Υπεύθυνος για την παραλαβή τους και τη φύλαξη στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου της Βελίκας είχε ορισθεί ο Αγιώτης Απόστολος Φιλίππου, αξιωματικός του στρατού, βουλευτής της Αγιάς το 1885.
Η αποστολή αυτή, όμως, των όπλων προδόθηκε στους Οθωμανούς της Αγιάς, οι οποίοι και τα κατάσχεσαν, εκτός από 400 όπλα, 69 κιβώτια με πυρίτιδα και 100 πλάκες μολύδου. Το γεγονός αυτό αναστάτωσε την περιοχή της Αγιάς. Οι Αγιώτες κατηγόρησαν διάφορους ως προδότες των όπλων και μεταξύ αυτών και τον Φιλίππου.
Ο πρόξενος της Ελλάδας στη Λάρισα Παλαμήδης μεταβίβαζε στο Υπουργείο των Εξωτερικών τις πληροφορίες που του έστελναν οι Αγιώτες. Σε μία επιστολή του (22,8.1877), αναφέρει τους εξής τρεις ως πιθανούς προδότες: α) Τον ιερέα Παπαλέξη, ο οποίος λέγεται ότι βοήθησε τους στρατιώτες για να βρουν τα υπόλοιπα όπλα. β) Κάποιον Αλεξούλη, ο οποίος ήταν ο Περικλής Γ. Αλεξούλης «εις την οικογένειαν του οποίου η προδοσία είναι κληρονομική». Και γ) Τον δάσκαλο στην Αγιά Γεώργιο Καραβίδα. Στην επιστολή του Παλαμήδης κατέληξε «ότι κρυφίως πολλοί διεδραμάτισαν το πρόσωπον του προδότου».
Ο Μιλτιάδης Σεΐζάνης, ο οποίος συμμετείχε στην επανάσταση του 1878 και εξέδωσε ένα αξιόλογο βιβλίο, αναφέρει την προδοσία των όπλων, όχι όμως και τον προδότη. Προφανώς δεν θέλησε να υιοθετήσει καμία από τις πολλές διαδόσεις των Αγιωτών. Σε αντίθεση με αυτόν, ο Γιάννης Κορδάτος, χωρίς καμία απόδειξη, κατηγόρησε τους κοτσαμπάσηδες: «Οι κοτζαμπάσηδες του Αγιόκαμπου πήραν χαμπάρι πού ήταν κρυμμένα τα όπλα και πήγαν στον τούρκο ζαμπίτη [αστυνόμο] και πρόδωσαν τους κρυψώνες».
Οι κατηγορίες δεν είχαν τέλος. Κυριάρχησε, όμως, η άποψη του Απόστολου Φιλίππου ότι οι προδότες ήταν οι Αλεξούληδες, ο Κλεάνθης και ο Περικλής. Τα βέλη του χτυπούσαν κυρίως τον Περικλή, με αποτέλεσμα αυτός να καταφύγει στην Αθήνα, μη ανεχόμενος τη σπίλωσή του. Τα σχόλια εις βάρος του συνεχίζονταν κι εκείνος έδωσε τέλος στη ζωή του, λίγες μέρες μετά την άφιξή του στην Αθήνα. Ο αθηναϊκός Τύπος της 22.2.1878 (Εθνικό Πνεύμα, Στοά και Παλιγγενεσία) έγραψαν τα εξής: «Επασχεν υπό μελαγχολίας προελθούσης εκ της διαδόσεως ότι αυτός ήτο ο προδούς τα εις Θεσσαλίαν αποβιβασθέντα όπλα των επαναστατών. Κατά την οδοιπορίαν απεπειράθη να αυτοκτονήση, αλλ’ εμποδίσθη υπό των συντρόφων του. Είχε γεννηθεί εις τον δυστυχή η υποχονδρία ότι πρόκειται να τον φονεύσουν. Χθες δε την πρωίαν, καταληφθείς υπό σφοδροτάτης μελαγχολίας», αφού πήγε η πεθερά του στην εκκλησία, πυροβόλησε με ένα πιστόλι την έγκυο γυναίκα του και τη σκότωσε. Αυτός με ένα παιδί του βγήκε έξω από την τότε Αθήνα και αυτοκτόνησε.
Η τραγωδία αυτή, υπήρξε το αποτέλεσμα της άδικης συκοφάντησης του Απόστολου Φιλίππου. Η δικαίωση του Αλεξούλη άργησε πολύ, 100 χρόνια μετά, το 1978. Ερευνώντας τα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία της Καρίτσας, για να συνθέσω ένα βιβλίο με την ιστορία του Στομίου και της Καρίτσας, εντόπισα τον προδότη των όπλων σε μία ενθύμηση, γραμμένη σε ένα Μηναίο του Σεπτεμβρίου (Βενετία 1760), η οποία έχει ως εξής: «Εν τω 1877, Αυγούστου 7 επτά (...) ήλθον οι Έλλενης εις το παράλιον μέρος Σκάλαν του Αγίω Ιωάννου Θεολόγου και εξεφόρτοσαν ένα πλοίον πολεμοφόδια και πήγαν και εδοπίησαν τους χωριάτες οπού ήτον υπογεγραμμένοι και αυτή δεν ήτον σύμφωνοι και αμέσος εδοπήισαν εις την Αρχήν και έτρεξεν στράτευμα οθομανικόν και τους πιροβώλισαν και οι Έλλενης δεν ηθέλισαν να τους πιροβολήσουν. δεν είχαν διάταγμα. μόνον εδραπέτεψαν και ο στρατός ο οθωμανικός επήγεν εις το χωρίον Αθανάτου [Μελίβοια] και πήγιναν εις τα οσπίτια και έπιρνα ό,τι ήθελαν. Αλλά οι άνθρωποι εδραπέτιψαν και τα γυναικόπιδα. μόνονη διμογεροντία έμηναν, τους έδιραν όλους (...). Ως προδότης οπού εκατέδοσε το πράγμα ήτον ο αιδισιμότατος παπ-Αλέξης από Αθανάτου. του γράφου διά ενθύμησις. Εν Καρύτσα τη 7βρίου 1877 επτά».
Επομένως, ούτε οι «κοτσαμπάσηδες» του Κορδάτου (στη Θεσσαλία οι προεστοί ονομάζονταν γέροι και πρωτόγεροι], τους οποίους ξυλοφόρτωσαν οι Οθωμανοί, ούτε ο Περικλής Αλεξούλης, το θύμα της μισαλοδοξίας του Απόστολου Φιλίππου, υπήρξαν προδότες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Γ. Κορδάτος, Ιστορία της επαρχίας Βόλου και Αγιάς, Αθήνα 1961.
2) Κώστας Σπανός, Επιγραφές και ενθυμήσεις από τα χωριά Στόμιο και Καρίτσα της Λάρισας (4ος μ.Χ. αιώνας-1888, Θεσσαλονίκη 1979.
3) Δημήτρης Αγραφιώτης, «Ο Απόστολος Φιλίππου και το ζήτημα της προδοσίας των όπλων (6.8.1877) στην επαρχία της Αγιάς», Θεσσαλικά Χρονικά, 14 (Αθήνα 1982) 35-51.
Του Κώστα Σπανού, εκδότη του «Θεσσαλικού Ημερολογίου»