Από τον Γεώργιο Δημητράκη
Αλλεπάλληλα είναι τα κτυπήματα που δέχεται η Πατρίδα μας από τις ορδές της γερμανικής βαρβαρότητας. Από την έναρξη της κρίσης χρέους, πριν από εξίμισι και πλέον χρόνια, ο ελληνικός λαός ανέχεται αδιαμαρτύρητα τα ταπεινωτικά μνημόνια και τους εκβιασμούς του Βερολίνου που προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Όμως η συμπεριφορά των εκφραστών μίας άθλιας πολιτικής απέναντι ενός Λαού με μεγάλο ιστορικό παρελθόν και τεράστια συνεισφορά εις τον παγκόσμιο πολιτισμό, αναγνωρισμένη διαχρονικά και διεθνώς, δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες. Ότι εις το παρασκήνιο της κρίσης χρέους, η οποία θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί άμεσα, λόγω του ασήμαντου μεγέθους και της ουραγού θέσεως της Ελλάδος εις την Ευρωπαϊκή Ένωση, κρύβεται ο ρεβανσισμός της Γερμανίας.
Όσο περισσότερο βαθαίνει η κρίση εις την Ευρώπη, λόγω του αρνητισμού, της σκληρής και ανυποχώρητης πολιτικής λιτότητας του Βερολίνου, τόσο περισσότερο ανατρέχει κανείς εις την Ιστορία της Ευρώπης, για να αντλήσει συμπεράσματα και να εξηγήσει τη συμπεριφορά της Γερμανίας απέναντι των ευρωπαϊκών λαών.
Ο Γερμανικός λαός, εργατικός, δραστήριος, δυναμικός και πολύ πειθαρχημένος, σε πολλούς τομείς της τέχνης και της επιστήμης, μετά από προσπάθειες δύο εκατονταετηρίδων, πέτυχε να καλύψει τις αποστάσεις με τη Μεγάλη Βρετανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ολλανδία, Γαλλία και Ιταλία. Χώρες οι οποίες διά των εξερευνήσεών των διεύρυναν τον γεωγραφικό χάρτη του πλανήτη και ενσωμάτωσαν εις το παγκόσμιο γίγνεσθαι και άλλους πολιτισμούς. Αυτή η επαφή με άλλους λαούς και πολιτισμούς και η ανταλλαγή ιδεών και αρχών, εμπλούτισε τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων, αλλά ταυτόχρονα μετέφερε σε όλο τον πλανήτη τις δημοκρατικές αξίες, την αξιοπρέπεια και σεβασμό προς τη διαφορετικότητα και πολυπολιτισμικότητα των άλλων εθνών. Αρχές και αξίες που έχουν όμως τις ρίζες τους εις τον Ελληνικό Πολιτισμό και μεταλαμπαδεύθηκαν με επιτυχία και σεβασμό από τους Ρωμαίους και εις το υπόλοιπο τμήμα της Ευρώπης.
Η συμβολή των προγόνων μας στον πολιτισμό ήταν η θάλασσα. Η ναυπηγική και η ναυτική τέχνη, η ικανότητα να κουμαντάρουν τα πλοία ανάλογα με τους καιρούς, που μόνον αυτοί μπορούσαν να γνωρίζουν. Διάβαζαν τα άστρα, αναγνώριζαν τα σημάδια, μιλούσαν με τα κύματα, είχαν προσωποποιήσει όλες τις θαλασσινές δυνάμεις. Ήταν τολμηροί, φιλομαθείς, περίεργοι και προπάντων πανανθρώπινοι. Άλλωστε για αυτούς θάλασσα σήμαινε φως, διάφανα νερά, φιλόξενοι όρμοι και καλοί λιμένες, άπειρα νησιά και νησίδες, σύντομα περάσματα, κοντινές αποστάσεις. Το Αιγαίο δεν προκαλούσε τρόμο. Ήταν ερέθισμα για μετακίνηση, κίνητρο για την ανάπτυξη της ζωής και των εμπορικών δραστηριοτήτων. Έτσι, ενώ η άνυδρη γη δεν είχε να προσφέρει πολλούς καρπούς και τα δύσβατα βουνά ήταν κατάλληλα μόνο για να φιλοξενούν θεούς, ημίθεους και ιερά τεμένη, η θάλασσα έγινε ο στίβος των Ελλήνων. Εκεί καλλιεργήθηκε η ελληνική ιδιοφυία. Εκεί αναπτύχθηκε η αγάπη της περιπέτειας. Εκεί ανδρώθηκαν τα ναυτόπουλα και δοκιμάστηκαν οι αρετές ενός ολόκληρου λαού. Από εκεί ήρθε το κάλεσμα να τολμήσουν και να ξεχυθούν εις την εξερεύνηση του άγνωστου κόσμου. Να δημιουργήσουν εκατοντάδες αποικίες εις τον τότε κόσμο, πυρήνες ενός απίστευτου πολιτισμού, ο οποίος έγινε αποδεκτός και οι Έλληνες αγαπητοί από τους γηγενείς και την Οικουμένη. Ο οποίος εμπλούτισε τον δικό τους πολιτισμό, σεβάστηκε τα δικά τους ήθη και έθιμα, τη διαφορετικότητα και πολιτισμικότητά των.
Αργότερα ο Μέγας Αλέξανδρος καθιέρωσε θεμελιώδεις έννοιες επάνω στις οποίες αναπτύχθηκε ένα σύστημα αξιών του πολυσύνθετου κόσμου της Ανατολής. Οι άγραφοι και οι θεσμοθετημένοι κώδικες του Οικουμενισμού, της ανεκτικότητας και του αλληλοσεβασμού, που διασφαλίζουν τη συνέχιση του ειρηνικού βίου, αλλά και τη διατήρηση των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των αλλογενών και αλλόδοξων στοιχείων που συνομολογούν τη γεωπολιτική τους συνάφεια και την πνευματική τους συγγένεια. Αυτή η ελληνιστική περίοδος κληρονομήθηκε εις τους Ρωμαίους και επεκτάθηκε εις το υπόλοιπο τμήμα της Ευρώπης, και ο Ελληνικός Πολιτισμός μεταλαμπαδεύθηκε εις την Οικουμένη.
Δυστυχώς όμως το γερμανικό έθνος, δεν κατόρθωσε να αξιοποιήσει τις δικές του ικανότητες, και τη δύναμη που αντλείται από την εργατικότητα, την εφευρετικότητα και την πειθαρχία του, να συμβάλλει και αυτό θετικά και εποικοδομητικά προς όφελος της συνέχισης της οικουμενικής κοσμολογίας.
Μετά τους ναπολεόντειους πολέμους, με τη δυναμική της εμφάνιση η Γερμανία έγινε αντίπαλος των γειτόνων της. Το 1870/71 νίκησε και ταπείνωσε τη Γαλλία, ανακηρύσσοντας πανηγυρικά από τον Καγκελάριο Bismarck τη Γερμανική Αυτοκρατορία, μάλιστα εις τα ανάκτορα των Βερσαλιών, χαράσσοντας αυτόνομα μια ιμπεριαλιστική και επιθετική πολιτική, η οποία τηρείται με αποφασιστικότητα και βαρβαρότητα. Με την ακραία λογική των διαχωριστικών γραμμών και της εθνικής περιχαράκωσης εναντιώθηκε κατά του φορέα των οικουμενικών αντιλήψεων της μακραίωνης κληρονομιάς της σοφίας του Ελληνισμού. Και με τα οξύμωρα ιδεολογήματα και επικίνδυνες ιδεοληψίες μίας ιμπεριαλιστικής δύναμης και ενός γερμανικού εθνικισμού έσυρε την Ευρώπη και την Ανθρωπότητα σε δύο παγκόσμιους πολέμους, με ανυπολόγιστες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, ηθικές και υλικές αξίες.
Η έναρξη του Ψυχρού Πολέμου όχι μόνον ευνόησε αναπάντεχα και ταυτόχρονα απήλλαξε τη Γερμανία από κάθε ευθύνη, αλλά παράλληλα τη βοήθησε σε τάχιστη ανόρθωσή της και την ένταξή της εις τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ο.Κ. Από την οποία μέσω μίας αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής, απεκόμισε μία τεράστια οικονομική δύναμη, την οποία χρησιμοποιεί εις την υλοποίηση των σχεδίων της για την υποταγή της Ευρώπης.
Ως γνωστόν, η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και ο 89ήμερος σφοδρότατος βομβαρδισμός της Σερβίας έγινε κατά προτροπή της Γερμανίας και της Αυστρίας, που έπρεπε να τιμωρήσουν τους Σέρβους για τη σθεναρά αντίστασή τους και τις μεγάλες απώλειες των γερμανικών στρατευμάτων κατά την εκστρατεία των προς την Ελλάδα. Η δε πολιτική των επαχθών μνημονίων και της σκληρής λιτότητας με την εξάντληση του ελληνικού λαού, είναι η συνέχιση της ρεβανσιστικής πολιτικής του Βερολίνου, να τιμωρήσει τώρα και την Ελλάδα για τη σθεναρή αντίστασή της κατά της Γερμανίας, που οδήγησε εις την κατάρρευση των γερμανικών στρατευμάτων κατά της Σοβιετικής Ένωσης και εις την ήττα της Γερμανίας.
Με τη ρεβανσιστική της πολιτική, αλλά παράλληλα και με τον αρνητισμό για την επίλυση των ευρωπαϊκών κρίσεων η ηγεσία του Βερολίνου στέλνει επιδεικτικά τα μηνύματά του και προς τους άλλους λαούς της Ευρώπης. Ότι όποιος αντιστέκεται κατά της εθνικής βούλησης της Γερμανίας, θα υποστεί τις οδυνηρές συνέπειες μίας ταπείνωσης και εθνικής υποταγής. Όμως αυτό το επαναλαμβανόμενο σύνδρομο της επιθετικότητας κατά της αξιοπρέπειας άλλων λαών, καθιστά τη Γερμανία αέναο εχθρό του ίδιου του εαυτού της.
* Ο Γεώργιος Εμ. Δημητράκης σπούδασε Πολιτικές-Οικονομικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στη Βόννη και Ιστορία και Πολιτιστική κληρονομιά στην Αθήνα