αντικειμενική, που σημαίνει, ότι ισχύει για όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα απ’ τον πολιτισμό τους ή τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους, και σε υποκειμενική, που στηρίζεται στις πεποιθήσεις των ατόμων. Το ερώτημα, που τίθεται, είναι: Μπορούμε και πώς να κατακτούμε την αληθινή γνώση;
Είναι βέβαιο, κατ’ αρχήν, ότι μόνο ένα κομμάτι της, μικρό ή μεγάλο, μπορούμε να κατακτήσουμε, επειδή ο ανθρώπινος νους είναι πεπερασμένος και η αλήθεια ανεξάντλητη. Επιλέγουμε, γι’ αυτό, τομέα ή τομείς γνώσης και παίρνουμε αυτόν ή αυτούς, που επιθυμούμε. Για την αποκάλυψη της ιστορικής αλήθειας μιας συγκεκριμένης περιόδου, π.χ., επισκεπτόμαστε και μελετούμε, συστηματικά, τις πηγές, προφορικές και γραπτές, χωρίς να απορρίπτουμε καμία απ’ αυτές, έστω κι αν η οπτική των δημιουργών τους είναι διαφορετική απ’ τη δική μας. Όταν, μάλιστα, καταλήγουμε σε γραπτά συμπεράσματα, δεν παραλείπουμε να αναφερόμαστε με παροράματα σε απόψεις αντίθετες με τις δικές μας, χωρίς να παραλείπουμε τις πηγές και τα ονόματα των ιστορικών. Καλό είναι, επίσης, αν δεν είμαστε σίγουροι για κάτι, να μην το παρουσιάζουμε ως αντικειμενική ιστορική αλήθεια, αλλά σαν προσωπική γνώμη, που επιδέχεται, περαιτέρω έρευνας και μελέτης, αν επιθυμούμε, πραγματικά, να συμβάλουμε στην αποκάλυψη ολόκληρης της ιστορικής αλήθειας.
Και επειδή εκτός από ιστορικά γεγονότα η αναζήτηση της αλήθειας έχει να κάνει και με άλλα σημαντικά θέματα, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι για τη διαλεύκανση των αιτίων ενός τροχαίου, π.χ., που γίνεται ακόμη και μπροστά στα μάτια μας, χρειάζεται πολύ προσοχή, αν κληθούμε ως μάρτυρες σε δικαστήριο. Και αυτό, γιατί, όπως μου έλεγε ένας δικαστικός, η αλήθεια σ’ αυτή την περίπτωση, για να αποκαλυφθεί, πλήρως, χρειάζεται πολλούς αυτόπτες μάρτυρες, που είδαν το περιστατικό και από άλλες οπτικές γωνίες, μια που υπάρχει περίπτωση να λες την αλήθεια, όπως την είδες εσύ με τα μάτια σου, αλλά κάτι να εμπόδιζε, για να τη δεις καθαρή και ολόκληρη. Γι’ αυτό λέγεται μετά υπερβολής, ότι δεν πρέπει χωρίς έρευνα να πιστεύεις τίποτε απ’ όσα ακούς, και απ’ όσα βλέπεις να πιστεύεις τα μισά.
Επί πλέον, επειδή υπάρχουν στρατευμένοι κονδυλοφόροι και επιστήμονες ακόμη, που υπηρετούν σκοπιμότητες, δε θα πρέπει να εκλαμβάνουμε ως θέσφατα, όλα όσα γράφουν και ό, τι αναπαράγουν τα δελτία ειδήσεων, γιατί κινδυνεύουμε, τότε, να παραπληροφορούμαστε ή να μαθαίνουμε μισή την αλήθεια, η οποία είναι χειρότερη απ’ το ψέμα. Υπάρχουν, άλλωστε, μεταξύ μας κάποιοι επιτήδειοι, που με όπλο το κόψιμο και το ράψιμο αντλούν, αυθαίρετα, αποσπάσματα κειμένων, που τους βολεύουν, αναφέροντας και το δημιουργό τους, έστω κι αν το περιεχόμενο ενός αποσπάσματος, άλλα λέει ξεκομμένο απ’ το κεντρικό κείμενο και άλλα ενταγμένο μέσα σ’ αυτό. Χαρακτηριστική περίπτωση η ρήση του Ευαγγελίου, όπου μεταξύ των άλλων λέγεται: «Και είπε άφρων, ουκ έστι Θεός.» Αν, λοιπόν, παραλείψουμε, το είπε άφρων, τότε η Αγία Γραφή αντί για θεόπνευστο κείμενο μπορεί να εκληφθεί ως αθεϊστικό. Γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή και διασταύρωση πληροφοριών, αν επιθυμούμε να λάμπει η αλήθεια, αφού και η εσκεμμένη μετακίνηση ή αλλαγή ενός σημείου στίξης μπορεί να επιφέρει αλλοίωση του νοήματος, όπως, π.χ., στο σοφιστικό λογοπαίγνιο: «Ο δάσκαλος, είπε ο επιθεωρητής, είναι γάιδαρος», ενώ με αλλαγή της στίξης, «Ο δάσκαλος είπε, ο επιθεωρητής είναι γάιδαρος». Ίδια, δηλ., λόγια μ’ άλλο νόημα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε, επίσης, ότι και τα fake news, που έχουν μπει για τα καλά στη ζωή μας, προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες σε εκείνους, που έμαθαν να ψαρεύουν σε θολά νερά. Είναι, άλλωστε, γνωστή η συνταγή, που συστήνει, πως αν θέλεις να κάνεις κακό σε κάποιον, πάρε ένα πηλοφόρι και στόλισέ τον με τα πιο απίθανα πράγματα.
Και αυτό, γιατί με το πες πες εναντίον του, κάτι μένει στο τέλος, οπότε χρειάζονται χρόνια, για να αποδειχθεί, ενδεχομένως και πάλι, η αλήθεια, αλλά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η ζημιά παραμένει.
Κοντολογίς, η κατάκτηση της αληθινής γνώσης είναι μια σοβαρή και δύσκολη υπόθεση, η οποία, για να λάμψει, απαιτεί μελέτη όλων των πηγών, ακόμη και αυτών, που αποκλίνουν απ’ την οπτική, με την οποία βλέπουμε εμείς τα πράγματα, σχολαστική έρευνα, καθαρή ματιά και αντικειμενικότητα, αλλά και υπέρβαση του εγώ μας για χάρη της. Διαφορετικά, θα την κατακτούμε, μερικώς, και παραποιημένη.