Ο Αριστοτέλης γιος του Νικόμαχου, γιατρού του βασιλιά Αμύντα του Β’ της Μακεδονίας υπήρξε εξέχουσα πνευματική προσωπικότητα. Η παράδοση τον θέλει εξαιρετικό ανατόμο. Το χειρουργικό του νυστέρι ανέτεμνε επιδεξιότατα κάθε είδους φυτικού ή ζωικού οργανισμού που κέντριζε το ενδιαφέρον του. Η βελτίωση της ποιότητας της ανθρώπινης ζωής, διέπνεε όλες τις ερευνητικές του προσπάθειες. Ο Κικέρωνας αναφερόμενος στο πνευματικό έργο του Αριστοτέλη το χαρακτήριζε «Aene Perennia», δηλαδή άφθαρτο και αναλλοίωτο από τον χρόνο, σαν τον μπρούντζο. Το γόνιμο πνεύμα του ερευνητή λακωνικότατα με τρεις λέξεις «αἴτιον και αἰτιατόν» διατύπωνε θεωρία καίρια και για το δυσκολοερεύνητο πεδίο της δημιουργίας των ψυχοσωματικών διαταραχών και αποκλίσεων. Στην πορεία των χρόνων διεπιστημονικές ερευνήσεις κατεδείκνυαν ότι ένα από τα σημαντικότερα αίτια για τη δημιουργία νοητικής υστέρησης θεωρείται η ασυμβατότητα Rhesus του αίματος.
Το Rhesus είναι μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στα τοιχώματα των ερυθρών αιμοσφαιρίων του αίματος στο 85% περίπου του ανθρώπινου πληθυσμού. Τα άτομα που φέρουν την πρωτεΐνη D ή αντιγόνο, χαρακτηρίζονται Rhesus θετικά. Στο υπόλοιπο 15% των ανθρώπων η απουσία της πρωτεΐνης τα καθιστά Rhesus αρνητικά. Το όνομά της το πήρε από τον πίθηκο Macacus Rhesus, στο αίμα του οποίου εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 1939, από τους ερευνητές Levine και Stetson. Βασική ιδιότητά της έγκειται στη συμπύκνωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων του αίματος για τη δημιουργία προστατευτικού φράγματος με σκοπό την αποφυγή μόλυνσής του, εάν έρθει σε επαφή με ορό αίματος που περιέχει επιζήμια για αυτό αντισώματα.
Συχνά σε περιπτώσεις κυοφορίας όπου η μητέρα είναι Rhesus αρνητικού και το κύημα Rhesus θετικού ελλοχεύουν φόβοι επιπλοκών. Διότι, παρόλη την μόνωση στεγανότητα και έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ του κυκλοφοριακού συστήματος μητέρας - παιδιού, υπάρχει το ενδεχόμενο ενστάλλαξης εμβρυακού αίματος στο μητρικό. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της 18ης και 19ης εβδομάδας της κύησης διότι τότε συντελείται η ανάπτυξη και η ωρίμανση του αιμοποιητικού και ανοσοποιητικού συστήματος του εμβρύου. Κίνδυνος ομοίως παραμονεύει και κατά τη διάρκεια του τοκετού. Εάν προκύψουν τέτοιου είδους ενσταλλάξεις, το ανοσοποιητικό σύστημα της εγκύου, επειδή εκλαμβάνει την πρωτεΐνη D που περιέχεται στο αίμα του εμβρύου της σαν επιζήμιο εισβολέα παράγει αντισώματα για την εξουδετέρωσή της. Τα αντισώματα διά μέσου του πλακούντα είναι δυνατόν να εισχωρήσουν στο κυκλοφοριακό σύστημα του σώματος του εμβρύου. Αναπόφευκτα επέρχεται αιμόλυση, καταστροφή δηλαδή των ερυθροκυττάρων. Η αύξηση τοξικών ουσιών στο αίμα από την αναιμία, εμποτίζει με αυτές τα νευρικά κύτταρα των εγκεφαλικών πυρήνων. Αποτέλεσμα; Σωρεία βλαβών διαφόρου έκτασης και έντασης σε ποικίλα όργανα του νεογνικού οργανισμού. Μυοσκελετικές διαταραχές, αιμορραγίες, σπασμοί ακόμη και νοητική υστέρηση υπάρχει φόβος δημιουργίας τους. Η ύπαρξη χαμηλού αιματοκρίτη λόγω αποδυνάμωσης των ερυθροκυττάρων προκαλεί υπερλειτουργία του ήπατος και της σκπλήνας με σκοπό την ανάπλαση και αναπλήρωσή τους. Η εντατικοποίηση όμως αυτή επιφέρει διάγνωση και δυσλειτουργία αυτών των οργάνων. Επίσης, στους βιοχημικούς κύκλους ερευνάται με τελειότερα μέσα ο πιθανός συσχετισμός του παράγοντα Rhesus με χρωμοσωμικές διαταραχές και μεταλλάξεις ανεξήγητες μέχρι τώρα.
Στις ημέρες μας ωστόσο η συνεχής ανάπτυξη Ιατρικής Βιοχημικής και Φαρμακευτικής επιστήμης παρέχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης του φαινομένου. Κατάλληλα φαρμακευτικά παρασκευάσματα και εξελιγμένες ιατρικές μέθοδοι, ελαχιστοποιούν ή και εκμηδενίζουν τις πιθανότητας πρόκλησης επιπλοκών. Όμως, επειδή ακόμη και στη σημερινή εποχή, παρ’ όλη την πρόοδο των σχετικών επιστημών, η γέννηση παιδιών με διαταραχές και σύνδρομα συνεχίζεται στο ίδιο περίπου ποσοστό στον παγκόσμιο πληθυσμό, επιβάλλεται η δέουσα προσοχή. Ακριβέστατα ιστορικά της ιατρικής κατάστασης των γονέων, πρέπει να βρίσκονται στη διάθεση και στη γνώση των ειδικών. Διακοπές κυήσεων θεληματικά ή αθέλητα και η έκβασή τους είναι δυνατόν να μεταβάλλουν το μητρικό κόλπο σε εχθρική εστία για τα έμβρυα τα οποία θα φιλοξενηθούν σε αυτόν αργότερα. Βεβαίως, η πεποίθηση των γενετιστών ότι σύντομα θα υπάρξουν ουσιαστικότερες ανακαλύψεις και αποτελεσματικότερες θεραπευτικές παρεμβάσεις διανοίγει μια περισσότερο ευοίωνη προοπτική για συνέχιση των προσπαθειών προς αυτή την κατεύθυνση. Προσπαθειών που αποβλέπουν να εξουδετερώσουν τον αφόρητο ψυχικό και σωματικό πόνο που προκαλεί η ύπαρξη τέτοιου είδους μειονεκτημάτων. Προσπαθειών που «συν Θεώ» αποσκοπούν να λειτουργούν και να αποδίδουν αποτελέσματα «καθ’ ομοίωσιν Θεού».