Το απόγευμα της ίδιας ημέρας που αναστήθηκε ο Χριστός εμφανίστηκε στους μαθητές Του, που ήταν συνηγμένοι στο υπερώο της οικίας του Ευαγγελιστού Μάρκου και δείχνοντας τους ήλους των χεριών Του, είπε:
«Ειρήνη υμίν… καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς… Λάβετε Πνεύμα άγιον!».
Την ίδια δε στιγμή, που αντίκρυσαν τον Κύρια αναστημένο, η θεία ειρήνη και ταυτόχρονα μια ουράνια χαρά θρονιάστηκαν στις καρδιές τους. «Εχώρησαν ουν οι μαθητές, λέγει για τούτο ο Ευαγγ. Ιωάννης, ιδόντες τον Κύριον» (Ιω. 20, 20).
Αυτό δε ακριβώς γίνεται πάντοτε σ’ εκείνους που πιστεύουν. Δέχονται, δηλαδή, στις καρδιές τους τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, από τα οποία πρώτα είναι η αγάπη, η χαρά και η ειρήνη (Γαλ. 2, 20). Για τούτο έλεγε και ο ιερός Χρυσόστομος ότι «ο ων εκ Θεώ αεί χαίρει. Και τούτο, γιατί σ’ αυτούς που πιστεύουν στο γαλήνιο βλέμμα του Χριστού (ή η Θ. Χάρη) εισέρχεται βαθειά στις καρδιές τους και τις πλημμυρίζει με ανεκλάλητη χαρά, ενώ ταυτόχρονα τους μεταμορφώνει ολοτελώς.
Αυτά ακριβώς τα δώρα του Θεού που χαρίζονται κατά τον Απ. Παύλο σε όλους εκείνους που προσεύχονται αδιαλείπτως και ευχαριστούν εν παντί τον Κύριον, πρέπει να εισχωρήσουν, ως πρόγευση των ουρανίων αγαθών και στις δικές μας καρδιές, γιατί κατά τον ποιητή:
«Το παν δεν είναι η σκέψη μου
το παν είν’ η χαρά μου,
που ‘ναι σταλμένη απ’ ουρανού
κι αγνίζει την καρδιά μου».
β) Η δυσπιστία του Θωμά και η αβάστακτη θλίψη.
Τη χαρά που δοκίμασαν οι μαθητές, την ανακοίνωσαν και στον Θωμά, που έλειπε κατά την πρώτη εμφάνιση του Κυρίου, λέγοντας: «Εωράκαμεν τον Κύριο».
Εκείνος, όμως, ήταν δύσπιστος και για τούτο έλεγε:
«Εάν μη ίδω τον τύπον των ήλων… και… ου μη πιστεύσω». Η δυσπιστία του, όμως, αυτή πλημμύριζε την καρδιά του με μια απέραντη θλίψη, που καταπλάκωνε την καρδιά του.
Από την κατάσταση δε αυτή που χαρακτηρίζεται από τους Αγίους Πατέρες ως ακηδία ή νυσταγμός πνευματικός, ζητούσε ο ιερός Ψαλμωδός από τον Θεό να τον απομακρύνει, στηρίζοντας αυτού με τα θεία λόγια Του, λέγοντας: «Ενύσταξεν η ψυχή μου από ακηδίας. Βεβαίωσόν με εν τοις λόγους Σου» (Ψαλμ. 118, 28).
Από την κατάσταση αυτή πρέπει για τούτο και μεις από τον Θεό να μας προφυλάσσει και ελευθερώνει, γιατί είναι σαν μια κόλαση πριν από την κόλαση ή σαν μια φυλακή ολοσκότεινη ή σαν αγκάθι κατάπικρο, μπηγμένο σε μια καρδιά, που διαρκώς ματώνει.
Σε μια τέτοια φυλακή ήταν φυλακισμένη από μόνη και η καθηγήτρια Τατιάνα Γκορίτεβα, που αργότερα έγραψε χαρακτηριστικά τα πιο κάτω:
«Ήμουν κουρασμένη από τις ασκήσεις γιόγκα που έκανα, κλεισμένη στο κελί της αθεΐας. Μια θλίψη χωρίς τέλος κυριαρχούσε μέσα μου και μάτωνε την καρδιά μου, ώσπου δραπέτευσα από το κελί της απιστίας μου».
Παρόμοια ήταν και η ομολογία της Γκρέτας Πάλμερ, που ομολόγησε ότι «Σαράντα χρόνια υπἠρξα άθεη».
γ) Η ανάσταση του Χριστού και η ομολογία της πίστης του Θωμά.
Ύστερα από 8 ημέρες, ο Κύριος παρουσιάστηκε και πάλι στους μαθητές Του και στρεφόμενος προς τον Θωμά, που αυτήν τη φορά παρευρισκόταν, είπε: «Ίδε τας χείρας και την πλευράν μου και μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός». Και ο Θωμάς, που είδε τον Χριστό αναστημένο, πίστεψε παρευθύς και είπε: «Ο Κύριός μου και Θεός μου». Με ένα άλμα δηλαδή πνευματικό, κατά τον Π. Τρεμπέλα, πίστεψε, χάρηκε αφάνταστα και ομολόγησε. Ο Κύριος, όμως, είπε για δεύτερη φορά στον Θωμά και προς όλους: «Ότι εώρακάς με, πεπίστευε. Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
Από τα πιο πάνω φαίνεται ότι η Ανάσταση του Χριστού διαλύει και εξουδετερώνει όλες τις αμφιβολίες και δυσπιστίες, ενώ ταυτόχρονα φέρνει στις ψυχές την εκ της χάριτος ανατέλλουσα στην ψυχή αδίστακτη πίστη και ταυτόχρονα την ελπίδα».
Αυτή κατά τον Απόστολο Παύλο δίνει «την πληροφορία της ελπίδος», ενώ κατά τον Ευαγγ. Ιωάννη «πας επιστεύων… και ομολογών, ζωή αιώνιος έχει» (Ιω. 20,31).
Μια τέτοια πίστη που εκφράζεται με την εν Χριστώ ζωή και ταυτόχρονα την ομολογία και δοξολογία, πρέπει να έχουμε όλοι οι χριστιανοί, γιατί κατά τον ομολογητή Ρήντμαν «ο Χριστιανισμός ουδέν άλλο είναι, ειμή η πασχαλινή βεβαιότης και διακήρυξη ότι ο Ιησούς ζη».
Αυτό ακριβώς έκαναν όλοι οι Άγιοι διακηρύσσοντας σε όλους τους ήχους τον θρίαμβο ότι
«Χριστός ανέστη
και Άδης εσκυλεύθη».
Αυτό έκανε στις μέρες μας σχεδόν και ο ποιητής Βερίτης ότι:
«Νύχτα-νύχτα το μήνυμα
του Χριστού θα κηρύξω,
του Χριστού την ανάσταση
στους νεκρούς που θα σμίξω».