Οι συνταξιούχοι, κατά κανόνα, όταν είναι καλά στην υγεία τους, κουρασμένοι καθώς είναι απ’ τον κάματο της ζωής και απ’ τους περιορισμούς, που τους επέβαλαν, επί δεκαετίες, η εργασία τους και άλλες δραστηριότητές τους, επιδιώκουν, αρχικά και συνήθως, την απραξία και τη νιρβάνα, προκειμένου να ξεκουραστούν και να βγάλουν τα απωθημένα τους με χαλαρότητα, ξενοιασιά και περισσότερο ύπνο και διασκέδαση. Γρήγορα, όμως, διαπιστώνουν, όταν ζουν μόνοι τους, ότι η ρουτίνα της καθημερινότητας χωρίς άλλα ενδιαφέροντα και ενασχολήσεις καταντά, με την πάροδο του χρόνου, ανιαρή και σκοτώνει. Γι’ αυτό και πολλοί συνταξιούχοι αναγκάζονται να ενεργοποιούνται και να γεμίζουν τον χρόνο τους με ποικίλες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και το ντάντεμα εγγονιών, όταν, βέβαια, τους τα εμπιστεύονται τα παιδιά τους.
Κάποιοι παππούδες και γιαγιάδες, ωστόσο, βαρυγκωμούν. Οι περισσότεροι, όμως, αποδέχονται την ενασχόληση αυτή με ιδιαίτερη ευχαρίστηση και ικανοποίηση, παρά τις δυσκολίες και την ευθύνη που αναλαμβάνουν. Και αυτό συμβαίνει, γιατί όχι μόνο καλύπτουν, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα χρονικά κενά και την απραξία τους, αλλά και γιατί, σ’ αυτήν την περίοδο της ζωής τους, που είναι γεμάτοι από εμπειρία και σοφία, τους δίνεται η ευκαιρία να κάνουν με άνεση αυτό που θα ήθελαν να προσφέρουν οι ίδιοι στα παιδιά τους, όταν αυτά ήταν μωρά, αλλά η καθημερινή πίεση, λόγω φόρτου εργασίας, δεν τους το επέτρεπε. Επειδή, όμως, του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου, χρειάζεται μεγάλη προσοχή εκ μέρους τους και ενιαία ακολουθητέα γραμμή ανατροφής με τους γονείς, προκειμένου αυτή να είναι αποτελεσματική, ισορροπημένη και χωρίς βραχυκυκλώματα, γιατί ορισμένοι τα παραχαϊδεύουν, τα μπερδεύουν και δυσκολεύουν το έργο των γονιών.
Όπως και να το κάνουμε, όμως, το ντάντεμα εγγονιών κουράζει, αλλά και συναρπάζει, συνάμα, προσφέροντας ικανοποίηση, εσωτερική πληρότητα στους απόμαχους της ζωής, επικοινωνία και σύνδεση των γενεών μεταξύ τους. Είναι σπουδαίο, άλλωστε, το να βλέπει κανείς ένα μωρό να του χαρίζει τα χαμόγελά του και την αγκαλιά του, όταν ασχολείται, ποικιλότροπα, μαζί του ικανοποιώντας τις επιθυμίες του. Εξαιρετικά σπουδαίο και γοητευτικό, επίσης, είναι το να προσπαθούν ο παππούς και η γιαγιά να γίνονται μικροί και να παίζουν μαζί του, να το βοηθούν, για να ρίχνει τα πρώτα βήματά του, να ανακαλύπτει, σταδιακά, τον κόσμο και να προσπαθεί να πει τις πρώτες του συλλαβές και λέξεις μέσα στις οποίες, εκτός απ’ τη μαμά και τον μπαμπά, περιλαμβάνονται η γιαγιά και ο παππούς. Όλα αυτά και πολλά άλλα, ακόμη, ενώ είναι τόσο απλά και συνήθη, προκαλούν την ικανοποίηση, αλλά και τη χαρά των οικείων του, αρκεί να μην προκύπτουν από αγγαρεία.
Οι καλύτερες στιγμές, όμως, για έναν παππού και μια γιαγιά είναι η ώρα του παραμυθιού. Είναι η ώρα, που καθισμένοι μαζί με το εγγόνι στον καναπέ ή ξαπλωμένοι στο κρεβάτι ξεφυλλίζουν και διαβάζουν κάποιο παραμύθι ή επιστρατεύοντας τις γνώσεις τους και τη φαντασία τους πλάθουν τις δικές του ιστορίες γοητεύοντας τον ακροατή τους και διδάσκοντάς του, εμμέσως πλην σαφώς, τρόπους συμπεριφοράς και τις κακοτοπιές της ζωής. Αλλά και, όταν κάνουν μαζί τον περίπατό τους, είναι, εξ ίσου, γοητευτικό και ενδιαφέρον να απαντά κανείς στα ερωτήματα του εγγονιού και να το κάνει σοφότερο.
Και επειδή δεν είναι εύκολο για ένα μικρό παιδί να μπει στον ίσιο δρόμο, όπως τον αντιλαμβάνονται οι γονείς του και, συνάμα, οι παππούδες και οι γιαγιάδες του, είναι πολύ ενδιαφέρον να ψάχνει και να βρίσκει κανείς τη λύση, προκειμένου να πείθει και να εξουδετερώνει τις αντιδράσεις του, όταν τα θέλω τα δικά του είναι διαφορετικά και χωρίς υπόβαθρο. Χρειάζεται, γι’ αυτό, υπομονή, διπλωματία, αλλά και γνώση στοιχειωδών κανόνων παιδαγωγικής και ψυχολογίας, προκειμένου να επιτευχθεί η κοινωνικοποίησή του χωρίς κραδασμούς. Η σκέψη και μόνο ότι ο παππούς και η γιαγιά συμβάλλουν, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αν μη τι άλλο, τους γεμίζει χαρά και αγαλλίαση και τους αποζημιώνει για τους κόπους τους.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, πώς να μη θεωρείται απ’ αυτούς ευλογία Θεού μια τέτοια ενασχόληση;
Από τον Κώστα Γιαννούλα