Και είχε λογική βάση το ερώτημα αυτό για τους σκεφτόμενους ντόπιους και αλλοδαπούς, που γνώριζαν τις τυραννικές συνθήκες της εφτάχρονης χουντοκρατούμενης Ελλάδας, με τον ελληνικό λαό στο γύψο της τρομοκρατίας, και τα ξερονήσια γεμάτα από εκτοπισμένους πολιτικούς κρατούμενους να βασανίζονται θανατερά για τις προοδευτικές και δημοκρατικές τους ιδέες.
Στο παραπάνω λοιπόν ερώτημα του Μίκη, που απάντησαν φυσικά οι Έλληνες στην πλειονότητα, ναι Καραμανλής, είχε για την χρονική εκείνη στιγμή την λογική εξήγηση. Προτίμησε δηλαδή από τα τανκς… τον Καραμανλή – έστω και δια χειρός Γκιζίκη, που έγινε η παράδοση… των κλειδιών… της χώρας μας, από τη Χούντα. Αφού το φασιστικό κράτος των πραξικοπηματιών στρατιωτικών είχε καταρρεύσει, μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου την προηγούμενη χρονιά. Έτσι, ο τελευταίος εντεταλμένος στρατηγός και διορισμένος πρόεδρος της δικτατορίας Φαίδωνας Γκιζίκης, με την κυβέρνηση φιάσκο Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, κατ’ εντολή… παραδίνει την εξουσία στον προσκεκλημένο… αυτοεξόριστο στο Παρίσι, Κωνσταντίνο Καραμανλή για να αναλάβει τις τύχες του ελληνικού λαού από εκεί και πέρα. Βέβαια, με μια υπηρεσιακή πολυκομματική κυβέρνηση στην αρχή εθνικής ενότητας, μέχρι τις πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές, που ορίστηκαν στις 17 του Νοέμβρη του 1974, την ημέρα δηλαδή της «επίσημης» καθιερωμένης εξέγερσης του Πολυτεχνείου, του 73.
Πέρασαν από τότε σαράντα οχτώ χρόνια, με δεκαεφτά εναλλακτικές κυβερνήσεις εκλεγμένες και υπηρεσιακές κατά καιρούς, της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ και μία του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως ο ελληνικός λαός, ο πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος, εξακολουθεί να ψάχνει μέχρι σήμερα, Ελληνες πολιτικούς πατριώτες, αξιόπιστους, αξιοκράτες και λαοπρόβλητους, με αξίες και ιδανικά, για να εναποθέσει τις τύχες του και τα όνειρά του στα χέρια τους, για να γίνουν πραγματικότητα τα όνειρά του, στο όνομα της πολυπόθητης Δημοκρατίας.
Τώρα θα μου πείτε ποιας Δημοκρατίας; Της κομματοκρατίας να πούμε εδώ… και ούτε της κομματοκρατίας, να πούμε καλύτερα, της Δημοκρατίας της ολιγαρχίας, αυτή είναι η αλήθεια. Αυτή είναι η περιβόητη αστική Δημοκρατία της χώρας μας. Και το χειρότερο απ’ όλα (αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους) την ξενοκίνητη κατευθυνόμενη Δημοκρατία, που εξυπηρετεί πάντα και πρώτα απ’ όλα τα ολιγαρχικά ξένα και ντόπια συμφέροντα, αυτό είναι ηλίου φαεινότερα, το βλέπουμε και το ζούμε από γεννησιμιού μας στην Ελλάδα των Ελλήνων σημερινών, χτεσινών και αρχαίων φιλοσόφων. Το βλέπουμε και το ζούμε στη σημερινή Ελλάδα που την εποχή του αρχαίου Περικλή γέννησε τη Δημοκρατία. Που γέννησε αυτό το σύστημα διακυβέρνησης των λαών, που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με τα όσα ευαγγελιζόμαστε ιστορικά, θρησκευτικά, πολιτικά, εμείς οι νεοέλληνες, όμως καυχιόμαστε και καμαρώνουμε αιώνες τώρα, για το πολίτευμα αυτό, ότι εδώ γεννήθηκε αυτό το σύστημα και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια του χρυσού αιώνα του Περικλέους.
Άλλα, ας δούμε σαν σήμερα, στις 20 του Ιούλη του 1974, που έγινε αυτή η αλλαγή και περάσαμε στη μεταπολίτευση (όπως συνηθίζουμε να τη λέμε) ύστερα από μια εφτάχρονη «νύχτα δικτατορικού σκότους και τρόμου», όπου η Ελλάδα ελευθερώνεται κατά κάποιο τρόπο, και η περίφημη «Αφροδίτη», η μεγαλόνησος η Κύπρος διχοτομείται, από τα στρατεύματα κατοχής της Τουρκίας, πολιορκείται και καταχτιέται ένα μέρος του νησιού, το 37% είναι τουρκοκρατούμενο, μέχρι στιγμής.
Κατά τ’ άλλα, η «ελεύθερη» πολιτική ζωή επανέρχεται στην Ελλάδα και τα ελληνικά πολιτικά κόμματα αναγεννιούνται από την τέφρα για να διεκδικήσουν την ψήφο του λαού και να ξαναχτίσουν το διπολικό κομματικό παραταξιακό κράτος όπως το ξέρουμε και το ζούμε ανά το πανελλήνιο. Τα πρώτα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας (που μόνο στα λόγια διαφέρουν) εναλλάσσονται και νέμονται την εξουσία, σύμφωνα με τις εντολές που παίρνουν από τα ξένα κέντρα (διευθυντήρια) και ο χορός καλά κρατεί στο ρωμαίικο. Ένα βήμα μπρος και δύο πίσω, μπροστά πάμε… έστω με βήματα χελώνας.
Αυτή είναι η αστική Δημοκρατία της ολιγαρχίας, οι πολλοί να είναι στο «ζυγό» και οι λίγοι να καρπώνονται τον ιδρώτα και τα κόπια τους. Αν δεν μας αρέσει ας την αλλάξουμε και να την κάνουμε λαϊκή Δημοκρατία, με πολίτευμα λαοκρατίας (που έλεγε και πρεσβύτερος Γ. Παπανδρέου) το 1964.
Έχουμε και τη μαρξιστική κοσμοθεωρία (ας μην το ξεχνούμε αυτό) που δίνει πολίτευμα λαϊκής δημοκρατίας, που πηγάζει απ’ τον λαό και υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα με αξιοκρατικά κριτήρια και δίνει λύσεις στα μεγάλα καθημερινά προβλήματα, που για αιώνες παραμένουν ανοιχτά και άλυτα από όλες τις αστικές κομματοκρατικές κυβερνήσεις που γνωρίσαμε μέχρι σήμερα. «Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας ας έχουσι, θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία…» μας λέει ο Αντρέας Κάλβος.