Επειδή το κείμενο περιέχει ανακρίβειες και στοχοποιεί την Εκκλησία μας, παρακαλώ να δημοσιεύσετε τα ακόλουθα προς αποκατάσταση της αλήθειας:
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας από την άλωση της Κωνσταντινούπολης στους Οθωμανούς Τούρκους συγκακουχήθηκε με τον λαό μας. Όταν άλλοι πήραν τον δρόμο για τη Δύση προκειμένου να σωθούν και καλλιέργησαν εκεί τα γράμματα, η Εκκλησία παρέμεινε στον αιματοβαμμένο αυτό τόπο. Αυτή παρηγόρησε τον λαό, τον στήριξε και τον εμψύχωσε. Αναδείχθηκε μητέρα, τροφός και οδηγός του στα μαύρα εκείνα χρόνια της σκλαβιάς. Αυτή διατήρησε την πίστη, τη γλώσσα, την παιδεία, τις παραδόσεις και αναδείχθηκε η ραχοκοκκαλιά του εθνικού σώματος. Αυτή εκπροσώπησε τότε το έθνος, που δεν εκφραζόταν πολιτικά. Ο Πατριάρχης έγινε υπεύθυνος στον Σουλτάνο για τους ραγιάδες. Αυτή έλαβε μέρος στην Εθνεγερσία και την κατηύθυνε. Για την προσφορά της ο ιστορικός Ν. Σβορώνος αναφέρει: «Η Εκκλησία παραμένει σ’ όλη την περίοδο από τον 15ο αι. ώς το τέλος του 17ου αι. η κατευθυντήρια δύναμη του Έθνους. Επικεφαλής της εθνικής αντίστασης σ’ όλες τις μορφές της, εργαζόμενη για το σταμάτημα των εξισλαμισμών συμμετέχοντας σ’ όλες τις εξεγέρσεις ακόμη και διευθύνοντάς τες (έχει να δείξει μεγάλο αριθμό νεομαρτύρων, που είναι σύγχρονα και ήρωες της χριστιανικής πίστης και της εθνικής αντίστασης), ρυθμίζει επίσης και την πνευματική ζωή».
Ο Πουκεβίλ, Γάλλος περιηγητής, ιστορικός και πρόξενος στην Πάτρα ανεβάζει σε έξι χιλιάδες «τους θανατωθέντας λειτουργούς της Εκκλησίας κατά το χρονικόν διάστημα του ιερού Αγώνος, άλλοι δε υπολογίζουν αυτούς εις έτι περισσοτέρους».
Την προσφορά της Εκκλησίας στον Αγώνα του 1821 παραδέχεται ο Άγγλος Χάμφρεϋ, ο οποίος λέει ότι οι παπάδες «ήταν οι πρωτεργάτες του Αγώνα». Ο Οριγκόνο, πρόξενος της Ολλανδίας, γράφει: «Οι Τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα πάντα για να συλλάβουν τους παπάδες, γιατί, όπως διαδίδεται, οι παπάδες είναι οι αρχηγοί των επαναστατών».
Η εφημερίδα Γκαζέτ Μασσαχουσέτης Αμερικής, στις 16 Ιουνίου 1821, γράφει: «Στο Μοριά οι ένοπλοι με επικεφαλής τον κλήρο εξηγέρθησαν εναντίον των Τούρκων».
Ακόμη και οι Τούρκοι αναγνωρίζουν τον πρωταρχικό ρόλο που διαδραμάτισε η Εκκλησία στον Αγώνα του ᾿21. Στο βιβλίο τους της Ιστορίας για τη Γ’ Τάξη Λυκείου γράφουν: «Ο Πατριάρχης και ο ανώτερος κλήρος των Ρωμιών ήταν επικεφαλής του έθνους των Γραικών σ’ αυτή την επανάσταση μαζί με τους καλογέρους».
Την προσφορά της Εκκλησίας στην εθνική μας ελευθερία αναγνώρισε ο νομομαθής Νικόλαος Σαρίπολος διακηρύσσοντας στη Β’ Εθνοσυνέλευση: «Εσώθημεν δια της Εκκλησίας». Και ο διαπρεπής Άγγλος Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν ομολογεί: «Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η Εκκλησία κατόρθωσε να επιβιώσει. Και όσο η Εκκλησία επιβίωνε το έθνος δεν μπορούσε να πεθάνει».
Αμφισβητείται από την Ομάδα Ιστορικής Έρευνας ο ρόλος του ανωτέρου κλήρου. Και κατηγορείται ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ γιατί αποκήρυξε την Επανάσταση. Σ’ αυτή όμως την ενέργεια προέβη ο μαρτυρικός ιεράρχης –ο οποίος να σημειωθεί απαγχονίστηκε από τους Τούρκους- για να προλάβει ομαδικές σφαγές των Ελλήνων.
Ο ακαδημαϊκός Κων. Δεσποτόπουλος δίνει αποστομωτική απάντηση στην κατηγορία τονίζοντας πως ο Σουλτάνος, μόλις πληροφορήθηκε την κήρυξη της Επανάστασης, υπέγραψε διάταγμα εξοντωτικό των Ελλήνων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αυτό έπρεπε να το συνυπογράψει και ο θρησκευτικός ηγέτης των Τούρκων Χατζή Χαλίλ Εφέντης, ο οποίος όμως αρνήθηκε, επειδή ήταν φιλάνθρωπος, προφασιζόμενος ότι το Κοράνι δεν επιτρέπει σφαγή αθώων. Διαμήνυσε δε στον Πατριάρχη να τον ενισχύσει στη σωστή αυτή άρνησή του. Έπρεπε λοιπόν ο Πατριάρχης να αποκηρύξει την Επανάσταση. Αν δεν το έκανε, θα ακολουθούσαν ομαδικές σφαγές των Ελλήνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία.
Άλλωστε, συνεχίζει ο Κων. Δεσποτόπουλος, και ο αρχηγός της Επανάστασης Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε ειδοποιήσει από τον Ιανουάριο του 1821 τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ότι ενδέχεται ο Πατριάρχης να αποκηρύξει την Επανάσταση, για να προστατεύσει τους Έλληνες των μη επαναστατημένων περιοχών. Αυτή όμως η αποκήρυξη, τόνιζε, δεν θα εκφράζει το πραγματικό του φρόνημα. Και επισημαίνει: «Δυό άνδρες έσωσαν τότε το Έθνος. Ο Γρηγόριος ο Ε’ και ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος με τη διπλωματική του ικανότητα πέτυχε στο Λάυμπαχ να ματαιώσει απόφαση των συγκεντρωμένων εκεί αρχηγών των μεγάλων Δυνάμεων, για επέμβασή τους κατά των Ελλήνων. Και για να το πετύχει συνέταξε ο ίδιος αποκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη ως αρχηγού της Επαναστάσεως των Ελλήνων... Και καταλήγει ότι αποτελεί σφάλμα οικτρό των ιστορικών η γνώμη για τις σωτήριες αυτές «αποκηρύξεις» ότι ενέχουν αντίθεση των αυτουργών τους προς την Ελληνική Επανάσταση».
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία
Βασ. Στεργιούλης