Του Α. Κωσταρόπουλου
Ο αγροτικός πληθυσμός υπήρξε συνήθως θεματοφύλακας παραδόσεων και ηθικής τάξης σε μία χώρα. Ήταν κατά κάποιο τρόπο το «αλάτι», δηλαδή το στοιχείο που όπως αναφέρεται και στην Βίβλο» συμβάλει στην αποτροπή μίας ευρύτερης κοινωνικής σήψης. Αν όμως και το αλάτι χαλάσει, τότε δεν μπορεί να αποτρέψει ακόμα και αυτό την αλλοίωση. Τότε στην κοινωνία, οι ταγοί της υπεράσπισης της δικαιοσύνης εξομοιώνονται με αδικούντες και οι καταχραστές με τους «έννομους» πολίτες. Τότε ακόμα και οι λέξεις, όπως αναφέρει ο Θουκιδίδης, χάνουν πια την καθιερωμένη σημασία τους
Φαινόμενα μεταξύ άλλων, απάτης και κλοπής, θα έπρεπε να είναι λιγότερα σε μικρές αγροτικές κοινωνίες όπως τα χωριά, από ότι σε ξεπεσμένες αστικές κοινωνίες. Αυτό οφείλεται μεταξύ άλλων σε έναν «κοινωνικό αυτοέλεγχο» εξαιτίας μίας ισχυρότερης οικογενειακής επιρροής, που ενισχύεται και λόγω της μη ύπαρξης «ανωνυμίας». Επιπλέον στα χωριά, επειδή η γεωργία εξαρτάται σε μεγάλο ποσοστό από το φυσικό περιβάλλον και τις ακούσιες μεταβολές του, το αίσθημα εξάρτησης από τον Θεό είναι συνήθως ισχυρότερο από ότι σε αστικές περιοχές. Μια αυξημένη θρησκευτικότητα, πρέπει λοιπόν να συμβάλλει επίσης στη μείωση φαινόμενων απάτης και κλοπής.
Όμως τελευταία, τα κρούσματα απάτης και κλοπής, έχουν πολλαπλασιαστεί και στις αγροτικές περιοχές της χώρας μας. Μετά από απάτες, που δυστυχώς φαίνεται ότι ενίσχυσαν σωστοί κατά τα άλλα θεσμοί όπως «ευρωκοινοτικές» ενισχύσεις και ΕΛΓΑ, αυξήθηκαν σημαντικά και κλοπές γεωργικής παραγωγής (π.χ. οπωρικά, ελιές, λάδι, ζώα, ξύλα), και κλοπές σε γεωργικό εξοπλισμό {μηχανήματα, εξοπλισμό άρδευσης, υλικά συγκομιδής και συσκευασίας κ.λπ.). Το φαινόμενο αυτό, εκτός από την ελλιπή κρατική/κοινοτική μέριμνα φύλαξης, ενισχύεται ίσως και από την σημερινή συχνότερη επαφή της αστικής- με την αγροτική κοινωνία, εξαιτίας του εμπορίου, της εσωτερικής μετανάστευσης και της τηλεόρασης σε συνδυασμό με την ανθρώπινη τάση προς μιμητισμό. Ιδιαίτερα το τελευταίο οδηγεί σήμερα στο συμπέρασμα ότι η κλοπή δεν είναι κάτι το τόσο κοινωνικά απαράδεκτο, αφού και οι «υψηλά» ιστάμενοι το εφαρμόζουν και μένουν μάλιστα ουσιαστικώς ατιμώρητοι!
Μήπως λοιπόν θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει, ότι η άρνηση βασικών κανόνων κοινωνικής ηθικής στους αγρότες, σε συνάρτηση και της μείωσης του πληθυσμού τους, είναι ένας δείκτης του πόσο έχει προχωρήσει η ηθική κατάπτωση και σήψη σε ένα κράτος γενικότερα; Αν συμβαίνει αυτό, εφόσον πράγματι ο αγροτικός πληθυσμός υπήρξε αυτός που αποτελούσε σημαντική αντίσταση ηθικό-κοινωνικής σήψης μίας χώρας, μήπως θα πρέπει να ξαναθυμηθούμε την ευαγγελική ρήση: «Εάν δε το άλας μωρανθεί, εν τίνι αλισθήσεται;».