Μέτρον (Μ), γενικώς, είναι «το διά του οποίου ή προς το οποίον μετρείται τι» (αρχαιοελληνική σημασία), ή «ό,τι λαμβάνεται ως πρότυπον συγκρίσεως δια τον καθορισμόν του μεγέθους, της εκτάσεως άλλου πράγματος. Ειδικώς, μέτρον είναι η βασική μονάς του δεκαδικού μετρικού συστήματος» (νεοελληνική σημασία). Η πρώτη, η αρχική σημασία (Όμηρος) πρέπει ν’ αναφέρεται σ’ ένα πρότυπον δοχείον χωρητικότητος (βλέπε σχήμα) κυρίως υγρών, βαθμολογημένον από του μηδενός μέχρι του ενός, όπου το μεν μέτρον (Μ) (πεπληρωμένος χώρος) είναι το ύψος της υγράς στήλης εκ της βάσεως μέχρι της επιφανείας τού υγρού, η δε ελευθερία (Ε) (ο κενός χώρος) είναι το ύψος της στήλης από της επιφανείας τού υγρού μέχρι της κορυφής, έτσι ώστε δια κάθε μέτρον χ, η ελευθερία είναι 1-χ, και αντιστρόφως. Δηλαδή σε κάθε χρονικήν στιγμήν το άθροισμα του μέτρου και της ελευθερίας είναι πάντοτε η μονάς. Επομένως το μέτρον κινείται μεταξύ ενός ελαχίστου (μηδενικόν μέτρον – μεγίστη ελευθερία) και ενός μεγίστου (μοναδιαίον, πλήρης μέτρον – μηδενική ελευθερία). Εν αντιστοιχία και αντιστρόφως, η ελευθερία κινείται μεταξύ ενός μεγίστου (μοναδιαία, πλήρης ελευθερία – μηδενικόν μέτρον) και ενός ελαχίστου (μηδενική ελευθερία – μοναδιαίον, πλήρες μέτρον). Έτσι δικαιολογείται η αρχαιοελληνική σημασία «μέτρον ήβης, δηλ. η ακμή, το άνθος» (Όμηρος, Ησίοδος), καθώς και η νεοελληνική σημασία «ποτέ μου δεν το λόγιαζα νά’ρθω στο μέτρον τούτο» (πλήρες μέτρον, μέγιστον ή ανώτατον όριον) (Ερωτόκριτος, Α1058):
Α. ο ζων οργανισμός από της γεννήσεώς του (μηδενικόν μέτρον, μεγίστη ελευθερία) βαίνει βαθμιαία πρός το μοναδιαίον, πλήρες μέτρον (ακμή), και ακολούθως βαίνει βαθμιαία και αντιστρόφως προς τον θάνατον (πλήρες μέτρον, μηδενική ελευθερία).
Β. η επίτευξη ενός σκοπού αρχίζει από τού μηδενικού μέτρου και της πλήρους ελευθερίας, και βαίνει προς το πλήρες μέτρον καί την μηδενικήν ελευθερίαν.
Γ. κάθε πολιτικόν σύστημα κινείται μεταξύ του πλήρους μέτρου και της μηδενικής ελευθερίας (τυραννία, βασιλεία, μοναρχία, δικτατορία) και του μηδενικού μέτρου και της πλήρους ελευθερίας (αναρχία).
Γα. η κοινοβουλευτική δημοκρατία, και κυρίως η Δημοκρατία (των αρχαίων Ελλήνων) κινείται (πρέπει να κινείται) περί την μέσην στάθμην του προτύπου δοχείου, όπου το βάθος και το ύψος της επιφανείας τού υγρού μέχρι της βάσεως και της κορυφής, αντιστοίχως, τείνουν να ισούνται, ή το μέτρον και η ελευθερία εκάστου πολίτου ανά πάσαν στιγμήν τείνουν να εξισώνονται (μέτρον 1/2 και ελευθερία 1/2, έτσι ώστε 1/2+1/2 = 1).
Στο διάγραμμα σημειώνονται οι τρεις οριακές θέσεις, που αντιστοιχούν, στα ισάριθμα πολιτικά συστήματα, την Αναρχίαν, την Δημοκρατίαν και την Τυραννίαν, με τις αντίστοιχες τιμές του μέτρου (Μ) και της ελευθερίας (Ε).
Η Γ περίπτωση αντανακλά το «χρυσούν μέσον» του Αριστοτέλους, το οποίον πρέπει να ακολουθείται από κάθε δημοκρατικόν πολίτην και σε κάθε δημοκρατούμενη πολιτεία. Σ’αυτό πρέπει ν’ αναφέρεται και το γνωμικόν του Κλεοβούλου «μέτρον άριστον».
Σε επίπεδον καλλιεργείας και προαγωγής των γραμμάτων, της τέχνης, της επιστήμης, της τεχνικής και της τεχνολογίας, το χρυσούν μέσον και το μέτρον άριστον δεν μπορούν να περιλαμβάνουν όλους τους πολίτες ενός έθνους ή ενός κράτους, διότι τότε δεν θα εγίνετο ουδεμία πρόοδος. Εξαιρούνται τα κατά φύση προικισμένα άτομα, τα οποία αρχίζουν εκ του μηδενικού μέτρου, διέρχονται εκ της μέσης στάθμης του δοχείου - χωρίς να παραμένουν εκεί - και στο τέλος της συνεχούς πορείας των αναδεικνύονται σε εξέχουσες προσωπικότητες. Κατ’ αυτήν την προσπάθεαν, το μέτρον σταδιακώς αυξάνεται μέχρις ότου φθάσει και αγγίξει το πλήρες μέτρον (Μ=1), ενώ η ελευθερία, αντιστρόφως, βαθμιαία μειώνεται, μέχρις ότου μηδενισθεί (Ε=0) [βλέπε το «μέτρον ήβης», προηγουμένως].
Αυτό το πόρισμα εξακολουθεί να ισχύει και όταν, αντί του ενός ατόμου, λάβουμε ένα έθνος. Το σύνολον των εθνών απαρτίζουν την παγκόσμιον κοινότητα, Επομένως, μεταξύ των εθνών, που την απαρτίζουν, πρέπει να εμφανίζονται έθνη, τα οποία φαινομενικώς υπήρξαν εξέχοντα. Τα έθνη όμως αυτά δεν ανέπτυξαν πλήρη, αυτόνομον, αυτάρκη και αυτοτελή πολιτισμόν σε όλες τις εκδηλώσεις του και ως εκ τούτου η συμβολή των στον παγκόσμιον πολιτισμόν υπήρξε ετερόφωτος καί όχι αυτόφωτος. Η πορεία των εκκινά εκ του μηδενικού μέτρου, ανέρχεται βαθμιαία, αλλά παραμένουν κατά φύσει στην μέσην στάθμην. Ουσιαστικώς, δηλαδή, τα έθνη αυτά δεν διαφέρουν της συντριπτικής πλειονότητος των πολιτών ενός έθνους, τα οποία, όπως ελέχθη προηγουμένως, κινούνται περί την μετριότητα, περί το χρυσούν μέσον του Αριστοτέλους, και δέν δύνανται να παράξουν παγκόσμιον πολιτισμόν. Τουναντίον, οι Έλληνες, είτε ως άτομα είτε ως ολότης (σύμπαν το έθνος) κινούνται από την έλλειψιν, το ελάχιστον όριον (Μ=0) κατευθείαν προς την υπερβολήν, το μέγιστον όριον, το πλήρες μέτρον (Μ=1) [βλέπε εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 26/2/2013 - Ελλάς αθεσμίας χώρα], χωρίς κατά φύσει να παραμένουν στην μέσην στάθμην. Απεχθάνονται την μετριότητα και επιθυμούν κατά φύση την άνοδον και την ταύτισή των με το πλήρες μέτρον. Αυτή είναι η φύση, η μοίρα και η αποστολή των Ελλήνων, να δημιουργούν παγκόσμιον πολιτισμόν (κλασική εποχή) ή να τον ανανεώνουν (Αναγέννηση), όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου και αφού έχει προηγηθεί μακροχρόνιος, επίπονος και συνεχής έλλογος ζύμωση.
Σημείωση: Τα παρόντα πορίσματα της Λεξαριθμικής θεωρίας βασίσθηκαν στην εν τη δομή της Ελληνικής γλώσσης ενυπάρχουσαν και προϋπάρχουσαν από χιλιάδες χρόνων εντυπωσιακήν ισοψηφίαν ΜΕΤΡΟΝ = ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ=565 (οι έννοιες τέμνονται, έχουν κοινόν τόπον).