Από την Μαρίνα Αποστολοπούλου
...Για να δούμε τώρα...
Συμβαίνει το εξής οξύμωρο καθώς οδεύουμε προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης θέλουν κομματικούς υποψηφίους αλλά χωρίς να τους έχουν χρίσει ως τέτοιους. Και οι υποψήφιοι θέλουν την κομματική στήριξη αλλά στα...μουλωχτά. Όχι επισήμως. Δηλαδή κάτι σε ακομμάτιστα...κομματικές εκλογές! Όλοι ξέρουν τι συμβαίνει αλλά όλοι καμώνονται ότι δεν συμβαίνει και το αυτό επιθυμούν και για τους ψηφοφόρους. Να κάνουν όλοι το... κορόιδο.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Μα είναι απλό. Στην συγκεκριμένη πολιτική και κοινωνική-κυρίως-συγκυρία, το να «χριστεί» κανείς επισήμως υποψήφιος δήμαρχος από την ΝΔ η από ό,τι απέμεινε από το ΠΑΣΟΚ, παραπέμπει σε μεθόδους ιταλικής μαφίας. Πώς οι «νονοί» της μαφίας όταν θέλανε να ξεκάνουν κάποιον τον καλούσανε και του δίνανε ένα φιλί στο κούτελο; Και αυτός ο φουκαράς νόμιζε ότι έχει την εύνοιά τους; Μόνο έτσι δεν ήταν. Και δεν ξέρουμε αν και σήμερα δεν είναι, γιατί δεν έχουμε και σχετική ενημέρωση για το «αν» το σύστημα εφαρμόζεται ακόμη. Αυτό ήταν το «φιλί του θανάτου», θα το έλεγε κανείς. Διότι αυτό ήταν το σύνθημα προκειμένου ο ατυχής να βρεθεί να κοιτάζει τα ραδίκια ανάδοπα με μία σφαίρα στο κεφάλι, ή να πάρει καμιά βουτιά στα βαθιά με μία ωραία τσιμεντένια βάση στα πόδια, έτσι για να μην... χάνει και την ισορροπία του.
Ε, κάτι τέτοιο μεταφορικά μπορεί να συμβεί και τώρα.
Σε περίπτωση που είτε η ΝΔ, είτε το ΠΑΣΟΚ αποφάσιζαν να δώσουν επίσημα χρίσματα, αυτός θα ήταν ο πιο ασφαλής τρόπος να «καταδικάσουν» από χέρι τους υποψηφίους τους. Όχι για τους «ταγμένους» ψηφοφόρους-αυτοί έτσι κι αλλιώς όπως και να ‘ναι θα ψηφίσουν-αλλά για τους άλλους, που όλοι ελπίζουν ότι θα «ψαρέψουν» από τη μεγάλη δεξαμενή παρουσιάζοντας ένα υπερκομματικό προφίλ. Τώρα γιατί το ελπίζουν αυτό είναι μίας άλλης τάξεως ζήτημα. Διότι στην πραγματικότητα η κατάσταση είναι «κρύψου και φώναξε». Όλοι ξέρουν «ποιος είναι ποιος», από πού προέρχεται και τι σέρνει πίσω του. Αλλά καθώς ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και ως κόμματα εξουσίας στα μεταπολιτευτικά χρόνια φέρουν το βάρος των όσων συνέβησαν στην χώρα και την οδήγησαν εδώ που σήμερα είμαστε αλλά και ως συγκυβέρνηση βρίσκονται στο επίκεντρο μίας πολιτικής που πλήττει τους πολίτες, έ, δεν αποτελούν και την πλέον δελεαστική στήριξη για έναν υποψήφιο. Κατά συνέπεια, τουλάχιστον επισήμως «μακριά κι αγαπημένοι». Ανεπισήμως πάλι τα πράγματα ακολουθούν την πεπατημένη. Τουλάχιστον στην ΝΔ η οποία εξακολουθεί να έχει την δομή κόμματος. Συρρικνωμένου μεν σε ποσοστά αλλά, κόμματος. Στο ΠΑΣΟΚ πάλι όπου τα πράγματα είναι σε γενική αποδόμηση, ψάχνουν να βρουν διάφορες εναλλακτικές και μετονομασίες και λόγω των ευρωεκλογών προκειμένου να μπορέσουν να διασωθούν εκλογικά.
Για τα λοιπά κόμματα δεν τίθεται άμεσο ζήτημα... ακομματοποίησης.
Αντιθέτως ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να καταγράψει κομματικά την δύναμη του, παρότι με την ταχεία ανάπτυξή του αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα στελεχών που θα τον εκπροσωπήσουν ως υποψήφιοι δήμαρχοι ή περιφερειάρχες και αυτό φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού. Και βεβαίως και τα μικρότερα κόμματα, θέλουν αντιστοίχως να καταγράψουν παρουσία. Το ΚΚΕ πάντα μόνο όπως και η «ΧΑ» για τελείως διαφορετικούς λόγους. Η ΔΗΜΑΡ να «πάλλεται» στον χώρος της κεντροαριστεράς γενικώς και οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» να προσπαθούν να διατηρήσουν την... ανεξαρτησία τους.
Αν μη τι άλλο η πορεία προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές, έχει μία ποικιλία.
Ποικιλία κομμάτων, ποικιλία υποψηφίων, ποικιλία συνεργασιών, ποικιλία θέσεων και αντιθέσεων, ποικιλία προφάσεων και αντιφάσεων.
Πως λέμε «φέρε μία ποικιλία για έξι άτομα». Δίνουμε μία παραγγελία ως πολίτες και βρίσκουμε έναν υποψήφιο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μας. Φροντίζουν τα κόμματα γι’ αυτό προκειμένου, να εξυπηρετηθούν οι όποιες πολιτικές σκοπιμότητες. Άλλωστε, μήπως και ποιο είναι το «μότο» της Αυτοδιοίκησης; «Η Αυτοδιοίκηση στην υπηρεσία των πολιτών». Αλλοίμονο αν και οι υποψήφιοι δήμαρχοι δεν μπορούν αναλόγως προς τις απαιτήσεις των πολιτών να προσαρμοστούν κατά... παραγγελία.