σε αυτήν την αμερικάνικη μεγαλούπολη. Άραγε, τι σχέση έχουν τα γεγονότα εκείνα με τη χώρα μας;
Από την απελευθέρωση της Ελλάδας, μέχρι το 1930, η χώρα μας έζησε συγκλονιστικά γεγονότα με τις ληστοσυμμορίες που δρούσαν σε ορεινούς όγκους και έκαναν απαγωγές επώνυμων προσώπων και ζητούσαν λύτρα για την απελευθέρωσή τους. Ο λαός που στη μεγάλη του πλειοψηφία ζούσε πολύ φτωχικά, είχε ηρωοποιήσει αυτούς τους ληστές, επειδή μέρος από τα λύτρα, αυτά, δίνονταν σε ανθρώπους που τα είχαν ανάγκη, ή αποτελούσαν φόβητρο για την πίεση των τσιφλικάδων προς τους κολίγους. Χρειάστηκε η ισχυρή πολιτική βούληση των κυβερνήσεων του 1920 και ιδιαίτερα του Ελ. Βενιζέλου, για να δοθεί το τελειωτικό χτύπημα στον ληστοσυμμοριτισμό. Έκτοτε, δεν υπήρχε οργανωμένο έγκλημα, όπως το εννοούμε σήμερα. Μεμονωμένες εστίες παραβατικότητας μπορεί να επιβίωσαν στην Αθήνα και σε κάποιες άλλες μεγαλουπόλεις, αλλά δεν διαχέονταν σε μεγάλη έκταση στην ελληνική κοινωνία. Στην Αθήνα έμεινε ιστορική η δυναμική επέμβαση του αστυνόμου Μπαϊρακτάρη για την εξάλειψη του κουτσαβακισμού. Ήταν μια μορφή εγκληματικότητας της εποχής εκείνης, αλλά στα όρια μιας μειοψηφίας ανθρώπων σε συγκεκριμένες περιοχές. Εγκλήματα γίνονταν συχνά για λόγους τιμής, που απηχούσαν τα αυστηρά ήθη της εποχής εκείνης και θεωρούνταν χρέος η αποκατάσταση της τιμής των «θυμάτων», που έπρεπε να πληρωθεί με τη ζωή των «ενόχων». Ω Tempora Ω mores! Μερικά από αυτά τα εγκλήματα συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία με την αγριότητά τους. Σε συγκεκριμένες περιοχές (Μάνη, Σφακιά) υπήρχε η περιβόητη βεντέτα ( που κρατούσε γενιές ολόκληρες) που σήμερα τείνει να εξαλειφθεί. Να μην ξεχάσω να αναφέρω τη ζωοκλοπή, η οποία ήταν μάστιγα για την ύπαιθρο χώρα. Χρειάστηκε να ψηφιστούν αυστηροί νόμοι που προέβλεπαν αυστηρές ποινές για να εξαλειφθεί αυτό το κακό. Άλλαξαν βέβαια και οι εποχές.
Αυτή ήταν η κατάσταση από πλευράς εγκληματικότητας στην Ελλάδα μέχρι πριν από 20-30 χρόνια. Ξαφνικά όμως τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν άρδην. Η κατάσταση επιδεινώθηκε σε βαθμό που σήμερα απασχολεί πολύ τον λαό. Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το πρόβλημα αυτό βρίσκεται πολύ ψηλά σε ό,τι απασχολεί την ελληνική κοινωνία. Και πώς να μην την απασχολεί, όταν δεν περνάει μέρα που να μην ακούσουμε για δολοφονίες, ληστείες, κλεψιές, διακίνηση ναρκωτικών, εξαπάτηση πολιτών με ηλεκτρονικά μέσα και τόσα άλλα. Ακόμα χειρότερα, γίνονται πληρωμένες δολοφονίες που δεν εξιχνιάζονται ποτέ. Γίνονται βασανισμοί σε μοναχικούς ηλικιωμένους ανθρώπους μέχρι θανάτου, για να αποκαλύψουν στους αδίσταχτους ληστές τους υπαρκτούς ή ανύπαρκτους θησαυρούς τους. Συμμορίες δρουν, κυρίως σε Αθήνα και δευτερευόντως στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να εξαιρούνται οι άλλες πόλεις, ακόμα και η ύπαιθρος.
Η κατάσταση έχει ξεφύγει πολύ. Οι εκάστοτε εξαγγελίες των κυβερνήσεων ότι θα περιορίσουν το κακό, δεν επιφέρουν αποτέλεσμα. Εξαρθρώνονται κάποιες συμμορίες, αλλά στη θέση τους, δίκην λερναίας Ύδρας, ξεφυτρώνουν περισσότερες.
Η ευνοϊκή μεταχείριση, εγκληματιών, με νομοθετήματα που οδήγησαν στην αποφυλάκισή τους, νομίζω ότι έβλαψε πολύ την υπόθεση του περιορισμού της εγκληματικότητας. Έπρεπε, λέει, να αποσυμφορηθούν οι φυλακές, διότι δεν επαρκούσαν για να φιλοξενήσουν τους τρόφιμούς τους. ‘Έτσι, όσοι φυλακίστηκαν για τις εγκληματικές πράξεις τους, αποφυλακίστηκαν για να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους. Θυμάμαι παλαιά, που οι πόρτες των σπιτιών μας ήταν ανοιχτές, επειδή κανένας δεν υπήρχε να τις παραβιάσει. Τώρα, ούτε οι πόρτες ασφαλείας, ούτε τα συστήματα συναγερμού μπορούν να εμποδίσουν την επινοητικότητα των εγκληματιών. Ακόμα και αν βρίσκεσαι στο σπίτι σου, δεν τολμάς να ανοίξεις, φοβούμενος ότι μπορεί να βρεθείς πρόσωπο με πρόσωπο, με κάποιον ληστή ή απατεώνα.
Τα αίτια της εγκληματικότητας είναι γνωστά στους υπευθύνους και μένει να ληφθούν μέτρα για τον περιορισμό της, αν δεν είναι μάλιστα αργά, αφού η κατάσταση έχει ξεφύγει πάρα πολύ. Για να γίνει κάτι, στο σημείο που φτάσαμε, θα πρέπει να ληφθούν σκληρά μέτρα.
Είναι άραγε, αυτό εφικτό σε μια άκρως δημοκρατική χώρα, όπου τα εντεταλμένα όργανα βρίσκονται στο μικροσκόπιο και φοβούνται μήπως κατηγορηθούν για αυθαιρεσία, έστω και αν λειτουργήσουν στα πλαίσια του νόμου; Πρέπει τότε να ανεχθούμε ακραίες συμπεριφορές μιας μειοψηφίας ανθρώπων που απειλούν τη ζωή μας, την ελευθερία και την περιουσία μας;
Χρειάζεται εν προκειμένω, ισχυρή πολιτική βούληση για να περιοριστεί το κακό. Αλλά και ανθρωπιστική και παιδαγωγική βοήθεια σε περιθωριοποιημένες ομάδες ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας, ή όπου το περιβάλλον όπου ζουν τους ωθεί στην παρανομία. Θα θυμίσω εδώ, την περίπτωση του δημάρχου της Ν. Υόρκης, Τζουλιάνι, της 10/ετίας του 1990. Την εποχή εκείνη, η εγκληματικότητα στη μεγαλούπολη αυτή είχε γιγαντωθεί. Ο κόσμος ήταν αγανακτισμένος και οι συνθήκες ήταν ώριμες για να ληφθούν κάποια μέτρα. Ο εν λόγω δήμαρχος, λοιπόν, που στις Η.Π.Α. είναι και ο προϊστάμενος της αστυνομίας τη πόλης, κήρυξε τη «μηδενική ανοχή» για την παραβατικότητα. Τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά και εμπεδώθηκε η τάξη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Έτσι, ανάσαναν οι φιλόνομοι πολίτες. Ένα παράδειγμα ανέφερα και ο νοών, νοείτω …
Άφησα τελευταίο, αλλά πρώτο από πλευράς σπουδαιότητας, το θέμα της εγκληματικότητας των εφήβων. Εδώ και λίγο καιρό, έγινε πρώτο θέμα επικαιρότητας, οι συμμορίες των εφήβων στα σχολεία της Αθήνας. Συμμορίες εφήβων 14-17 ετών, με μαχαίρια και άλλα φονικά όργανα, κακοποιούν βάναυσα και κατατρομοκρατούν συνομήλικους τους, για να τους πάρουν τα χρήματα, τα κινητά, ή απλώς να τους φρονηματίσουν κατά τον δικό τους τρόπο σκέπτεσθαι, επιβάλλοντας το δίκαιο του ισχυρότερου. Εκκολαπτόμενοι εγκληματίες, που δεν απέχουν πολύ από τον χρόνο που θα φτάσουν στον φόνο. Και τι θα γίνει με αυτούς τους νέους; Να τους κλείσουν στα λεγόμενα σωφρονιστικά ιδρύματα, όπου θα διδαχθούν πως θα γίνουν τέλειοι κακοποιοί; Το ζητούμενο είναι να μη φτάνουν οι έφηβοι αυτοί ως εδώ. Άμα φτάσουν, είναι δύσκολο να ξεφύγουν από τον δρόμο της παραβατικότητας. Ποιος φταίει γι’ αυτό; Δεν είμαι ειδικός επιστήμονας για να το τεκμηριώσω. Πιστεύω όμως, ότι πρώτα και κύρια φταίει η οικογένεια, που μεταφέρει τα προβλήματά της στα παιδιά, δεν τα καθοδηγεί και δεν τα επιτηρεί σωστά. Τα κοινωνικό περιβάλλον που ζουν τα παιδιά. Η επίδειξη δυνάμεως και υπεροχής που θέλουν να δείξουν προς τους συνομηλίκους τους. Τα όσα βλέπουν στην τηλεόραση και τα άλλα ηλεκτρονικά μέσα, με τους υπερήρωες που θέλουν να τους μοιάσουν κάποιοι υπεύθυνοι πρέπει να ασχοληθούν σοβαρά με το τεράστιο αυτό πρόβλημα.
Τελικά, μήπως ισχύει το «Σικάγο γίναμε»;