Μεγάλος ταξιδευτής ο Καζαντζάκης, κατάλαβε ότι το ταξίδι είναι εφόδιο ζωής, ομορφιά, κι αυτογνωσία.
Εν τέλει, είναι λύτρωση. Ήταν τυχερός... Μπόρεσε να ταξιδέψει από το 1907 ακόμη, σε καιρούς που η Ελλάδα ήταν μια χώρα υποσιτισμένη, με τρομερά εσωτερικά προβλήματα, με πολέμους και διχασμούς, μια χώρα που έπρεπε να ταΐσει σχεδόν ενάμιση εκατομμύριο Μικρασιάτες πρόσφυγες... Ποιο ταξίδι; Ούτε καν περνούσε απ’ το μυαλό των φτωχών. Μόνο μετανάστευση στην Αμερική, στοιβαγμένοι στα αμπάρια.
Το ταξίδι ήταν υπόθεση πλουσίων που απολάμβαναν πολυτελή κρουαζιερόπλοια ή ατμοσφαιρικά τρένα επιπέδου μυθιστορήματος της Αγκάθα Κρίστι.
Ταξιδεύοντας από Ιαπωνία και Κίνα μέχρι Αγγλία κι από Αίγυπτο μέχρι «Ρουσία» (Ρωσία) ο Καζαντζάκης μας άφησε το πεντάτομο έργο του «Ταξιδεύοντας» που, όσο κι αν έχει πια ξεπεραστεί, έχει μεγάλη λογοτεχνική αξία. Είναι ίσως ο πρώτος συγγραφέας της ελληνικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας που, εκτός από πληροφορίες, προσπάθησε να δώσει και την «ψυχή» ενός τόπου.
Την ιστορία του, τις συνήθειες και νοοτροπίες των κατοίκων του, το αστικό και φυσικό τοπίο, τις δομές της σύγχρονης του κοινωνίας, με μια ματιά διεισδυτική, σχεδόν ψυχαναλυτική.
Πολύ δύσκολο εγχείρημα, δεδομένου ότι οι αναγνώστες των εφημερίδων που φιλοξενούσαν τότε τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις δεν είχαν εικόνα του «αλλού», του έξω κόσμου. Κατά συνέπεια, έπρεπε να περιγράψει τα πάντα. Δεν είχε την ευκολία που παρέχει σήμερα η κάμερα της τηλεόρασης μεταφέροντας στον θεατή εικόνες που ο παλιός λογοτέχνης θα έπρεπε να περιγράψει με πολλές σελίδες.
(Παρένθεση: στην Ελλάδα βέβαια, με εξαίρεση τη σεμνή και εξαιρετική Μάγια Τσόκλη δεν υπάρχει σήμερα σοβαρό ταξιδιωτικό ρεπορτάζ. Κάτι αγράμματους πολυλογάδες βλέπεις στην τηλεόραση που δεν σου δείχνουν τον επισκεπτόμενο τόπο, αλλά σε κάθε πλάνο τη φάτσα τους, τη «γλάστρα» που τους συνοδεύει και τα προϊόντα των χορηγών που πρέπει να διαφημιστούν).
Εκατό χρόνια μετά τον Καζαντζάκη, το ταξίδι – όπως και κάθε πτυχή της ζωής- έχει αλλάξει εντελώς μορφή. Αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 60, ο πλανήτης βρίσκεται σήμερα σε διαρκή κίνηση. Βασική αλλαγή είναι πως από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και εντεύθεν στο παιχνίδι «μπήκε» και το αεροπλάνο που επέτρεψε μετακινήσεις μεγάλης κλίμακας. Παράλληλα, διευρύνθηκε ο σιδηρόδρομος, βελτιώθηκαν τα οδικά δίκτυα, εκσυγχρονίστηκαν τα αυτοκίνητα, οι μετακινήσεις κατέστησαν πιο εύκολες. Πολύ βασικό ρόλο έπαιξαν και οι ιστορικές εξελίξεις. Η ενοποίηση της Ευρώπης με την Ε.Ε. και η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων που είχαν ως τότε κλειστά τα σύνορά τους, άνοιξαν διάπλατα τα σύνορα του κόσμου.
Κι όταν στο παιχνίδι μπήκαν και γίγαντες τύπου Κίνα, Ινδία και γενικώς Άπω Ανατολή η υπόθεση ταξίδι άλλαξε κατηγορία. Έγινε μια παγκόσμια υπόθεση.
Ταξιδεύουν οι άνθρωποι. Από τη στιγμή μάλιστα που ξεκίνησε ο ανταγωνισμός των αεροπορικών εταιρειών και η παροχή φτηνών εισιτηρίων οι ευκαιρίες αυξήθηκαν σημαντικά. Οι σημερινές γενιές μεγαλώνουν με νοοτροπία ταξιδευτή. Το άγνωστο δεν φοβίζει πια. Τέλη δεκαετίας του ’80 που πέρασα για πρώτη φορά τα σύνορα απεσταλμένος της εφημερίδας στη γειτονική Γιουγκοσλαβία, νόμιζα πως άλλαξα ... πλανήτη – τόσο μακριά φαινόταν το «εξωτερiκό». Σήμερα, με καλύτερη γνώση ξένων γλωσσών, με το κινητό στο χέρι φορτωμένο προγράμματα και εφαρμογές και με τη χρήση του GPS οι άνθρωποι εμφανίζουν μια απίστευτη εξοικείωση με το ταξίδι. Το μόνο πρόβλημα που μένει να λυθεί είναι ασφαλώς το κόστος, ειδικά όσων προερχόμαστε από οικονομικά αδύνατες χώρες και προσπαθούμε να αντεπεξέλθουμε στους ακριβούς προορισμούς του πλανήτη.
Παρ’ όλα αυτά, ταξιδεύουμε. Πολύ συχνά το κάνουμε και μόνοι μας αφού ο φόβος του άγνωστου έχει μετριαστεί και η πείρα μας από τα ταξίδια έχει αντιστοίχως αυξηθεί. Ένα διήμερο ταξιδάκι στη Ρώμη ας πούμε ή ένα τετραήμερο στην Κωνσταντινούπολη είναι για τον καθένα μια σχετικά απλή υπόθεση. Οι περισσότεροι μάλιστα των σημερινών ταξιδευτών (και στην Ελλάδα) έχουν αλλάξει και νοοτροπία. Άλλη γενιά. Που δεν έχει σύνδρομα στέρησης και δεν θα «εφορμήσει» όπως η προηγούμενη στα μεγάλα πολυκαταστήματα να αγοράσει από σινιέ ρούχα και φτηνά ηλεκτρονικά μέχρι ...ξυραφάκια και οδοντόκρεμες. Αν ταξιδέψεις με γκρουπ θα δεις πια ότι οι άνθρωποι αναζητούν την εμπειρία. Το καλό εστιατόριο, τις ιδιαίτερες γεύσεις, τα ενδιαφέροντα μουσεία. Και είναι πολύ θετικό αυτό, οι άνθρωποι αρχίζουν και κατανοούν ότι στον ξένο τόπο πηγαίνεις για να δεις, να νιώσεις, να μυρίσεις να αισθανθείς. Και το κυριότερο, όλο και πιο πολλοί από τους σύγχρονους ταξιδιώτες αρχίζουν και βλέπουν την ξένη πραγματικότητα με μια ματιά αποδοχής κι όχι σε σύγκριση με τον «δικό μας» τόπο.
« - Πήγα Αίγυπτο, μού είχε πει κάποτε μία κυρία. Τι να σου πω... Βρωμιά κι Άγιος ο Θεός ...».
(Από τη θαυμάσια αυτή χώρα και τον μεγάλο αυτό πολιτισμό το μόνο που είχε πάρει ως εικόνα μαζί της ήταν η ... βρωμιά των φτωχών μαζών του Καϊρου!). Σε μια αντίθετη περίπτωση, ταξιδεύοντας παλιά με γκρουπ και ειδικά στην Ευρώπη, κουραζόσουνα να ακούς τους συνταξιδιώτες σου να βρίσκουν ανώτερο το κάθε τι και να μηδενίζουν τα πάντα από τη δική τους χώρα. «Πολιτισμός βρε παιδί μου, τι να λέμε; Ελλάδα νομίζεις είναι εδώ;).
Αφελείς προσεγγίσεις ασφαλώς. Το ταξίδι είναι μια πολύ σημαντική εμπειρία όχι μόνο για γνωριμία με τον ξένο τόπο, αλλά κυρίως για γνωριμία με τον εαυτό μας. Είναι ένα μέσο για να σταθμίσουμε και να προσδιορίσουμε τη θέση μας σ’ αυτόν τον απέραντο και μαγικό κόσμο με τις ομορφιές του και τις ασχήμιες του, με τη φτώχεια και τον πλούτο του, κοντολογίς μ’ αυτό που λέγεται «ταξιδιωτική εμπειρία»..
Για αυτό ... ταξίδευε. Με περιέργεια, με δίψα για να δεις, με ανοιχτά μάτια και ανοιχτό μυαλό. Μη λυπάσαι τα λεφτά. Δεν τα έχεις είναι βέβαιο, αλλά έτσι και αλλιώς ποτέ δεν θα τα έχεις αν δεν θες πραγματικά να φύγεις. Ξοδεύουμε ένα σωρό λεφτά σε περιττά και ακριβά ρούχα. Σε μερικά χρόνια δεν θα θυμάσαι καν τι είχες φορέσει. Αλλά τη χώρα που επισκέφτηκες δεν θα την ξεχάσεις ποτέ, θα την κουβαλάς για πάντα μέσα σου. Θα κλείνεις τα μάτια και οι εικόνες που θα σε κατακλύζουν, θα σε γεμίζουν μ’ αγαλλίαση...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr