Αλλά οι κάτοικοι του Πόντου δεν έμειναν αδρανείς και, βλέποντας ότι οι άλλες εθνότητες της Οθ. Αυτοκρατορίας διεκδικούσαν την αυτονομία τους, ανέθεσαν την εκπροσώπησή τους στον μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο Φιλιππίδη, ο οποίος με πνεύμα μετριοπάθειας προσπαθούσε να βρει λύση ισονομίας και ισοπολιτείας των όσων κατοικούσαν στον Πόντο. Συζητούσε λοιπόν και με εκπροσώπους της Κεμαλικής κυβέρνησης στην Κων/λη, και με αντιπροσώπους της εθνικής αντίστασης των Τούρκων (Κεμαλιστές) και με εκπροσώπους της Αρμενικής Δημοκρατίας.
Τόσο ο μητροπολίτης Χρύσανθος, όσο και ο πρωθυπουργός της Αρμενικής Δημοκρατίας, έβλεπαν ως λύση τη δημιουργία ενός Ποντοαρμενικού Κράτους, εκτεινόμενου από την Τραπεζούντα ως το Βαν και τα αρμενικά σύνορα της Καυκασίας.
Και τη δημιουργία ενός τέτοιου κράτους την αναγνώρισε και η συνθήκη των Σεβρών (22 Ιουλίου / 10 Αυγούστου 1920). Συνεπώς υπό την κηδεμονία της Κ.Τ.Ε. θα μπορούσε κάλλιστα να είχε δημιουργηθεί η αυτονομία του Πόντου με ισοπολιτεία Ελλήνων και Τούρκων κατά τρόπο ειρηνικό δια της διπλωματικής οδού, οπότε και θα είχαν αποφευχθεί τα όσα αιματηρά και εγκληματικά επεισόδια ακολούθησαν. Οι Τούρκοι εθνικιστές όμως του Κεμάλ έχοντας κηρύξει μέχρις εσχάτων την εθνική τους αντίσταση, πολεμούσαν με νύχια και δόντια να κρατηθεί η Τουρκία στους Τούρκους. Επομένως όλες οι άλλες εθνότητες, Έλληνες, Αρμένιοι, Βούλγαροι, Σύριοι κλπ. έπρεπε να φύγουν από τα εδάφη της Τουρκίας, ιδίως οι Έλληνες, τους οποίους οι Τούρκοι εθνικιστές έβλεπαν ως όργανα του ξένου ιμπεριαλισμού, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι οι Έλληνες ήρθαν να στηρίξουν τις τύχες των αλύτρωτων αδελφών τους.
Με τη συμφωνία λοιπόν του Χρύσανθου και του Αλ Χατισιάν υπογράφηκε τον Γενάρη του 1920 συμφωνία για την ίδρυση του Ποντο-αρμενικού κράτους. Και υπογράφηκε όταν οι Τούρκοι εθνικιστές είχαν ξεκινήσει από τη Σμύρνη και το Αιδίνιο να ξεσπούν τη μανία τους ενάντια στους Έλληνες της περιοχής εκείνης, πιστεύοντας ότι έτσι εκδικούνται την εισβολή των ξένων ιμπεριαλιστών στην Τουρκία. Και σταδιακά επεξέτειναν αυτή τους την τακτική, όπου επικρατούσαν.
Τελικά η σταδιοδρομία του νέου κράτους ήταν εφήμερη. Τον Νοέμβρη του 1920 οι Τούρκοι εθνικιστές επιτέθηκαν εναντίον των Αρμενίων στο Ερζερούμ και προέβησαν σε γενοκτονία των κατοίκων, ώσπου ανάγκασαν τους Αρμενίους να συνθηκολογήσουν. Οπότε οι Έλληνες του Πόντου έμειναν στο έλεος του τουρκικού φανατισμού, που τον τροφοδοτούσε η παρουσία του Ελληνικού στρατού στη Σμύρνη και η προέλασή του στα ενδότερα της Μ. Ασίας. Έτσι μετά τη γενοκτονία των Αρμενίων πήρε σειρά η γενοκτονία των Ποντίων. (Τώρα, εάν ορισμένοι θέλουν να λένε τη γενοκτονία εθνοκάθαρση, αυτοί καλό θα ήταν να γνωρίσουν εκ βάθρων την ετυμολογία και τη σημασία των λέξεων αυτών. Διαφορετικά δεν πρόκειται να συνεννοηθούμε ιστορικά με άλλους λαούς και ειδικότερα με τους γείτονες).
Οι Τούρκοι λοιπόν εθνικιστές από τις 23-7 ως τις 7-8-1919 υπό την προεδρία του Κεμάλ πραγματοποίησαν στο Ερζερούμ συνέδριο στο οποίο διατύπωσαν τις αρχές του κινήματός των, σκοπός του οποίου ήταν η διαφύλαξη της εθνικής ενότητας, ακόμα κι αν χρειαζόταν και ο βίαιος παραμερισμός της κυβέρνησης του Σουλτάνου, τον οποίο θεωρούσαν αιχμάλωτο των ξένων στην Κων/λη.
Και κατά το πρώτο 10ήμερο του Σεπτέμβρη του 1919 έκαμαν 2ο συνέδριο στη Σεβάστεια, όπου αποφάσισαν να αγωνιστούν ενάντια στην προσάρτηση ανατολικών ή δυτικών επαρχιών στην Αρμενία ή στην Ελλάδα. Επίσης στη Σεβάστεια διατύπωσαν τις αρχές ενός εθνικού συμφώνου. Οι εξελίξεις αυτές ανάγκασαν τον Σουλτάνο να προκηρύξει εκλογές για νέο Κοινοβούλιο στις 7 Νοέμβρη 1919. Στις εκλογές ο Κεμάλ εκλέχτηκε βουλευτής, αλλά δεν παρουσιάστηκε στο Κοινοβούλιο. Εγκαταστάθηκε στην Άγκυρα με σκοπό σε λίγο να την ανακηρύξει πρωτεύουσα του νέου κράτους και επιδόθηκε στην οργάνωση εθνικού λαϊκού στρατού.
Επόμενη κίνηση των εθνικιστών ήταν να συγκαλέσουν στην Άγκυρα τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση, που άρχισε τις εργασίες της στις 23 Μάρτη 1920. Στην ουσία δημιουργήθηκε μια επαναστατική εξουσία, η οποία παρέβλεπε τη Σουλτανική στην Κων/λη και έθεσε ένα διπλό σκοπό: Αφενός να διώξει απ’ τα εδάφη της Τουρκίας τους Ευρωπαίους και τους Σοβιετικούς δια της διπλωματικής οδού. Αφετέρου να επικεντρώσει τις πολεμικές της ενέργειες εναντίον των Ελλήνων.
Και το κακό είναι ότι όταν ο Κεμάλ κινούνταν μεθοδικά πάνω σ’ αυτούς τους άξονες, οι Έλληνες δεν τον παρακολουθούσαν. Από άγνοια άραγε ή από αδυναμία;
Για την Ομάδα Ιστορικής Έρευνας Αγιάς
“Δημήτρης Αγραφιώτης”
Οδυσσέας Β. Τσιντζιράκος
Φιλόλογος