Τον 18ο αιώνα οι Θεσσαλοί υπέστησαν αρκετά δεινά, κυρίως από Αλβανούς ληστές, οι οποίοι όργωναν τις περιοχές μας ανεξέλεγκτοι, σχεδόν, από τους Οθωμανούς. Τις ληστείες αυτές έχουν καταγράψει μοναχοί και ιερείς σε διάφορα εκκλησιαστικά βιβλία,
Μία από όλες τις ληστείες έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι για την καταδίωξη των ληστών κινητοποιήθηκαν πολλοί κλεφταρμοτολοί, λίγοι γνωστοί και αρκετοί άγνωστοι, διότι αναφέρονται για πρώτη φορά.
Η σχετική ενθύμηση έχει ως εξής: «έτος 1745 Μαϊω -17. Ήρθαν ει Αρβανήτις εις τα Τρίκαλα εις την Σιλάτηνα και έκαμαν δέκα μέρις και έκαψαν τα Ασμάνη και τη Βάνηα και εμαζώθηκαν τα ριγάτα όλα: Τζακάλοις, Ρουστοπάνος, Κιντωνήκος, Μακρίς, Μάνθος, Τζήμουρας, Ζήτρος και [δ]εν ειππόρησαν να τος βαρέσου[ν] και ευγίκε ο πασιάς και τους έδοκαι δόδεκα σακούλης άσπρα, και χήλια δεκάρια φ[ου]σέκια».
Στις 17.5.1745, λοιπόν, η ληστρική ομάδα των Αλβανών έφτασε στην περιοχή των Τρικάλων και προέβη στο σύνηθες έργο της: αφού λεηλάτησαν για 10 μέρες τα χωριά της περιοχής, στο τέλος πυρπόλησαν την Σλάτινα, το σημερινό Ρίζωμα και το Ασμάνη, το εγκαταλειμμένο από χρόνια Οσμάνι, και τη Βάνια, τον σημερινό Πλάτανο. Η μανία των ληστών ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθεί από τις τοπικές κλεφταρματολικές ομάδες και έγινε, κατά κάποιον τρόπο, γενικό προσκλητήριο, με αποτέλεσμα να φτάσουν στην περιοχή εφτά ηγετικές μορφές του κλεφταρματολισμού (τα ρηγάτα) της Θεσσαλίας και πιθανόν και γειτονικών περιοχών. Και αυτοί, όμως, δεν μπόρεσαν να νικήσουν τους Αλβανούς ληστές. Για να σταματήσει το κακό, ο τότε πασάς των Τρικάλων, τους πρόσφερε 10 σακούλες άσπρα (υποδιαίρεση του γροσίου), ποσό σημαντικό για την εποχή, με αποτέλεσμα οι αργυρολόγοι ληστές να αποχωρήσουν.
Η πράξη του πασιά δεν έγινε επειδή ψυχοπόνεσε τους Έλληνες, αλλά για να προστατέψει τη φήμη μου και να μην κινδυνέψει να χάσει την εξουσία, από τους αντιπάλους του.
Από τους καπεταναίους των ρηγάτων ο μόνος γνωστός είναι ο Ζήδρος (Ζήτρος), ο οποίος ήταν ένας μεγάλος αρματολός, που εξουσίαζε τις περιοχές του Ολύμπου, των Χασίων και ένα τμήμα της Δυτικής Μακεδονίας. Ο Τσάκαλος, ο Σουστοπάνος (Ρούστας Πάνος), Ο Κοντονίκος, ο Μακρής, ο Μάνθος, ο Τζήμορας (στα βλάχικα Τζήμος και Τζήμας είναι ο Δημήτρης) είναι άγνωστοι, καθώς δεν αναφέρονται στις πηγές τις οποίες έχω υπόψη μου. Είναι πολύ πιθανόν να ήταν κολιτζήδες (τομεάρχες) του Ζήδρου, οι οποίοι δεν αναδείχθηκαν καπεταναίοι, όπως συνέβη με τον Τσάρα, γαμπρό του Ζήδρου, τους Λαζαίους, τον Βλαχάβα κ.ά. Εντύπωση μας προξενεί η απουσία του γερο-Θανάση Βλαχάβα, ο οποίος ήταν αρματολός των Χασίων, μιας περιοχής πολύ κοντά στα προαναφερόμενα χωριά βορείως των Τρικάλων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ν. Α. Βέης, Τα χειρόγραφα των Μετεώρων (…). Τόμος Β’. Τα χειρόγραφα της Μονής Βαρλαάμ, Αθήναι 1984, σ. 38.
Κώστας Σπανός, Θεσσαλικές Ενθυμήσεις 1404-1881. Τόμος Α’. 1404-1799, Λάρισα 2011, σσ. 110-111.
www.thessaliko.gr