Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να προβλέψει από τώρα τις δυσκολίες του επερχόμενου χειμώνα, όταν οι ρωσικές στρόφιγγες φυσικού αερίου πιθανότατα θα είναι κλειστές καθώς και τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία και στις διαθέσεις του εκλογικού σώματος.
Ωστόσο, στην πρόθεση του πρωθυπουργού να μη μεταβάλει τον χρόνο που προβλέπεται από το Σύνταγμα για τη διεξαγωγή των εκλογών επισπεύδοντάς τες, αναγνωρίζει κανείς κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά της πολιτικής του «φιλοσοφίας» και στρατηγικής. Εν πρώτοις, ο κ. Μητσοτάκης δεν θα ήθελε σε καμιά περίπτωση να απεκδυθεί την εικόνα του υπεύθυνου πολιτικού-κυβερνήτη που ενεργεί προς όφελος της χώρας και όχι του εαυτού του ή της πολιτικής παράταξης που εκπροσωπεί.
Συμπληρωματικά, προκηρύσσοντας τις εκλογές το 2023 που ολοκληρώνεται η θητεία της κυβέρνησής του, ο πρωθυπουργός επιχειρεί να παρουσιαστεί ενώπιον των εκλογέων ως πολιτικός που σέβεται το Σύνταγμα και τους θεσμούς και δεν «γοητεύεται» από πολιτικές πιρουέτες και τακτικισμούς που ανατρέπουν την πολιτική νομιμότητα και τάξη, ενώ ταυτόχρονα αποφεύγει να εκθέσει τη χώρα σε κινδύνους και απειλές (από τη γείτονα Τουρκία… του «ξεσαλωμένου» το τελευταίο διάστημα Ερντογάν).
Είναι, άραγε, τόσο αισιόδοξος ο κ. Μητσοτάκης ότι η κυβέρνησή του θα περάσει αναίμακτα έναν σκληρό, όπως προμηνύεται, χειμώνα και θα διατηρεί το δημοσκοπικό προβάδισμα που φαίνεται να έχει τώρα έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τους πρώτους μήνες της άνοιξης που διαφαίνονται ως ο πιθανότερος χρόνος προκήρυξης των εκλογών; Προφανώς, στη σκέψη του πρωθυπουργού δεν μπορεί να μπει κανείς, παρά μόνο να ασκείται σε εικασίες. Στην πολιτική, άλλωστε, μια τέχνη κατ’ εξοχήν ρεαλισμού και λογικής, δεν υπεισέρχονται προφήτες ούτε υπάρχει χώρος για αυτοεκπληρούμενες προφητείες. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης δεν φαίνεται πάντως να διεκδικεί τον ρόλο αυτό ούτε για τον εαυτό του ούτε για κάποια από τα στελέχη του κόμματός του. Επίσης, το εκλογικό σώμα στην Ελλάδα, εμποτισμένο από τον «μιθριδατισμό» της εγχώριας πολιτικής ζωής, δεν φαίνεται να θεωρεί «θανάσιμο αμάρτημα» την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, γεγονός αρκετά σύνηθες στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, αρκεί βέβαια να δοθεί πειστική και ευλογοφανής δικαιολογία. Από την άλλη πλευρά, η κάλπη πολλές φορές στο παρελθόν έχει αποδειχτεί «γκαστρωμένη», όπως συνήθιζε να λέει ο αείμνηστος Χαρίλαος Φλωράκης, με το αποτέλεσμά να παραμένει αμφίβολο μέχρι το άνοιγμά της…
Πού «ποντάρει», λοιπόν, ο πρωθυπουργός και δεν ενδίδει στη «σαγήνη» των πρόωρων εκλογών; Ανεξάρτητα από τις πολιτικές πρωτοβουλίες που δύναται να αναλάβει η κυβερνώσα παράταξη το προσεχές διάστημα για να διατηρήσει το διαφαινόμενο προβάδισμά της, κάποιες παράμετροι της τρέχουσας πολιτικής μάλλον δεν επιδέχονται ισχυρής αμφισβήτησης.
Καταρχάς, στο διάστημα της μέχρι τώρα θητείας της, η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με σημαντικές κρίσεις, κυριότερη των οποίων υπήρξε η διαχείριση της πανδημίας που ακόμη σοβεί. Ενδεχομένως, ο πρωθυπουργός να εκτιμά ότι τα στελέχη της αντεπεξήλθαν σε ικανοποιητικό βαθμό και το κυβερνητικό σχήμα, με αλλαγές ή όχι, ότι μπορεί να περάσει επιτυχώς το εμπόδιο της επερχόμενης βαθιάς ενεργειακής και οικονομικής κρίσης.
Στον αντίποδα, η αξιωματική αντιπολίτευση δεν φαίνεται να βάζει στην κυβέρνηση την πίεση που θα ανέμενε κανείς ώστε η τελευταία να γνωρίσει μεγάλη φθορά ύστερα από τρία χρόνια παραμονής της στην εξουσία και να επιδιώξει να τη συγκρατήσει μέσω της καταφυγής σε πρόωρες κάλπες.
Ο κ. Τσίπρας, ο οποίος έχει θητεύσει σε κυβερνητικό πόστο, μοιάζει να μην λαμβάνει από τα στελέχη του τη βοήθεια που ενδεχομένως θα ανέμενε ο ίδιος, καθώς, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, κάποια από αυτά, και μάλιστα προβεβλημένα, είτε από παρορμητισμό της στιγμής είτε από υπερβάλλοντα ζήλο, έφθασαν σε σημείο να τον «εκθέσουν».
Κοντολογίς, δε θα μπορούσε να αποφανθεί κανείς με βεβαιότητα ότι η παρουσία του κ. Μητσοτάκη στο τιμόνι της χώρας επί τριετία του έχει προσδώσει τόσο μεγάλη αυτοπεποίθηση ώστε να μην δελεάζεται από την εκλογική προοπτική του φθινοπώρου που προσώρας δείχνει ιδανική για τις πολιτικές του στοχεύσεις, ανάμεσα σε αυτές και την ανατροπή του ισχύοντος εκλογικού νόμου, με βάση τη δεδομένη πολιτική και οικονομική συγκυρία. Η διαπίστωσε άλλωστε ότι σε αυτόν τον κατακερματισμένο πολιτικά κόσμο που ζούμε κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει… μάλλον αποτελεί τη μοναδική βεβαιότητα. Σε κάποια περίπτωση, η δέσμευση του πρωθυπουργού για τη διεξαγωγή των εκλογών στο τέλος της τετραετίας είναι ευκαιρία να γίνει απαρχή να επανέλθει η χώρα στη συνταγματική νομιμότητα που στο πεδίο αυτό τουλάχιστον παραβιάζεται συστηματικά.
Επιβεβλημένο είναι, εξάλλου, να συμφωνήσουν τα κόμματα σε μακρά διάρκεια και στον εκλογικό νόμο που αλλάζει τρεις… και λίγο. Βασικές αρχές της σύγχρονης δημοκρατικής διακυβέρνησης… ανάχωμα στον «μαυρογιαλουρισμό», που δυστυχώς βρίσκει ακόμη θιασώτες…
Από τον Βασίλη Πλατή,
φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.