Με αφορμή τις εκλογές του προσεχούς Οκτωβρίου στην τοπική αυτοδιοίκηση, την οποία υπηρέτησα επί μακρόν ως μέλος του Δ.Σ. του Δήμου Λαρισαίων και από διάφορα πόστα, θα επιχειρήσω στο σημερινό άρθρο μου ορισμένες επισημάνσεις χρήσιμες για πολλούς και, κυρίως, για νέους υποψήφιους.
Κατ’ αρχήν, η ενεργή ενασχόληση με τα κοινά και, στην περίπτωσή μας, με την τοπική αυτοδιοίκηση είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση και παρά τις απογοητεύσεις, που προσφέρει, τη συνιστώ, ανεπιφύλακτα, αρκεί οι ενδιαφερόμενοι να ξέρουν να κερδίζουν, αλλά και να χάνουν, και, κυρίως, να διαθέτουν τις προϋποθέσεις εκείνες, που είναι απαραίτητες για την εκλογή τους, αλλά και τη σταδιοδρομία τους με την ιδιότητα του αιρετού. Εντελώς, απαραίτητα εφόδια, λοιπόν, θεωρούνται η δυνατότητα διάθεσης χρόνου απ’ τις επαγγελματικές υποχρεώσεις των υποψηφίων και, προπάντων, η συγκατάθεση της οικογενείας τους, αν είναι έγγαμοι, προκειμένου να λειτουργούν απρόσκοπτα και χωρίς εντάσεις με τα έτερα μισά. Απαραίτητη, επίσης, είναι η οικονομική ανεξαρτησία, προκειμένου να είναι σε θέση οι υποψήφιοι να ανταποκρίνονται στις ανάγκες του προεκλογικού και όχι μόνο αγώνα χωρίς να στηρίζονται σε χορηγού, για ευνόητους λόγους. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι απ’ τους ασχολούμενους με τις τοπικές υποθέσεις είναι δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι, που έχουν εξασφαλισμένο τον άρτο τον επιούσιο και τα παιδιά μεγάλα.
Πέραν τούτων, για να έχει κανείς ελπίδες εκλογής, θα πρέπει η πρόθεση συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία να εκδηλώνεται, έγκαιρα και όχι την τελευταία στιγμή, εκτός κι αν διαθέτει γνωριμίες και πολλά κοινωνικοπολιτικά ένσημα απ’ τη συμμετοχή του σε άλλους αγώνες. Και αυτό, γιατί η εκλογική επιτυχία δεν εξαρτάται μόνο απ’ τη θέλησή μας, αλλά, κυρίως, απ’ την ψήφο σημαντικής μερίδας δημοτών, η οποία πρέπει, απαραιτήτως, να γνωρίζει το ποιόν των υποψηφίων, προκειμένου να πεισθεί, ότι είναι άξιοι ή άξιες της εμπιστοσύνης και της ψήφου της. Στέκομαι σ’ αυτό το τελευταίο, γιατί τα ψηφοδέλτια τα πλαισιώνουν πολλαπλάσιοι υποψήφιοι σε σύγκριση μ’ αυτούς, που εκλέγονται, οπότε, αναγκαστικά, ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, οι υποσχέσεις πολλές, αλλά η συγκομιδή ψήφων δύσκολη και, γι’ αυτό, οι πιθανότητες εκλογής μικρές.
Γίνονται, μάλιστα, ακόμα μικρότερες, γιατί ελάχιστοι απ’ τους ήδη εκλεγμένους σταματούν την ενεργό δράση με δική τους πρωτοβουλία, παρότι ορισμένοι απ’ αυτούς έχουν στο ενεργητικό τους αρκετές τετραετίες. Αυτό συμβαίνει, γιατί η ενασχόληση με τις τοπικές υποθέσεις τους γίνεται συνήθεια και τρόπος ζωής. Και επειδή οι εκλογείς αρέσκονται να ψηφίζουν γνωστούς, έμπειρους και πετυχημένους, ανανεώνουν, συνήθως, τις θητείες τους, όταν τους το ζητούν. Έτσι, όμως, λιγοστεύουν οι εκλόγιμες θέσεις για τους νέους υποψηφίους, οπότε η ανανέωση προχωρά με βραδείς ρυθμούς και με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
Βεβαίως, υπάρχουν και πολλοί υποψήφιοι, νεροκουβαλητές θα τους χαρακτήριζα, οι οποίοι γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι δεν θα έχουν τύχη στις εκλογές, αλλά παίρνουν μέρος στη διαδικασία, είτε γιατί θέλουν οι ίδιοι να βοηθήσουν τον συνδυασμό της αρεσκείας τους είτε γιατί δέχονται τις σχετικές πιέσεις για τη συμμετοχή τους στα ψηφοδέλτια, προκειμένου αυτά να είναι πλήρη για ευνόητους λόγους. Όπως και να το κάνουμε, όμως, ακόμη και αυτός ο τρόπος συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία είναι χρήσιμος για τον υποψήφιο, γιατί του δίνεται, έτσι, η ευκαιρία να γνωρίζει νέα πρόσωπα και, μάλιστα, με κοινωνικές ανησυχίες, αλλά και να προβληματίζεται και να ακούει προτάσεις, που μπορούν να βελτιώσουν τις συνθήκες λειτουργίας της περιοχής, που κατοικοεδρεύει.
Αλλά και όσοι απ’ τους νέους υποψήφιους επιθυμούν, πράγματι, να εκλεγούν, αξίζει τον κόπο να παίρνουν μέρος σ’ αυτό το δημοκρατικό παιχνίδι των εκλογών και να προσπαθούν για το καλύτερο αποτέλεσμα, έστω, και για τους ίδιους λόγους, που προανέφερα. Άλλωστε, πάντα υπάρχει δεύτερη και τρίτη προσπάθεια για την κατάκτηση ενός στόχου. Πρέπει, ωστόσο, να γνωρίζουν, εκ των προτέρων, ότι η διεκδίκηση της επιτυχίας από κάποιους υποψήφιους με βασικό στόχο την απόσπαση ή μετάθεση είναι συμφεροντολογική και, γι’ αυτό, καταδικαστέα από πολλούς.
Και κάτι ακόμα, που αφορά ορισμένους. Η διάθεση για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο πρέπει να έχει διάρκεια και να μην περιορίζεται μόνο κατά την προεκλογική περίοδο, ούτε να εξαρτάται απ’ την αξιοποίηση ή μη του εκλεγμένου σε συγκεκριμένο πόστο, ενώ η ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού πρέπει να διευκολύνεται απ’ τους παλιούς εκλεγμένους με δική τους πρωτοβουλία, όταν κλείνει ο κύκλος της δικής τους προσφοράς. Μόνο, έτσι, τα όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα και να βελτιωθεί, περισσότερο, η ζωή των δημοτών.