Κάθε μέρα που περνάει, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση έρχεται ένα βήμα πιο κοντά και οι καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων αλλάζουν οριστικά. Συνήθειες, όπως από πού παίρνεις τα τρόφιμα για το σπίτι, από πού ψωνίζεις τα παπούτσια για τα παιδιά σου, ποια ρούχα ψώνισες από το τάδε μαγαζί, πρέπει να τις ξεχάσουμε οριστικά.
Αλλά και ο τρόπος που εργαζόμαστε. Αυτό τι είναι πάλι, θεωρούσαμε δεδομένο ότι για να δουλέψεις ξυπνάς πρωί, ντύνεσαι με τα ρούχα της δουλειάς, παίρνεις το λεωφορείο ή ακόμη και το αυτοκίνητό σου, φτάνεις στη δουλειά σου και δουλεύεις μέχρι απόγευμα.
Μια νέα καθημερινότητα αυτο-αποκαλύπτεται βίαια σε εκατομμύρια ανθρώπους καθημερινά.
Λιγότερες ανάγκες, δουλειά από το σπίτι, συναντήσεις με διαδικτυακές πλατφόρμες και μάλιστα τώρα περισσότερο λόγω πανδημίας, μεγαλύτερη απόδοση στη δουλειά σε λιγότερο χρόνο, μειωμένα κόστη μεταφορικά, μικρότερες ανάγκες για μαζικές μεταφορές, λιγότερα κουστούμια και φορέματα, ανάγκη για ταχύτερο ίντερνετ, για ισχυρότερο υπολογιστή, για μεγαλύτερες υπολογιστικές δεξιότητες. Ακόμη και να ψηφίσεις κυβέρνηση μπορείς από το σπίτι σου, είτε ζεις στη χώρα σου, είτε στο εξωτερικό.
Ο κόσμος αλλάζει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς από τη βίαιη πραγματικότητα που επέβαλε ο κορονοϊός.
Πολλοί άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους μέσα σε αυτήν τη βίαιη εξέλιξη. Μέσα σε λίγους μήνες βλέπουμε αλλαγές που ήθελαν χρόνια ή δεκαετίες για να έρθουν με την ομαλή εξέλιξη. Και αυτά συμβαίνουν πριν ακόμη μειωθεί η εργασία σε τρεις ή τέσσερις μέρες την εβδομάδα και 6 ώρες την εργάσιμη μέρα, πριν βρεθεί τρόπος να έχει καθένας ένα ελάχιστο εθνικό εγγυημένο εισόδημα, ακόμη και αν δεν μπορεί να βρει δουλειά για μια πενταετία.
Αυτά τα ωραία! Πάντως, για να ξαναβρώ το χιούμορ μου, είδα αυτές τις ουρές στην τηλεόραση μόλις ξανάνοιξαν τα μαγαζιά. Κι αυτό διότι έχω κιαλάρει αυτήν την υπέροχη καρφίτσα αίλουρος, του Cartier, τίγκα στο σμαράγδι και τη διαμαντόπετρα, μου άστραψε κι εμένα το πέτο.
Κι αν δε μου φτάνουν τα λεφτά κι αν η κάρτα μου δεν το σηκώνει, τότε θα αρκεστώ σε ένα απλό και σεμπλ μαργαριτάρι.
Γιατί τι του λείπει του ψωριάρη;
Φούντα με μαργαριτάρι.
Από τον Σωκράτη Μποντζώρλο