Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, οι εργοδότες συνήθιζαν να προσφέρουν δώρα σε είδος ή χρήμα στους υπαλλήλους τους. Στις 6 Δεκεμβρίου 1925, οι συνδικαλιστές διατύπωσαν για πρώτη φορά το αίτημα για 13ο μισθό, ενώ στις 22 Δεκεμβρίου 1927, οι δημόσιοι υπάλληλοι απήργησαν ζητώντας την καταβολή ενός ολόκληρου μισθού για τα Χριστούγεννα.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με αναγκαστικούς νόμους του 1944 και 1946, καθιερώθηκαν οι «έκτακτες ενισχύσεις» για τις εορτές, οι οποίες ενσωματώθηκαν στους μισθούς. Οι νόμοι 1777 και 1901 του 1951 επικύρωσαν αυτές τις ρυθμίσεις, δίνοντας τη δυνατότητα στους Υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας να καθορίζουν οικονομικές ενισχύσεις κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
Το 1980, με τον νόμο 1082, ρυθμίστηκε οριστικά το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών και αδείας, μετονομάζοντάς τα σε επιδόματα.
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ
Στις 6 Αυγούστου 2009, εν μέσω ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προτείνει στην κυβέρνηση Καραμανλή την κατάργηση των δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων, όπως και του επιδόματος της καλοκαιρινής άδειας. Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση Παπανδρέου ανακοινώνει νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.
Μετά την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των μνημονίων, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοινώνει στις 2 Μαΐου 2010 την αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους όσοι οι αποδοχές φτάνουν μέχρι 3.000 ευρώ και πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα είναι 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.
Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, που ψήφισε η υπό τον Αντώνη Σαμαρά κυβέρνηση συνεργασίας κατάργησε ολοσχερώς τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπάλληλους και όλους τους συνταξιούχους. Σήμερα το επίδομα Χριστουγέννων δικαιούνται μόνο οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, που αμείβονται με μισθό ή με ημερομίσθιο.
ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ
Ο ΣΑΣΜΥ, αναγνωρίζοντας την ανάγκη αποκατάστασης της αγοραστικής δύναμης των μελών του, έθεσε το θέμα της επαναφοράς των επιδομάτων. Στις 5 Δεκεμβρίου 2022, με το έγγραφο υπ’ αριθ. 15/2022, ζήτησε επίσημα την επαναφορά τους από τα αρμόδια υπουργεία. Η διεκδίκηση αυτή συνεχίστηκε και το 2023, ενώ το 2024, σε συνεργασία με το Συντονιστικό Συμβούλιο Συλλόγων Αποφοίτων ΑΣΣΥ, κατατέθηκε κοινό έγγραφο για το ίδιο αίτημα.
Πέρα από τον ΣΑΣΜΥ, την επαναφορά των δώρων έχουν ζητήσει η ΑΔΕΔΥ, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, Συνδικαλιστικές Ομοσπονδίες Στρατιωτικών και άλλα Αστικά Σωματεία που δραστηριοποιούνται στο χώρο της εθνικής άμυνας και όχι μόνο, αναδεικνύοντας τη σημασία του θέματος για μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
Τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας υπήρξαν σημαντικό μέρος του εισοδήματος των Ελλήνων εργαζομένων για πολλές δεκαετίες. Η κατάργησή τους, στο πλαίσιο των μέτρων λιτότητας, επηρέασε αρνητικά την αγοραστική δύναμη και την οικονομική σταθερότητα πολλών οικογενειών. Οι προσπάθειες επαναφοράς τους συνεχίζονται, με στόχο την ενίσχυση της οικονομίας και την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης.
*Ο Γ. Κυλινδρής είναι αντισυνταγματάρχης και γενικός γραμματέας του Συνδέσμου Αποφοίτων Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών.