Μέ τήν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στόν κόσμο ἡ σωτηρία καί ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν μακροχρόνια σκλαβιά τοῦ ἑωσφόρου, πού ἕως τότε καταδυνάστευε την ψυχή καί τό σῶμα του.
Μέ τήν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀνέτειλε στόν κόσμο ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, τό «φῶς τό τῆς γνώσεως» ὅπως ψάλλουμε στό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, τό φῶς τό ἀληθινό, πού ἦλθε στήν γῆ νά φωτίσει καί νά διαλύσει τά σκοτάδια τῆς πλάνης καί τῆς ἀγνωσίας τῶν ἀνθρώπων.
Μέ τήν γέννηση ὅμως τοῦ Χριστοῦ στήν γῆ, γεννήθηκε καί ἡ ἀγάπη. Ἴσως ἀναρρωτηθοῦμε˙ προτοῦ ἔλθει ὁ Χριστός στήν γῆ, δέν ὑπῆρχε ἡ ἀγάπη; Τήν ἀπάντηση στό μεγάλο αὐτό ἐρώτημα μᾶς τήν δίνει ἡ ἱστορία. Ὅταν μελετοῦμε τά συγγράμματα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καί Ρωμαίων, διαπιστώνουμε τήν θλιβερή πραγματικότητα ὅτι ἡ ἀγάπη σάν ὄνομα ὑπῆρχε, ἀλλά ὄχι ὡς πράξη πού τήν ἀναζητοῦμε. Ἐποχή κατά τήν ὁποία ἡ καρδιά πλήθους ἀνθρώπων ἦταν πέτρινη, ἀναίσθητη, διεφθαρμένη. Ἀκόμη καί ἡ Ἁγία Γραφή παρουσιάζει τό κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, σημειώνοντας πώς οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἱκανοί νά ἐφευρίσκουν κάθε εἴδους κακοῦ. Τούς παρουσιάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας γιά ἀνθρώπους «ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους, ἀσπόνδους, ἀστόργους, ἀνελεήμονας...». Σ’ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα ζοῦσε ἡ ἀνθρωπότητα πρίν τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος, ὡς ψυχή θεοειδής, ἀναζητοῦσε καί διψοῦσε τήν ἀγάπη γιά νά ζεσταθεῖ καί νά ἀναπαυθεῖ. Καί τήν βρῆκε ἐκεῖ, ὅπου οἱ ἀγραυλοῦντες ποιμένες καί οἱ Μάγοι τῆς Ἀνατολῆς βρῆκαν τήν σαρκωμένη ἀγάπη, στό ταπεινό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ.
Τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, μέσα στήν παγερή καί πνιγηρή ἀτμόσφαιρα τοῦ σπηλαίου, ἀλλά καί ὅλης τῆς κοινωνίας, γεννήθηκε ἡ Ἀγάπη, ὁ Χριστός, μέ κίνητρο τήν ἀγάπη Του γιά τόν κόσμο. Γιά νά βροῦν οἱ ἄνθρωποι κοντά Του, ἀλλά καί γιά νά ἐγκαθιδρύσει στόν κόσμο τήν ἀγάπη καί τήν στοργή πρός κάθε ἄνθρωπο, δοῦλο καί ἐλεύθερο, ἄνδρα καί γυναῖκα καί παιδί, ὑγιῆ καί ἀσθενῆ, πλούσιο καί πτωχό, νά τούς κάνει παιδιά του ἀγαπημένα. Κατά τήν ἐπίγεια παρουσία Του, εὐλογεῖ τά βρέφη καί τά παιδιά, θεραπεύει τούς ἀρρώστους, πλησιάζει τούς ἁμαρτωλούς καί τούς συγχωρεῖ, τρέφει χιλιάδες ἀνθρώπους μέ ὑλική τροφή, ἀλλά κυρίως μέ τόν θεῖο, παρήγορο καί ἐνισχυτικό λόγο Του γεμάτο ἀγάπη. Καί στό τέλος αὐτή ἡ ἀγάπη φθάνει στό ἀποκορύφωμα, ἀνεβαίνει στόν Σταυρό καί παίρνει τήν θέση τοῦ καταδίκου ἀνθρώπου, γιά νά τόν σώσει! Ἀλλά καί μετά τήν Ἀνάληψή Του, ἐγκαταλείποντας τά ἐπίγεια, ἀφήνει ὡς ἐντολή καί παρακαταθήκη: «Σᾶς δίνω μία νέα ἐντολή, νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ, νά ἀγαπᾶτε κι’ ἐσεῖς ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ἔτσι θά σᾶς ξεχωρίζουν ὅλοι πώς εἶστε μαθητές μου, ἄν ἔχετε ἀγάπη ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο». Καί αὐτήν τήν ἀγάπη δίδαξαν καί ἐφάρμοσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, μ’ αὐτήν τήν ἀγάπη ζοῦν, ἐκδηλώνουν καί πραγματοποιοῦν οἱ πιστοί τοῦ Χριστοῦ στόν πλησίον, μέ θυσίες χάριν τῶν ἀδελφῶν, μέ πολυάριθμα ἱδρύματα ἀγάπης, μέ ἔργα καί ἀποστολές στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Τά Χριστούγεννα ἀγαπητοί ἀδελφοί γεννήθηκε ἡ ἀγάπη. Ἀς δοξάζουμε τόν Κύριο, ὁ ὁποῖος ἀπό ἀγάπη σαρκώθηκε, ἔφερε καί δίδαξε τήν τελειότητα τῆς ἀγάπης καί διά τῆς ἀγάπης μεταμόρφωσε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ κόσμου.
Εὔχομαι σέ ὅλους σας ἡ ἀνατείλασα σαρκωθεῖσα Ἀγάπη, ὁ Κύριος καί Λυτρωτής Ἰησούς Χριστός, νά εἶναι ἀεί μεθ’ ἡμῶν.
Μέ ἐγκάρδιες πατρικές ευχές·
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ».