Ο Καβάλα, που κρατείται από την 1η Νοεμβρίου του 2017, κατηγορείται για απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης μέσω της οργάνωσης και της χρηματοδότησης των διαδηλώσεων που έγιναν στο πάρκο Γκεζί τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2013. Άλλα επτά άτομα καταδικάστηκαν σε κάθειρξη 18 ετών για «παροχή βοήθειας» στον Καβάλα. Οι τελευταίοι, όπως και ο Καβάλα, είχαν αθωωθεί τον Φεβρουάριο του 2020 από ένα άλλο δικαστήριο...
Ο ίδιος ο Κάφκα δύσκολα θα φανταζόταν μια τέτοια δίκη. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει καταδικάσει την Τουρκία για την κράτηση του Καβάλα και έχει διατάξει την ακύρωση των κατηγοριών εναντίον του. Στο όνομα όμως της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας των τουρκικών δικαστηρίων, ο Ερντογάν τούς ζήτησε να μην υπακούσουν στην ετυμηγορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Πολλοί περίμεναν ότι η επανάληψη του διαλόγου ανάμεσα στην Τουρκία, την ΕΕ και τις ΗΠΑ θα οδηγούσε σε μια πιο ήπια ποινή. Είναι όμως σαφές ότι ο Ερντογάν είναι αποφασισμένος να αψηφήσει τη διεθνή κοινή γνώμη και να βάλει πάνω απ’όλα την αυτονομία και την ισχύ της Άγκυρας απέναντι στις δυτικές πρωτεύουσες. Με τον τρόπο αυτό ικανοποιεί τους θρήσκους εθνικιστές και επιφέρει άλλο ένα ισχυρό πλήγμα στη σύγχρονη κοσμική κοινωνία της χώρας του. Εν μέσω μιας οικονομικής κρίσης, για την οποία κύριος υπεύθυνος είναι ο Τούρκος Πρόεδρος, η τουρκική κοινωνία εκδηλώνει μια όλο και μεγαλύτερη δυσπιστία απέναντι στην κεντρική εξουσία. Την ίδια στιγμή είναι αισθητή μια αμηχανία και στους κόλπους της κυβέρνησης ενόψει των προεδρικών και βουλευτικών εκλογών που θα διεξαχθούν το αργότερο σε 14 μήνες. Αυτός είναι ο λόγος που ο Ερντογάν μετατρέπει την καταδίκη τού Καβάλα σε σύμβολο της εξουσίας του.
Στην πραγματικότητα, αυτή η ψευδοδικαστική απόφαση είναι ένα στοιχείο της στρατηγικής καταστολής και τρομοκράτησης που ακολουθεί ο Ερντογάν. Στην ίδια στρατηγική εντάσσονται ακόμη οι μαζικές συλλήψεις στελεχών και βουλευτών του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, η επανάληψη των στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά των Κούρδων βορείως της Συρίας και του Ιράκ, η απαγόρευση των οργανώσεων κατά των γυναικοκτονιών, η δίωξη όσων βουλευτών τάχθηκαν υπέρ της αναγνώρισης της αρμενικής γενοκτονίας, η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων που έχει η διεύθυνση θρησκευτικών υποθέσεων, η απαγόρευση να δημοσιεύονται στοιχεία που αμφισβητούν τις επίσημες στατιστικές, η φυλάκιση δημοσιογράφων.
Ο Ερντογάν είναι αποφασισμένος να μετατρέψει το καθεστώς εκλεγμένου αυταρχισμού σε μια ισλαμο-εθνικιστική δικτατορία. Θα ήταν λάθος να επιτραπεί αυτή η πορεία επειδή η Τουρκία έχει γίνει απαραίτητη στην αντιμετώπιση της ουκρανικής κρίσης. Θα πρέπει όλοι να διδαχθούμε τα μαθήματα από τη μακρά αδράνεια των δυτικών δημοκρατιών απέναντι στις ακρότητες του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Των Αχμετ Ινσέλ και Νόρα Σενί
(*) Ο Αχμετ Ινσέλ είναι ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γαλατασαράι. Η Νόρα Σενί είναι ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Paris-VIII.
(Πηγή: Le Monde)