1. Ο ευρυμαθής δάσκαλος, ο οποίος, επί πληρωμή, πρόσφερε τις γνώσεις του στους χώρους της φιλοσοφίας, της ρητορικής, της γραμματικής, της μουσικής, της ποίησης, της ιστορίας, των φυσικών επιστημών, κ.λπ.
2. Ο δάσκαλος αμφισβητουμένων γνώσεων που, επαγγελματικά, εκπαιδεύει τους μαθητές προτάσσοντας την αποτελεσματικότητα έναντι της αλήθειας των λόγων, κάνοντάς τους να πείθουν, ανεξάρτητα από την ορθότητα των απόψεων και θέσεών τους.
3. Εκείνος που καταφεύγει σε σοφίσματα για να πείθει, που χρησιμοποιεί σκοπίμως παραπλανητικά επιχειρήματα. Συνώνυμο του απατεώνα.
Ο Πλάτων στους διαλόγους του «Βοργίας», «Πρωταγόρας», «Σοφιστές» τούς χαρακτηρίζει ως διδασκάλους της απατηλής σοφίας.
Ο Αριστοτέλης λέγει ότι η σοφιστική είναι φαινομενική και όχι πραγματική σοφία.
Γενικώς, είχε επικρατήσει στην αρχαιότητα ότι οι σοφιστές εξαπατούν διά του λόγου (τον ήσσονα λόγον κρείτονα ποιούντες).
Σχετικό είναι το βιβλίο του καθηγητού Κέρφερντ «Η σοφιστική κίνηση», μετάφραση Παναγιώτη Φαναρά, Ινστιτούτο του βιβλίου – Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996. Ο Κέρφερντ εκφράζεται ευμενώς για τους σοφιστές, συμπεραίνοντας ότι «η σοφιστική κίνηση δεν ήταν υπόθεση κάποιων απατεωνίσκων που επεδίωκαν μόνο το κέρδος, αλλά πνευματική κίνηση καθοριστικής αξίας. Στην Αθήνα των κλασικών χρόνων, οι σοφιστές συνέρρεαν στην Αθήνα με τη στήριξη του Περικλή. Προσέφεραν, κυρίως, τις υπηρεσίες τους, αμοιβόμενοι, προς τους νέους που ήθελαν να αναδειχτούν στην αθηναϊκή δημοκρατία. Δίδασκαν, κυρίως, τη ρητορική και την τέχνη της πειθούς.
Αρχηγέτης των σοφιστών ήταν ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης. Διακρίθηκε, κυρίως, από το απόφθεγμα: «Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος εστί, των μεν όντων ως εστί, των δε μη όντων ως ουκ εστί» (Πλατ. Θεατ. 152 α = Ο Κ. Τομ. Β’, Β1).
Που σημαίνει «για όλα τα πράγματα κριτήριο είναι ο άνθρωπος, για όσα υπάρχουν (όντων) και για όσα δεν υπάρχουν (μη όντων)». Να σημειωθεί ότι η λέξη χρήματα δεν αναφέρεται με τη σημερινή έννοια (λεφτά). Σημαίνει τα αισθητά πράγματα στον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε και αναπνέουμε. Η λέξη χρήμα έχει ρίζα το ρήμα χρώμαι, που σημαίνει χρησιμοποιώ ή χρειάζομαι (λεξικό Liddell and Scott). Ο Πρωταγόρας, με τη ρηξικέλευθη αυτή απόφαση κατέθεσε τη γνώμη ότι για όλα τα πράγματα, με την ευρεία έννοια του όρου, ο άνθρωπος αποτελεί το κριτήριο, εκείνος κρίνει αν υπάρχουν ή δεν υπάρχουν και όχι κάποιος άλλος εκτός από αυτόν, δηλαδή ένα ον (= ο Θεός). Απέκλεισε με άλλα λόγια μια μεταφυσική ερμηνεία του κόσμου και την ανάμειξη του Θεού στα προβλήματα ερμηνείας του κόσμου.
Συγχρόνως, αντιμετώπισε την κυρίαρχη, στην εποχή του Παρμενίδη, κοσμική αντίληψη ότι ο Θεός μάς οδηγεί στην κατανόηση του κόσμου. Αυτήν ακριβώς την αντίληψη ασπάζεται ο Πλάτων (Νομ. 716: «Ο δη Θεός πάντων χρημάτων μέτρον». Εκείνος ήταν ο λόγος που ο Πλάτων αντιμετώπισε με σφοδρότητα τη γνώμη του Πρωταγόρα (Βασ. Κύρκος, ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας).
Εξάλλου, για τον Διογένη τον Λαέρτιο οι Αθηναίοι έκαψαν το βιβλίο του «Περί θεών», λόγω της κατωτέρω εισαγωγικής φράσης: «Περί μεν θεών ουκ έχω ειδένα, ουθ’ ως είσιν, συθ’ ως ουκ εισίν», δηλαδή «για τους θεούς δεν έχω γνώση ούτε πώς είναι, ούτε πώς δεν είναι, επειδή πολλά εμποδίζουν τη γνώση».