α) Η ευγνωμοσύνη της μετανιωμένης γυναίκας.
Δύο ημέρες πριν από την εορτή των αζύμων (Ματθ. 26, 2) ο Κύριος με τους μαθητές Του βρέθηκε στη Βηθανία στο σπίτι κάποιου Σίμωνα, πρώην λεπρού, που τους έκανε το τραπέζι. Την ώρα δε του φαγητού έφτασε εκεί και μία γυναίκα, που κρατούσε ένα αλαβάστρινο δοχείο με μύρο νάρδου πιστικής, δηλαδή βαρύτιμο. Πλησιάζοντας δε τον Κύριο έσπασε την άκρη του δοχείου της και άλειψε με τον μύρο εκείνο, που κατευωδίασε τον τόπο, τα μαλλιά της άχραντης κεφαλής του Κυρίου και τα πόδια Του, θέλοντας να δείξει την απέραντη ευγνωμοσύνη της καρδιάς της προς τον Χριστό Μεσσία και Σωτήρα της. Με τον τρόπο, δηλαδή, αυτόν έδειξε σε όλους το «πόσα ισχύει μετάνοια» που βγάζει από τον Άδη κάθε αμαρτωλό και τον ανυψώνει στον ουρανό της ευγνώμοvης ζωής. Για τον λόγο αυτόν ο Θεάνθρωπος Κύριος συγκινήθηκε από την απέραντη ευγνωμοσύνη της γυναίκας εκείνης και έδωσε στους μαθητές Του ρητή παραγγελία να διακηρύσσουν «εις όλον τον κόσμον ο εποίησεν αυτή» (Μαρ. 14,9). Να διασαλπίζουν, με άλλα λόγια, ότι η ευγνωμοσύνη είναι η πιο άδολη και βαθιά αγάπη του ανθρώπου προς τον Χριστό, γιατί δεν χαρίζει σε κάθε άνθρωπο μονάχα το είναι της δημιουργίας, αλλά και το ευ είναι της σωτηρίας, όταν η ζωή του γίνεται «ευωδία Χριστού εν τοις σωζομένοις και τοις απολυμένοις».
β) Η αγνωμοσύνη του Ιούδα.
Ενώ, όμως, «η αμαρτωλός προσέφερε το μύρον», ο Ιούδας «απήλθε προς τους αρχιερείς ίνα παραδώσει Αυτόν αυτοίς» (Μάρκ. 14, 10). Και εκείνοι «έστησαν αυτώ τριάκοντα αργύρια» (Ματ. 26, 18), ενώ καταχάρηκαν για την προδοσία του. Αυτή δε τη μεγάλη αντίθεση παρουσιάζουν κατά τρόπο εξαίρετο οι υμνογράφοι της εκκλησίας μας σε πάρα πολλά τροπάρια.
- Ενώ δηλαδή εκείνη «προσέφερε το μύρον», «ο μαθητής συνεφώνει τοις παρανόμοις για την πώληση του Διδασκάλου του.
- Εκείνη «έχαιρε κενούσα το πολύτιμον», ενώ ο Ιούδας «έσπευδε πωλήσαι τον Ατίμητον».
- Εκείνη ελευθερωνόταν από τα δεσμά του διαβόλου, «επιγινώσκοντας τον Δεσπότην», ενώ ο προδότης Ιούδας «δούλος εγεγόνει του εχθρού». Από την αθλιότητα, όμως, της αχαριστίας του Ιούδα θέλησε ο υμνογράφος της Εκκλησίας να προφυλάξει τους πιστούς, λέγοντας στη συνέχεια ότι «Δεινόν η ραθυμία, μεγάλη η μετάνοια».
Είναι φοβερή η αγνωμοσύνη και αμετανοησία για κάθε άνθρωπο, ενώ είναι μεγάλη η ευγνωμοσύνη και η μετάνοια, δηλαδή η αλλαγή ολόκληρης της ζωής εξαιτίας της οποίας άκουσαν πολλοί μετανοημένοι και πιστοί το «αφέωνταί σου αι αμαρτίαι και το «η πίστις σου σέσωκέ σε».
Για τούτο ας φιλοτιμούμεθα, ως χριστιανοί, «ευάρεστοι Αυτώ είναι» «ευχαριστούντες τω Θεώ πάντοτε» (2 Θεσ. 1,3) και «εν παντί» (1 Θεσ. 5,8), γιατί η ευγνωμοσύνη είναι η πιο μεγάλη και όμορφη αρετή.