υποψήφιος στο σπίτι τους ή τους το βάζουν στην τσέπη τους και μάλιστα σταυρωμένο με μονοσταυρία κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στην επιλογή των καλυτέρων.
Στις δημοτικές εκλογές της 18ης Μαΐου μας δίδεται η ευκαιρία να κάνουμε πράξη, όσα προτείνω. Αν επιμείνουμε, ωστόσο, στην πεπατημένη και δε βελτιώσουμε τα κριτήρια επιλογής, δε θα πρέπει να παραπονιόμαστε προσεχώς για την ποιότητα και τον τρόπο λειτουργίας δημοτικών συμβούλων, που θα προκύψουν απ’ τις δημοτικές εκλογές. Ιδού, λοιπόν, η Ρόδος, ιδού και το πήδημα προς τα μπρος.