Η άρδευση με σταλάκτες είναι αποτελεσματική και ιδιαίτερα όταν γίνεται υπόγεια. Θα μιλήσω από εδώ και κάτω για την υπέργεια άρδευση με σταγόνες στη δενδροκομία.
Πάρα πολλές δενδροκομικές καλλιέργειες αρδεύονται σήμερα με στάγδην άρδευση. Αλλά γνωρίζουν οι παραγωγοί πόσο νερό να εφαρμόσουν; Δυστυχώς όχι. Σε ερευνητικό πρόγραμμα που εκτελέσαμε τα τελευταία 3-4 χρόνια κατανοήσαμε αυτό που φοβόμασταν: οι παραγωγοί ακολουθούν ένα «εβδομαδιαίο» πρόγραμμα, όπως έκαναν παλιά και με το πρόγραμμα φυτοπροστασίας: κάθε εβδομάδα ποτίζω τόσες ώρες. Μετά από ερώτηση σε παραγωγούς πόσο νερό εφαρμόζουν, άλλοι τάχα εφάρμοζαν 150 κ.μ. νερό στο στρέμμα σε ροδακινιές και άλλοι 1.200 κ.μ. στο στρέμμα σε αχλαδιές. Ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι λογικό. Βάλαμε υδρομετρητές σε σειρές δέντρων και καταλήξαμε πως δεν ξέρουν ούτε πόσο ποτίζουν ούτε πόσο πρέπει να ποτίσουν, και πραγματικά πότιζαν πολύ. Εντάξει, η ΔΕΗ έχει ανάγκη τα λεφτά τους!
Με δίκτυο μετεωρολογικών σταθμών και κατάλληλο λογισμικό από ανθρώπους που ξέρουν υπολογίσαμε πόσο νερό έπρεπε να εφαρμοστεί σε κάθε αγρό και καλλιέργεια. Όπως ήταν αναμενόμενο, η καλλιέργεια απαιτούσε λιγότερο νερό από αυτό που εφάρμοζαν οι παραγωγοί. Άρα, παρότι ποτίζουν με στάγδην άρδευση υπερ-αρδεύουν την καλλιέργεια.
Αν, λοιπόν, εφαρμόζουν τόσο νερό ώστε αυτό την επόμενη ημέρα από την άρδευση έχει διαβρέξει μεγαλύτερο (μιλάω για την ελιά και τα κύρια φυλλοβόλα οπωροφόρα της Θεσσαλίας) βάθος από 40-50 cm, τότε το νερό «έφυγε» από τη ριζόσφαιρα και μαζί του παρέσυρε και θρεπτικά μακριά από τις ρίζες. Άρα, χάθηκε νερό και θρεπτικά (και ηλεκτρικό ρεύμα και λεφτά). Παρακαλώ, είναι εύκολο στα περισσότερα εδάφη: φτιάξτε μια σιδερόβεργα και δοκιμάστε την επόμενη της άρδευσης πόσο βαθιά έφτασε η υγρασία τους καλοκαιρινούς μήνες. Αν δεν έχει διαβραχεί βάθος 40-50 cm, δεν αρδεύονται αρκετά τα δέντρα, εφόσον έχουν καρπούς επάνω. Αν οι καρποί έχουν συγκομιστεί ή δεν υπάρχουν για άλλους λόγους, τότε καλά κάνετε και εφαρμόζετε λιγότερο του απαιτούμενου νερό.
Ένα άλλο θέμα είναι η εποχή άρδευσης. Με την κλιματική κρίση πολύ συχνά οι βροχοπτώσεις της άνοιξης δεν επαρκούν να διατηρήσουν υγρό το έδαφος μέχρι και τον Μάιο. Οι περισσότεροι παραγωγοί και ΤΟΕΒ ξεκινούν τις αρδεύσεις από αργά τον Μάιο. Μερικές χρονιές χάθηκαν παραγωγές με έντονες καρποπτώσεις λόγω της έλλειψης εδαφικής υγρασίας αργά τον Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο. Να μην ξεχνάμε: την άνοιξη το έδαφος πρέπει να έχει συνέχεια ικανή υγρασία, καθώς οι ανάγκες του δέντρου για την ανάπτυξη των καρπών είναι τεράστιες, σε συνδυασμό με τις μεγάλες ανάγκες νερού και θρεπτικών της βλάστησης.
Από αργά τον Μάιο και έως τον Σεπτέμβριο για μερικά είδη οπωροφόρων και ορισμένες ποικιλίες αυτών μπορεί να μειωθεί η άρδευση σε αυτό που ονομάζουμε ορθολογική άρδευση ή ελλειμματική άρδευση. Αλλά πού να φτάσουμε σε τέτοιο επίπεδο, όταν η άρδευση ήταν ένα πάρεργο για τους περισσότερους. Απλά τώρα κοστίζει πολύ το ηλεκτρικό ρεύμα και μάλλον πρέπει να γίνουν ενέργειες για να είναι η άρδευση πιο αποτελεσματική. Δεν μιλάω για το μείζον περιβαλλοντικό θέμα της διαθεσιμότητας αρδευτικού νερού.
Μην ξεχνάμε ότι το νερό δεν είναι καθαρό. Σε περιοχές του Τυρνάβου και της κεντρικής κοιλάδας της Αγιάς βρήκαμε ότι τα νερά έχουν τεράστιες ποσότητες ασβεστίου και μαγνησίου (που προκαλούν πρόβλημα στην απορρόφηση Καλίου από τις ρίζες του δέντρου), αλλά περιέχουν και αρκετά νιτρικά που κάνουν το νερό ακατάλληλο για πόση, αλλά τέλειο για να λιπανθεί συγχρόνως με την άρδευση η καλλιέργειά μας. Βρέθηκε με φυσιολογικές ποσότητες αρδευτικού νερού (και όχι όσο εφαρμόζει ο παραγωγός) ότι οι ετήσιες ανάγκες π.χ. της αχλαδιάς σε άζωτο σε μερικές περιπτώσεις υπερκαλύπτονται από τα νιτρικά που υπάρχουν στο αρδευτικό νερό. Και οι τιμές των αζωτούχων λιπασμάτων έχουν διπλασιαστεί.
Έχω μια πρόταση για τους ιθύνοντες που διαχειρίζονται ευρωπαϊκά κονδύλια. Γιατί να μην δημιουργηθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα όπου μετεωρολογικοί σταθμοί με κατάλληλα λογισμικά και προσωπικό θα δίνουν για όλη τη Θεσσαλία τις ανάγκες κάθε κύριας καλλιέργειας σε αρδευτικό νερό κάθε εβδομάδα (αυτό γίνεται στην Καλιφόρνια για δεκαετίες τώρα και στα Χανιά της Κρήτης χρόνια τώρα και στην Άρτα επίσης). Αυτό το κάναμε από ερευνητικό πρόγραμμα για τους συμμετέχοντες παραγωγούς, και αυτό θέλουν να κάνουν, φοβάμαι πρόχειρα, ιδιωτικές εταιρείες. Σκεφτείτε και τι άλλο θα μπορούσε να προσφέρει ένα δίκτυο μετεωρολογικών σταθμών. Γιατί να μην χρηματοδοτηθούν εδαφολογικές αναλύσεις (συγγνώμη ξέχασα, υπάρχουν κάτι πλήρεις εδαφολογικοί χάρτες για τεράστιες περιοχές της Θεσσαλίας που δίνουν αυτά τα στοιχεία κάπου…). Γιατί να μην απαιτηθεί η τοποθέτηση υδρομετρητών για την καταγραφή του χρησιμοποιούμενου αρδευτικού νερού (στον Βελβεντό το κάνουν). Γιατί να μην χρηματοδοτηθούν αναλύσεις του αρδευτικού νερού στις πομόνες, ώστε να ξέρουν τι εφαρμόζουν και σε θρεπτικά (μήπως και αυτό γίνεται στους ΤΟΕΒ;).
*Ο Γιώργος Νάνος είναι καθηγητής Δενδροκομίας, στη Σχολή Γεωπονικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.