Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς εξιστορεί τα γεγονότα της παρουσίας του θείου βρέφους μέσα στον ναό με ιδιαίτερη γλαφυρότητα.. Η ονομασία της εορτής «Υπαπαντή» προέρχεται από το ρήμα αντάω- υπαντάω και υπαντάομαι. Εκτός, από «Υπαπαντή» έχει και τις εξής άλλες ονομασίες: «Υπαντή», «Υπάντησις» και «Υπαπάντησις».
Εκείνη την ημέρα δύο θρησκευτικές τελετές λάμβαναν χώρα. Η μία τελετή ήταν ο καθαρισμός της μητέρας και η άλλη ήταν η αφιέρωση και η εξαγορά του πρωτότοκου βρέφους. Η Ανατολική Εκκλησία, όμως, έδωσε σημασία σε μία άλλη λεπτομέρεια: Στην υποδοχή του θείου βρέφους από τον γέροντα Συμεών. Πρόσεξε αυτό το σημείο ιδιαίτερα γιατί ήθελε να εξυψώσει τον θείο και μεσσιανικό χαρακτήρα του φερόμενου βρέφους. Αυτός ο χαρακτήρας τονίζεται στον υπέροχο ύμνο του, «νυν απολύεις τον δούλον σου ... », τον οποίο εκφώνησε εκείνη τη στιγμή ο Συμεών. O Συμεών ήταν ηλικιωμένος. Παρ’ όλο του το γήρας όμως άντεξε και είδε με τα ίδια του τα μάτια τον «Χριστόν Κυρίου». Είχε αυτό το πλεονέκτημα, αφού είχε όλη τη μεγαλοπρέπεια και την ψυχική καθαρότητα. Από την άλλη, ήταν η εορτή και της Άννας, αφού κι εκείνη ήταν μία ταπεινή και ευσεβής χήρα που κατείχε τη χάρη της «ανθομολογίας».
Οι Έλληνες είχαν δώσει το όνομα «Υπαπαντή» που σημαίνει συνάντηση και ήθελαν να εκφράσουν την ιδέα ότι ο Συμεών και η Άννα, συναντήθηκαν αισίως εκείνη την ημέρα. Από αυτό φαίνεται ότι η εορτή δεν είχε εισαχθεί από πολύ καιρό στα Ιεροσόλυμα. Επίσης από τη συγκεκριμένη φράση μπορούμε να ερευνήσουμε για την ημερομηνία της εορτής, δηλαδή, πότε εορταζόταν.
Η ημερομηνία φυσικά εξαρτιόταν από τον καθαρισμό της ημερομηνίας που εορταζόταν η εορτή των Επιφανειών. Κάτι τέτοιο όμως δεν ισχύει και αποκλείεται. Ο Ιουστινιανός ήταν εκείνος που πρώτος γενίκευσε την εορτή. Από τότε λοιπόν, που εισήχθη στο εορτολόγιο του Βυζαντινού κράτους, από το αυτοκρατορικό διάταγμα του Ιουστινιανού, η εορτή της Υπαπαντής εορτάζεται μέχρι σήμερα και στην Ανατολική Εκκλησία, όπως, καθιερώθηκε, με θρησκευτικές λιτανείες. Άλλωστε, αρκετοί παλιοί και νεότεροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς. Αναφέρουν ότι οι λιτανείες σε όλες σχεδόν τις εορτές των πρώτων αιώνων, αποτελούσαν την κοινή εορταστική βάση των χριστιανικών συνάξεων. Εκτός από τις λιτανείες, υπήρχε και το έθιμο της ΛΑΜΠΑΔΟΦΟΡΙΑΣ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, οι λαμπαδοφορίες, γίνονταν από μέρους των πιστών κατά την τελετή του βαπτίσματος, στις κηδείες, στους ενταφιασμούς των νεκρών και γενικά στις σεμνές εορτές της εκκλησίας. Στο Οδοιπορικό της Συλβίας, υπάρχει η φράση «πάντες λιτανεύουσι». Με τη φράση αυτή πρέπει να εννοήσουμε τη συνηθισμένη λιτανεία και το έθιμο του κηροκρατείν. Για το έθιμο Λαμπαδοφορίας, υπάρχει μαρτυρία, η οποία σώζεται και εισάγει το έθιμο αυτό κατά την εορτή της Υπαπαντής στην Ανατολή. Ο Κύριλλος, ο Σκυθοπολίτης στον Βίο του «εν αγίοις Άββα Θεοδοσίου του κοινοβιάρχου», κάνει λόγο για μία γυναίκα που την έλεγαν Ικελία. Η Ικελία ήταν πολύ ευσεβής γυναίκα, πρώτη άναψε τα κεριά για την Υπάντηση του Σωτήρα. Από τη μακαρία Ικελίας, εισήχθη το έθιμο του κηροκρατείν που εξακολούθησε και στους υπόλοιπους χρόνους. «Τας λαμπάδας φαιδρώς τω φωτί τω αληθινώ εξάψατε Φωτοφορούντες υπαντήσωμεν..... Ούτως σήμερον φαιδροί φαιδρώς τας λαμπάδας κοσμήσωμεν, ούτως ως υιοί φωτός του κηρούς τω φωτί τω αληθινώ προσα- γάγωμεν...» Ακόμα πιο εκφραστικά είναι τα όσα λέγονται στον προαναφερθέντα πανηγυρικό λόγο εις την Υπαντήν του πατριάρχη Ιεροσολύμων Σωφρονίου: «Μηδείς έστω φωτοφορίας, αλλότριος διά τούτο γάρ και λαμπρότητα κηρών επαγόμεθα, την θεϊκήν του προϊόντος δεικνύντες λαμπρότητα, υφ’ ..., διά τούτο λαμπαδούχοι βαδίζομεν, διά τούτο λαμπροφόροι προστρέχομεν...».
Το έθιμο της λαμπαδοφορίας φαίνεται να επικράτησε ως αποκλειστικό έθιμο της εκκλησίας των Ιεροσολύμων στην Ανατολή. Και αυτό γιατί ο Ιουστινιανός όταν γενίκευσε την εορτή σε όλο το κράτος, αυτή παρουσιαζόταν χωρίς το έθιμο του κηροκρατείν. Μία εξήγηση γι’ αυτό το ότι το έθιμο της λαμπαδοφορίας υπήρχε στη Δύση ανεξάρτητα από την εορτή της Υπαπαντής. Εισήχθη όμως στα Ιεροσόλυμα τον ε’ αιώνα από την Ικελία και επανήλθε στη Δύση αργότερα μαζί με την εορτή της Υπαπαντής αυτή τη φορά ως στοιχείο μεγάλου πανηγυρισμού. Η Ικελία από την Ανατολή εισήγαγε το παλιό έθιμο του κηροκρατείν της Δύσης για τον μεγαλύτερο πανηγυρισμό αυτής της εορτής. Αυτοί ήταν οι ιστορικοί λόγοι και οι συνθήκες που προστέθηκε το έθιμο του κηροκρατείν στον εορτασμό της Υπαπαντής. Εκτός, όμως από αυτούς υπήρξαν βεβαίως και άλλοι λόγοι εσωτερικοί ή και συμβολικοί ακόμη, οι οποίοι έδωσαν αφορμή για τη γέννηση και το συνδυασμό ενός παρόμοιου εθίμου στην εορτή.
Από τον Απόστολο Ποντίκα, δάσκαλο,
θεολόγο, φιλόλογο,
Πολιτικών Επιστημών