Ο Παν ήταν δευτερεύουσα θεότητα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας. Στα αγάλματα απεικονιζόταν να έχει κάτω άκρα ζώου και ανθρώπινο σώμα, συνδυάζοντας έτσι τον ανθρώπινο και ζωικό παράγοντα. Θεωρούνταν προστάτης των ζώων, των κτηνοτρόφων, των κυνηγών και των αλιέων, όλων δηλαδή εκείνων που είχαν μόνιμο τόπο κατοικίας τους χώρους της Φύσης.
Η λατρεία του γεννήθηκε στους ορεινούς όγκους της Αρκαδίας κατά τον 7ο αιώνα π.Χ. Η μητέρα του μόλις είδε την εμφάνισή του τον εγκατέλειψε, αλλά χάρη στη φροντίδα του Ερμή που τον περιέθαλψε, ανατράφηκε από τις Νύμφες, έγινε φίλος και ακόλουθος του θεού Διονύσου. Ήταν γνωστός για τις ερωτικές του περιπέτειες και για τα γλέντια με άφθονη οινοποσία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το όνομά του προέρχεται η ευρύτατα διαδεδομένη λέξη: Πανικός. Σύμφωνα με κάποιον θρύλο, κατά τη διάρκεια της μάχης του Μαραθώνα (490 π.Χ.), ο θεός έκανε την εμφάνισή του και με τρομακτικές κραυγές που επαναλάμβαναν τη λέξη Παν-Παν-Παν, προκάλεσε τρόμο στους Πέρσες και βοήθησε αποφασιστικά στη νίκη των Ελλήνων. Εξαιτίας αυτού του θρύλου ο Παν στην αρχαία Αθήνα απέκτησε χαρακτήρα πολεμικής θεότητας.
Θεωρείται ο ιδρυτής της μαντικής τέχνης και η λατρεία του επεκτάθηκε και εκτός ελλαδικού χώρου, στην Αίγυπτο και αργότερα στη Ρώμη. Ενέπνευσε σημαντικούς γλύπτες της αρχαιότητας, όπως ο Πραξιτέλης, ενώ στα νεότερα χρόνια αποτέλεσε πηγή δημιουργίας για ζωγράφους, όπως ο Ροντέν και ο Πικάσο.
Επιμέλεια: Νίκος Τάχατος