των προβλημάτων της καθημερινότητας τον οδηγούν ενίοτε σε απέλπιδες ενέργειες: φυγής, εξαφάνισης, αυτοκαταστροφής... που τελευταία παρουσιάζουν αυξητικό χαρακτήρα στην πατρίδα μας. Η ανεύρεση των ατόμων αυτών και η διαλεύκανση των αιτιών των δραματικών αυτών καταστάσεων πέραν της αστυνομικής ευθύνης αποτελεί και αντικείμενο έρευνας τηλεοπτικών εκπομπών, έκφραση της ανθρώπινης αλληλεγγύης, συναίσθηση στην αγωνία, στον πόνο και στην οδύνη των οικείων, παρηγορητικό και λυτρωτικό αποκούμπι στα δυσκολότερα, όταν τα αποτελέσματα έχουν αρνητικό χαρακτήρα, δηλωτικό των μειωμένων πιθανοτήτων ευρέσεως των αναζητουμένων ατόμων...
Τα λυπηρά αυτά περιστατικά, τα οποία σε αρκετές περιπτώσεις συνταράσσουν το πανελλήνιο, σε παλαιότερες εποχές ήταν σπάνια.
Μολονότι και τότε υπήρχαν: αδιέξοδα, απογοητεύσεις, ναυάγια, οικονομικές καταστροφές, προσφυγιά, ορφάνια... Όμως οι άνθρωποι κρατούσαν και άντεχαν, όσο και αν είχαν να αντιμετωπίσουν κάθε είδους αντιξοότητες της ζωής.
Πώς όμως τα κατάφερναν; Προφανώς, γιατί είχαν μια σωστή και λυτρωτική κατευθυντήρια πορεία. Γνώριζαν και πίστευαν βαθιά πού πρέπει να στηριχθούν. Από πού να περιμένουν να ανατείλει το καλύτερο αύριο, το οποίο εναπόθεταν στην πρόνοια και στην απεραντοσύνη της αγάπης του Θεού. Που γεννούσε μέσα τους τη χριστιανική ελπίδα, η οποία κατά τον απόστολο των εθνών αποτελεί άγκυρα ψυχής. Γι’ αυτό και το σπιτικό τους λαμπρυνότανε από εικόνες και πίνακες που ενίσχυαν το φρόνημα της ελπίδας και της αισιοδοξίας.
Το εικονοστάσι που ήταν σε περίοπτη θέση του νοικοκυριού αποτελούσε το καταφύγιο της προσευχής του αγρότη, του κτηνοτρόφου, του επαγγελματία, του επιχειρηματία, του εργαζόμενου. Σ’ αυτό, μετά τη σχόλη, έκλινε το κεφάλι του και έκανε τον σταυρό του, παρακαλώντας τον Θεό η αυριανή μέρα να είναι καλύτερη. Και η απογοήτευση δεν κυριαρχούσε, γιατί ο φιλόπονος και καρτερικός πολίτης στην κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής του πρότασσε την πρόνοια του Θεού.
Και δεν ήταν μόνον το εικονοστάσι που με την πίστη του και την ευσέβειά του, ο εργαζόμενος της εποχής εκείνης, έπαιρνε δύναμη υπομονής και αισιοδοξίας, ήταν και η παρουσία πινάκων και όμορφων αντικειμένων που κοσμούσαν και χαροποιούσαν το σπιτικό περιβάλλον. Μεταξύ αυτών και ο κρεμασμένος καθρέφτης στη σάλα του σπιτιού πάνω στον οποίο με καλλιγραφικό τρόπο ήταν αποτυπωμένη η λέξη «καλημέρα». Που το αντίκρισμά της προσέδιδε μια νότα αισιοδοξίας και χαράς. Μια ακατανίκητη δύναμη για το ξεκίνημα στη δουλειά και στον αγώνα: στο χωράφι, στη στάνη, στο εργοστάσιο, στην υπηρεσία, στο σχολείο, στην οικοδομή...
Ήταν και η μητέρα της εποχής εκείνης που με τα γλυκόλογά της ενθάρρυνε και μαλάκωνε, στον νου και στην ψυχή των παιδιών της, το μεγάλο βάσανο της ζωής. Θυμάμαι τη μακαρίτισσα τη μάνα μου που σε δύσκολες στιγμές της οικογενειακής οικονομίας με πόση αγάπη και τρυφερότητα μας έδινε κουράγιο λέγοντάς μας: Δεν μπορεί αυτή η κατηφόρα θα φέρει και την ανηφόρα. Ο Θεός και η Παναγία δεν θα μας αφήσουν να χαθούμε.
Έτσι, προχωρούσαμε στη ζωή: χωρίς φόβο και πανικό, δίχως το κακό να μας πάρει από κάτω. Δε λυγίζαμε, γιατί από μικροί μαθαίναμε απ’ τους ολιγογράμματους και ευσεβείς γονείς μας να πολεμάμε και να περιμένουμε στα πολύ δύσκολα το θαύμα από τη χάρη του Θεού.
Νομίζω, ότι προς τέτοιους λυτρωτικούς δρόμους πρέπει να στρέψουμε τη νεολαία μας. Για να σταματήσει η αυτοκαταστροφή, η φυγή, η απόδραση σε ψεύτικους παραδείσους, ο θάνατος. Παιδαγωγοί: η οικογένεια, το σχολείο, η εκκλησία, η εκπαίδευση...
Ας το επιχειρήσουμε λοιπόν για να βάλλουμε τέρμα στο κοινωνικό μαράζι, αρματώνοντας τις καινούριες γενιές με αξίες θαλερές. Που θα τις κάνουν να διαβαίνουν τα δύσκολα μονοπάτια της ζωής με χαρούμενη την όψη και με μάτι λαμπερό. Κτίζοντας, έτσι δυνατούς και δημιουργικούς χαρακτήρες που θα κερδίζουν όλες τις μάχες στης ειρήνης τον καιρό.