Του Γεωργίου Παπασίμου, δικηγόρου, μέλους Δ.Σ. του «ΠΡΑΤΤΩ»
Έναν αιώνα και πλέον από την εξέγερση των αγροτών στο Κιλελέρ, για την κατάργηση των τσιφλικιών στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα και μέσα από μια πορεία ταραγμένη με αγώνες, καθημερινό μόχθο και αγωνία για την επιβίωση, η αγροτική τάξη στην χώρα μας, αφού αποτέλεσε όλα αυτά τα χρόνια οικονομικό και κοινωνικό στήριγμα, αλλά και το εύκολο «μαξιλάρι» του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου, βρίσκεται σήμερα στο ίδιο μέρος της έναρξης του «κύκλου», αυτό της νεοκολληγοποίησης.
Είναι οι συνέπειες της έλλειψης μιας οραματικής εθνικής αγροτικής ανάπτυξης σε όλη την μεταπολεμική περίοδο, πλην ελαχίστων κάποιων φωτεινών, αλλά ελλειμματικών, τελικά, προσπαθειών, που έγιναν στην δεκαετία του 1980. Αποκορύφωμα, ο μνημονιακός «όλεθρος», που έχει δραματικές επιπτώσεις και στον αγροτικό τομέα.
Η πορεία και η κατάληξη του αγροτικού ζητήματος στην Ελλάδα από την σύσταση του Ελληνικού Κράτους (1830) έως σήμερα καταδεικνύει, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, τις έντονες στρεβλώσεις του Ελληνικού περιφερειακού καπιταλιστικού συστήματος, με την απουσία σοβαρής εθνικής αστικής τάξης (στην θέση της υπάρχει η παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, με έντονα τα μαυραγοριτικά στοιχεία της «αρπαχτής») και την απουσία σοβαρού Κράτους και αντίστοιχων δομών, μέσω του οποίου θα υπήρχαν, ως στοιχειώδης άμυνα, πολιτικές, που δεν θα οδηγούσαν στο Ελληνικό αγροτικό «παράδοξο». Το πώς, δηλαδή, μία χώρα όπως η Ελλάδα, η οποία έχει σήμερα την μεγαλύτερη αγροτική τάξη στην Ευρώπη, που αγγίζει το 18% του ενεργού δυναμικού της Χώρας, να έχει ταυτόχρονα τεράστιο έλλειμμα στο αγροτικό ισοζύγιο, που, σε ετήσια βάση, ξεπερνά τα 2 δις ευρώ.
Το εθνικό αυτό «έγκλημα» ξεκίνησε από τον εσφαλμένο προσανατολισμό και κατεύθυνση της αγροτικής ανάπτυξης, με την διόγκωση της φυτικής παραγωγής έναντι της κτηνοτροφίας και της αλιείας, την αποδοχή των βασικών κατευθυντήριων γραμμών της Κ.Α.Π., που έχει ως συνέπεια, το 80% των πόρων να κατευθύνεται στον πλούσιο Βορρά, έναντι των χωρών του Νότου, την αποδοχή των καταστρεπτικών Κανονισμών με την ατζέντα 2000 – 2006, για τα λεγόμενα «εθνικά προϊόντα» (βαμβάκι, καπνός, λάδι κ.λπ.), την απεμπόληση των μεγάλων ευκαιριών, λόγω του παγκόσμιου διατροφικού «Τσερνομπίλ», αφού, αν υπήρχε εθνικός σχεδιασμός και πολιτική βούληση, θα μπορούσε η Ελλάδα να μετατραπεί σε πρότυπη αγροτική χώρα, με βιολογικά και επώνυμα προϊόντα και ολοκληρώθηκε κατά την σημερινή περίοδο της μνημονιακής «λαίλαπας».
Για μία ακόμα φορά, η παρασιτική οικονομική ολιγαρχία και οι πολιτικές «θεραπαινίδες» αυτής, που κυβερνούν, δυστυχώς, ακόμα και σήμερα τον τόπο, παριστάνοντας, μάλιστα, τους «σωτήρες» (!), δεν έκαναν, καν, το αυτονόητο εθνικό τους καθήκον για την οικονομία και για την σωτηρία του λαού: Να ενισχύσουν, δηλαδή, στοχευμένα τον πρωτογενή αγροτικό τομέα, δημιουργώντας συνθήκες καταπολέμησης της τρομακτικής ανεργίας του 30%, με δημιουργία μικρομεσαίων ανταγωνιστικών βιομηχανιών διατροφικών προϊόντων, που είναι «χρυσοφόρος» τομέας, με πρώτο στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του Ελληνικού Λαού και την μείωση του αγροτικού ελλείμματος και την ανατροπή της «βύθισης» και της ύφεσης «πολεμικού χαρακτήρα».
Απέναντι σ’ αυτήν τη σημερινή εφιαλτική κατάσταση, απαιτείται το αγροτικό κίνημα να ανακαλύψει τις επαναστατικές ρίζες του, συνειδητοποιώντας το πραγματικό νόημα και πνεύμα του Κιλελέρ, το οποίο παραμένει, μεν, έως σήμερα, ένα αδικαίωτο σύμβολο, πλην όμως, η δύναμή του είναι ισχυρή και μπορεί να επαναπροσδιορίσει το καθήκον της σημερινής αγροτικής τάξης, απέναντι στον εαυτό της και στην Πατρίδα.