Παλιές θύμησες

Δημοσίευση: 08 Δεκ 2022 13:45

Αυτό που έχει σημασία στη ζωή, είναι το πώς μεγάλωσες, τι θυμάσαι, πώς το θυμάσαι και γιατί πρέπει να το θυμάσαι…. Θα διαβάσετε σήμερα, τρία αξιόλογα θεματάκια, τα οποία πολλές και πολλοί, όχι μόνο δεν τα γνωρίζετε, αλλά ούτε καν θα τα έχετε ακούσει και θα τα έχετε δει (ειδικά οι νέες και οι νέοι).

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
«Σπίτι του Παιδιού», λέγονταν κάποια από τα ιδρύματα, που είχε φτιάξει η Βασίλισσα Φρειδερίκη, σε διάφορα χωριά. Σκοπός της ίδρυσής τους ήταν να ανεβάσει το επίπεδο ζωής, να τονώσει το πατριωτικό συναίσθημα, αλλά και να δώσει μια στοιχειώδη επαγγελματική κατάρτιση κυρίως στον τεχνικό τομέα (τους δινόταν η ευκαιρία να μπορούν να σταδιοδρομήσουν και επαγγελματικά, διότι είχαν πάρει όλες τις απαιτούμενες γνώσεις και εμπειρίες), με την εξωσχολική απασχόληση των παιδιών των χωριών. Υπήρχε όμως από πίσω και το φιλοβασιλικό συμφέρον της εποχής.

ΠΑΙΔΟΠΟΛΟΛΕΙΣ Ή ΠΑΙΔΟΥΠΟΛΕΙΣ
Οι παιδοπόλεις ή παιδουπόλεις ιδρύθηκαν και αυτές κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, με πρωτοβουλία της τότε βασίλισσας Φρειδερίκης, μέσω της βασιλικής πρόνοιας και του Ερυθρού Σταυρού.
Ήταν και αυτά ιδρύματα τα οποία ιδρύονταν σε μεγάλες πόλεις και είχαν σαν σκοπό, να εξασφαλίσουν μεταξύ άλλων, τη στέγαση, τη σίτιση και την εκπαίδευση, γι’ αυτό και έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην περίθαλψη και στη διαπαιδαγώγηση των ορφανών και των φτωχών παιδιών της εποχής εκείνης. Παρείχαν φαγητό, ασφάλεια, στοργή και φροντίδα σε πολύ δύσκολα χρόνια, όταν οι οικογένειές τους δεν μπορούσαν να τους προσφέρουν τίποτα. Πολλά παιδιά ολοκλήρωσαν εκεί το σχολείο τους και πολλά από αυτά, μπόρεσαν στη συνέχεια να σπουδάσουν και να εξελιχθούν επαγγελματικά.
Ένα είναι βέβαιο όμως, πως το κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Σίγουρα, όπως και σε οτιδήποτε άλλο στη ζωή, έτσι και εκεί θα υπήρξαν και εξαιρέσεις, και ασφαλώς κάποια παιδιά θα κακοπέρασαν. Υπήρξαν λοιπόν νικητές και χαμένοι; Σίγουρα ναι. Το ίδιο όμως δεν συμβαίνει και σήμερα; Το καλό είναι ότι πολλοί από τους ανθρώπους που έζησαν στα ιδρύματα αυτά (μεταξύ αυτών και πολλοί συγχωριανοί μου), θυμούνται την περίοδο αυτή με αγάπη. Πιστεύουν μάλιστα, πως κατ’ αυτόν τον τρόπο σώθηκαν από τα δεινά του πολέμου.
Στη συνέχεια θα περάσουμε σε μια ακόμη παλιά εκπληκτική θύμηση, η οποία παραμένει ανεξίτηλα χαραγμένη στις σκέψεις των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Στους μεγαλύτερους σε ηλικία συνανθρώπους μας, για να τη θυμηθούν, να χαρούν και να συγκινηθούν και για τις νεότερες γενιές να ενημερωθούν και να εμπλουτίσουν το πολιτιστικό τους κεφάλαιο (αν το θέλουν φυσικά).
ΤΟ ΛΑΝΑΡΙΣΜΑ
Όλα ξεκινούσαν λίγο πριν το καλοκαίρι, όταν ζέσταινε ο καιρός και ήταν η ώρα της κουράς. Το κούρεμα των προβάτων γινόταν από τις αρχές Απριλίου μέχρι τα μέσα του Ιουλίου. Προς το τέλος της άνοιξης, γινόταν το πρώτο κούρεμα των προβάτων, το κωλοκούρεμα (ήταν το μαλλί από το κούρεμα της κοιλιάς και γύρω από την ουρά). Αυτό ανακούφιζε τα ζώα από τη ζέστη και βοηθούσε να γίνει ευκολότερα το ζευγάρωμα. Επειδή όμως αυτά τα μαλλιά ήταν κοντά, θεωρούνταν δεύτερης ποιότητας και χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά σχεδόν για το γέμισμα των μαξιλαριών και για την κατασκευή των σκουτιών, των κιλιμιών και των άλλων υφαντών αυτού του είδους.
Ακολουθούσε το κούρεμα του υπόλοιπου σώματος του προβάτου, απ’ όπου έβγαινε το καλύτερο μαλλί. Το κυρίως κούρεμα σε πρόβατα και σε γίδια γινόταν κατά τα μέσα Ιουλίου και έπαιρνε πάντα πανηγυρικό χαρακτήρα. Τότε είχε σταθεροποιηθεί και ο καιρός και δεν κινδύνευαν τα ζώα από κρυολόγημα. Τα κουροψάλιδα είχαν τροχιστεί από μέρες και κούρευαν μόνο αυτοί που ήξεραν καλά την τέχνη, ενώ οι υπόλοιποι είχαν βοηθητικό ρόλο.
Στη συνέχεια ακολουθούσε η μπελαλίδικη διαδικασία του πλυσίματος του μαλλιού. Τα εργαλεία που χρειάζονταν ήταν ένα μεγάλο καζάνι, ένας κόπανος (χοντρό ξύλινο εργαλείο), πολύ νερό και παλιόρουχα γιατί ήταν μία πολύ βρώμικη δουλειά. Τα μαλλιά τα τοποθετούσαν σε καζάνια και τα ζεμάτιζαν με ζεστό νερό, για να φύγουν οι βρωμιές και το φυσικό λίπος τους. Αφού τα άφηναν, περίπου δώδεκα ώρες να μουλιάσουν, τα έβγαζαν και τα μετέφεραν στη βρύση, όπου τα κοπανούσαν με τον κόπανο, τα ξανάπλεναν, τα ξανακοπανούσαν και τα ξέπλεναν με άφθονο νερό. Τα καθάριζαν από τις κολλιτσίδες και τα αγκάθια και στη συνέχεια τα κρεμούσαν να στραγγίσουν και να στεγνώσουν, στους φράχτες.
Αφού στέγνωναν τα μαλλιά, ακολουθούσε το «ξάσιμο» που γινόταν με τα χέρια, για να ξεμπλέξει το μαλλί και να γίνει πιο μαλακό. Μετά ακολουθούσε το «λανάρισμα». Λανάρισμα ήταν η διαδικασία, μέσω του εργαλείου που λεγόταν «λανάρι», κατά την οποία έβαζαν το μαλλί από το κούρεμα των προβάτων, για να το»χτενίσουν» κατά κάποιον τρόπο, δηλ. οι ίνες του να τακτοποιηθούν και να γίνει ένα ομοιογενές πράγμα, ώστε στη συνέχεια να το γνέσουν. Με τα λανάρια χτένιζαν τα μαλλιά και ετοίμαζαν τις τουλούπες για το γνέσιμο, δηλαδή τη μετατροπή του μαλλιού σε νήμα. Τα λανάρια ήταν ξύλινα και είχαν συρμάτινα δόντια ή χονδρά σιδερένια καρφιά.
Το λανάρισμα γινόταν στο σπίτι και αφενός μεν ήθελε αρκετό χρόνο για να γίνει, αφετέρου ήταν μια πολύ σκληρή και δύσκολη δουλειά, γιατί έπρεπε με τα πρωτόγονα εκείνα λανάρια, να σκύβουν και να τραβούν συνέχεια το μαλλί για να το τακτοποιήσουν. Γι’ αυτό βγήκε και η παροιμία για την κούραση: «Σάμπως λανάριζες κι απόστασες; (κουράστηκες δηλ.)».
Στη συνέχεια και αφού είχαν λαναρίσει το μαλλί (περίπου δύο-τρεις φορές, ίσως και περισσότερο, γιατί θα σας πω την αλήθεια, δεν το θυμάμαι ακριβώς) το έπαιρναν και το τύλιγαν, φτιάχνοντας μπάλες, τις οποίες τοποθετούσαν στη ρόκα για γνέσιμο, πλέξιμο και ύφανση στον αργαλειό.
Όλη αυτή η διαδικασία, ήταν δουλειά που πέρναγε αποκλειστικά από τα γυναικεία χέρια. Μαζεύονταν λοιπόν κάμποσες γυναίκες και «λανάριζαν», μέχρι αργά τη νύχτα. Με μεζέδες που είχε ετοιμάσει η σπιτονοικοκυρά, με ιστορίες, κουτσομπολιά, αστεία και τραγούδια περνούσε ευχάριστα η ώρα. Η σημασία τους ήταν πολύ καθοριστική για την ένδυση της οικογένειας, τα υπνόρουχα και τα στρωσίδια του σπιτιού.
Σκέφτεσαι λοιπόν τώρα ότι, τα σημερινά θέματα δεν θα τα ξανασυναντήσεις στη ζωή σου και αναπολείς τις εικόνες και τις παραστάσεις, τα γεγονότα και τις καταστάσεις, που τα τρώει ο χρόνος και τα εξαφάνισε ο πολιτισμός, συγκινείσαι και θεωρείς χρέος να καταγράψεις το παρελθόν, τιμώντας τον αγώνα των ανθρώπων της δουλειάς του χτες. Ανθρώπων που βρέθηκαν να παλεύουν με τις κακουχίες, την προσφυγιά, τον πόλεμο και τη φτώχεια… Με την ερήμωση και την εσωτερική μετανάστευση και προσπαθείς να ενεργοποιήσεις τη σκέψη σου και τη λογική σου, ώστε να μπορείς όσο ζεις, να τα επικοινωνήσεις με τον κόσμο, για να τα «μαζέψει» (αν το θέλει και το επιθυμεί) και να τα «τοποθετήσει» στο μπαούλο και στο σεντούκι της μνήμης και του μυαλού, γιατί όλα αυτά τον μεγάλωσαν, του έδωσαν αρχές και αξίες, τον γέμισαν παράδοση και πολιτισμό, τον γέμισαν αναμνήσεις χωριού και χωριάτικου τρόπου ζωής, με αποτέλεσμα να μη θέλεις να απομακρυνθείς νοερά από τον τόπο της καταγωγής σου, αλλά και να μην αφήσεις τον πολιτιστικό σου κουμπαρά, το μυαλό σου δηλ. να φθαρεί και να αρχίσει να υποκύπτει στη δύναμη του χρόνου. Ο οποίος χρόνος δεν καταλαβαίνει από παρελθόν. Από ήθη, έθιμα και διατήρηση. Από παράδοση και πολιτισμό. Καταλαβαίνει μόνο από χρόνια, αιώνες και χιλιετίες, από ταχύτητα, εγκατάλειψη και λησμονιά.

Από τον Γιάννη Γούδα

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass