* η παραγωγή τροφίμων,
* η παραγωγή ενέργειας,
* η ποιότητα και -σε μεγάλο βαθμό- και η ποσότητα του νερού,
* η αέναη ανακύκλωση των βασικών στοιχείων, στην οποία βασίζεται η συνέχιση της ύπαρξης της ζωής για τις επόμενες γενιές,
* η εδαφική βιοποικιλότητα, στην οποία βασίζεται η λειτουργία των οικοσυστημάτων,
* η ρύθμιση των αερίων του θερμοκηπίου, από τα οποία εξαρτάται η κλιματική αλλαγή,
* η παροχή πρώτων υλών για κατασκευή των παντός είδους κτισμάτων,
* η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, που ανακαλύπτεται με τις ανασκαφές.
Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα γιατί ο ΟΗΕ δίνει τόση μεγάλη σημασία στο έδαφος, συνοψίζεται στο ότι το έδαφος συνδέεται ισχυρά με την επισιτιστική ασφάλεια και την ασφάλεια του νερού, του κλίματος, της βιοποικιλότητας και της ενέργειας. Η αντιμετώπιση αυτών θεμελιακών ζητημάτων μεμονωμένα, χωρίς τη σύνδεσή τους με το έδαφος είναι μεγάλο λάθος. Για παράδειγμα η διαχείριση του νερού μεμονωμένα, χωρίς να συνδυάζεται ταυτόχρονα με τη διαχείριση του εδάφους, δεν οδηγεί σε ασφαλείς επιλογές. Το έδαφος παρουσιάζει μια διατομεακότητα, με την οποία διασυνδέεται στενά με τους στόχους του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της ερημοποίησης και τον μηδενισμό της περαιτέρω υποβάθμισης της γης (Land Degradation Neutrality) μέχρι το 2030. Επιπλέον η επίτευξη μέχρι το 2030 πέντε τουλάχιστον από τους 17 στόχους της Βιώσιμης Ανάπτυξης που αποφάσισε ο ΟΗΕ το 2015, έχει άμεση σχέση και εξάρτηση από το έδαφος. Οι στόχοι αυτοί είναι:
* μηδενική πείνα (στόχος 2),
* καλή υγεία και ευημερία (στόχος 3),
* καθαρό νερό (στόχος 6),
* δράση για το κλίμα (στόχος 13) και
* ζωή στη γη (στόχος 5).
Μάλιστα δε διατυπώθηκε η σοβαρή ιδέα, ότι στους 17 στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης, ίσως θα έπρεπε να προστεθεί κατ’ αναλογία με τους άλλους στόχους και η δράση για το έδαφος. Τα παραπάνω σκιαγραφούν ανάγλυφα τη σημασία του εδάφους για τη βιωσιμότητα του πλανήτη. Δυστυχώς όμως μέχρι τώρα φαίνεται ότι οι κυβερνήσεις, οι αρμόδιοι φορείς και διοικητικές αρχές σε όλα τα επίπεδα, δεν αντιλαμβάνονται το μέγεθος της σημασίας του εδάφους και των κινδύνων που διατρέχει, θεωρώντας ότι είναι δεδομένος και σταθερός παράγοντας, σχεδιάζοντας τη διαχείρισή του στην αντιεπιστημονική αυτή άποψη. Η αλήθεια όμως είναι τελείως διαφορετική. Το έδαφος έχει υποστεί μεγάλη υποβάθμιση παγκοσμίως και συνεχίζει να δέχεται τεράστιες πιέσεις από κακοδιαχείριση, με αποτέλεσμα τη συνεχή διάβρωσή του, την απώλεια της οργανικής ουσίας, τη θρεπτική διαταραχή, την αλάτωση, τη μείωση της έκτασής του λόγω αλλαγής χρήσης της γης, την απώλεια της βιοποικιλότητας, τη ρύπανση και την οξίνιση (η ιεράρχηση είναι του ΟΗΕ). Ευτυχώς, τελευταία είδαμε κάποια ενθαρρυντικά σημάδια, ότι άρχισε επί τέλους να γίνεται αντιληπτός ο ρόλος των εδαφών, όπως προκύπτει από την τελευταία απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (28-4-21) να εκδώσει ψήφισμα για την προστασία του εδάφους με πολύ προωθημένες θέσεις.
Τι γίνεται όμως στη χώρα μας; Έχουμε αντιληφθεί τη σημασία του εδάφους για την ίδια την επιβίωσή μας; Δυστυχώς η απάντηση είναι αρνητική. Δύο μόνο χαρακτηριστικά παραδείγματα αποδεικνύουν αυτήν την αρνητική διαπίστωση. Το πρώτο αφορά τη διατήρηση και χειροτέρευση του νομοθετικού πλαισίου, το οποίο αφήνει απροστάτευτη τη γεωργική γη, η οποία εκχωρείται με μεγάλη ευκολία σε άλλες χρήσεις (π.χ. φωτοβολταϊκά). Το δεύτερο αφορά τη μη συμμόρφωση της χώρας μας στους όρους της Σύμβασης για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης, μη καταβάλλοντας τη συνδρομή της (μόλις 25.000 € τον χρόνο!) από το 1997 έως σήμερα και αυτό έναν σχεδόν χρόνο μετά την κατηγορηματική δέσμευση του ΥΠΑΑΤ στη Βουλή ότι θα γίνει άμεσα. Για τα θέματα όμως αυτά θα επανέλθουμε.
Από τον Χρίστο Τσαντήλα,
γεωπόνο, δρ. εδαφολογίας, ερευνητή