Κι αν σε κάποιον βαθμό γινόμαστε τοποτηρητές των αγγλικών συμφερόντων στην περιοχή, παραδοχή που δε στερείται, βέβαια, αλήθειας, το διακύβευμα για την ελληνική πλευρά ήταν μεγάλο: η προστασία των ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή, που δεν αποτελούσαν άλλωστε τη συντριπτική πλειοψηφία έναντι του μουσουλμανικού στοιχείου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Μάιο του 1919 που κατέπλευσαν τα ελληνικά πλοία στη Σμύρνη, ο τουρκικός εθνικισμός μόλις αναδυόταν και δεν είχε προσλάβει ακόμη την ορμή και τη βιαιότητα των επόμενων χρόνων, υπό την ηγεσία των Νεότουρκων του Κεμάλ Ατατούρκ.
Την τουρκική αντίδραση, ωστόσο, θα έπρεπε να την αναμένουμε. Η Ιωνία θεωρείτο η «καρδιά» της διαμελισμένης από τη συμμετοχή της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που με τη συνθήκη των Σεβρών είχε απολέσει τα εναπομείναντα ευρωπαϊκά της εδάφη, αλλά και τμήματα της Μέσης Ανατολής και της Συρίας.
Η προέλαση του ελληνικού στρατού στην τουρκική ενδοχώρα δεν απαντούσε σε καμιά στρατηγική και κυρίως δεν λάμβανε υπ’ όψιν της τη γεωγραφία και τη δημογραφία της περιοχής, παράγοντες που συνήθως κρίνουν την έκβαση ενός πολέμου.
Οι ευθύνες βαρύνουν πρωταρχικά την αντιβενιζελική παράταξη που δεν διέθετε σχέδιο και στρατηγική, ενώ με την «απονενοημένη» κίνηση της επιστροφής του βασιλιά Κωνσταντίνου έδωσε το πρόσχημα στους «συμμάχους» να εγκαταλείψουν τον ελληνικό στρατό σε έναν αδιέξοδο πόλεμο που διεξαγόταν σε αχανές μέτωπο εναντίον ενός ολοένα και περισσότερο ενισχυόμενου αντιπάλου.
Η «γάγγραινα» που Εθνικού Διχασμού που ταλάνιζε τη χώρα, αλλά και το στράτευμα ήδη από το 1915 έμελε να αποτελέσει «χαίνουσα πληγή» και για τις επόμενες δεκαετίες. Ο Εθνικός Διχασμός δεν άμβλυνε μόνο την επιθετική ικανότητα του ελληνικού στρατού, αλλά δηλητηρίαζε και το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα, τη στιγμή που ο στρατός πάλευε, προς το τέλος μάλιστα του πολέμου, μόνος και αβοήθητος, για να εφαρμόσει τους όρους της Συνθήκης των Σεβρών, που τελικά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ.
Οι συνέπειες της Μικρασιατικής Εκστρατείας είναι γνωστές ωστόσο, μέσα από την περιπέτεια αυτήν, η περιδίνηση του ελληνικού λαού από την τραγωδία στην εποποιία ανέδειξε τη δυνατότητά του να ξεπερνά τις δυσκολίες και να μεγαλουργεί, ακόμη κι όταν οι «σύμμαχοι» του γυρίζουν ανερυθρίαστα και απροκάλυπτα την πλάτη. Η διχόνοια όμως υπονομεύει τις αρετές της ελληνικής φυλής και αποτελεί «κακό σύμβουλο» και για το παρόν, αλλά και για το μέλλον.
Από τον Βασίλη Πλατή,
φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.