My name is Bond...
Η αλήθεια είναι πως ο COVID-19 είναι και τυχερός, γιατί βρήκε ελεύθερο πεδίο δράσης.
Αν ο Σον Κόνερι ήταν στα ντουζένια του, θα τον είχε εξαλείψει εν τη γενέσει του. Δεν θα ’χε τόπο να σταθεί, μαντήλι για να κλάψει. Θα τον εξαφάνιζε. Θα τον κονιορτοποιούσε. Ο πράκτορας «όου- όου- σέβεν» θα ταξίδευε αεροπορικώς ως τη Γιουχάν με ρητές εντολές:
- Commander (Αντιπλοίαρχε) Μποντ, ο πλανήτης βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο. Ένα σατανικό μυαλό, και μαζί του μια ομάδα από διεστραμμένους Κινέζους επιστήμονες απομόνωσαν έναν ιό σε νυχτερίδες (το μικρό αυτό ζώο βολεύει και κινηματογραφικά γιατί παραπέμπει σε κάτι σκοτεινό και δίνει μια εσάνς θρίλερ και μυστηρίου). Και τώρα ετοιμάζονται να τον διασπείρουν παντού στη Δύση.
Όπως καταλαβαίνετε, Commander Bond, η τύχη του πλανήτη, ο κόσμος μας, οι αξίες και τα ιδανικά μας (και τα φράγκα μας, εννοείται, αλλά, άστα, αυτά δεν είναι του παρόντος), όλα αυτά που υπερασπιζόμαστε as a free nation, γιες, σαν ελεύθερο έθνος λέω, όλα αυτά και άλλα πολλά είναι Commander στα χέρια σου... Γκουντ λακ...
Αλλά οι καιροί δεν είναι πια αθώοι ούτε τα σημερινά γεωπολιτικά προβλήματα τόσο απλά όσο κάποτε. Στα χρόνια του Μποντ, κείνα τα ωραία και ξένοιαστα χρόνια του «Ψυχρού Πολέμου», αρκούσε να κατασκευάσεις έναν κινηματογραφικό υπερήρωα που με τη δράση του θα εξέθετε, θα έκανε ρόμπα τους κακούς Σοβιετικούς. Κι εσύ, που είχες διαλέξει στρατόπεδο και σού είχαν πει πως ανήκεις στους δυτικούς, την έπεφτες εκείνες τις μελαγχολικές επαρχιώτικες Κυριακές της Λάρισας στο σινεμά «Παλλάς» των Τζεζαϊρλίδηδων, στο «Βικτώρια» ή τα «Διονύσια» και απολάμβανες τον ατσαλάκωτο Βρετανό πράκτορα να κάνει όργια επί σκηνής. Ο Τζέημς έπαιρνε το αεροπλάνο, -νοερά έφευγες κι εσύ μαζί του- πήγαινε στον χώρο του εχθρού, συνήθως κάποιο εξωτικό μέρος με ατελείωτες αμμώδεις παραλίες και κοκοφοίνικες. Εκεί, «την έψαχνε» με τη βοήθεια του τοπικού δικτύου κατασκόπων των Βρετανών, ανακάλυπτε τι παίζει, ξελόγιαζε με το λάγνο βλέμμα του την γκόμενα του «παράφρονα» μεγιστάνα, my name is Bond, James Bond, και μετά... άρχιζε το «ξύλο». Κτίρια, γέφυρες, ακόμη και νησάκια ανατινάζονταν, ήσυχες εξωτικές πόλεις γίνονταν «ανάστα ο Κύριος», πιστολίδι, μπουνίδι, κλωτσοπατινάδα, κυνηγητό στον αέρα και στη θάλασσα με πολυτελή κρις κραφτ, κυνηγητό με αυτοκίνητα, όπου η κατάλληλα διασκευασμένη θρυλική «Αστον Μάρτιν» έβγαινε πάντα νικήτρια, αφού πρώτα εκτόξευε πυραυλάκια εναντίον των διωκτών της. Και τα φώτα άναβαν, διάλειμμα, «έλα πάρε πασατέμπο, ποπ κορν, κοκ, κορνέδες, φοινίκια, σάμαλι»... Κι εσύ ήσουνα μες την ευτυχία, με ένα χαμόγελο που θα το έλεγες αυτό του ηλιθίου, αλλά... χαμόγελο πάντως.
Ο πολιτισμένος κόσμος, τελικά, σωζόταν και σωζόταν πάντα στο παρά ένα. Το καλό πάντα νικούσε το κακό σ’ αυτά τα απλοϊκά μανιχαϊστικά σενάρια. Το φως νικούσε πάντα το σκοτάδι. Όχι πως είχες καμία αγωνία γι’ αυτό – ο τελικός θρίαμβος ήταν εκ των προτέρων βέβαιος. Δεν πήγαινες, διάολε, σινεμά για να δεις τον Τζέημς Μποντ να χάνει. Αλλά για να δεις πώς τα κατάφερε ξανά, πώς έριξε «μάπες» σ’ όποιον τόλμησε να τα βάλει με τους καλούς (και μονίμως απειλούμενους) Δυτικούς. Πήγαινες γιατί γουστάριζες να δεις και να ταυτιστείς μ’ αυτήν την εικόνα του αυθεντικά αρρενωπού άνδρα με τα καλοραμμένα κοστούμια, το γυμνασμένο κορμί, το παγερό αλλά συνάμα και τρυφερό βλέμμα που αφού έδερνε όλο τον (κακό) κόσμο και ανατίναζε τις εγκαταστάσεις πότε του «Δόκτορα Νο» πότε του «Χρυσοδάκτυλου», στο τέλος κατέληγε πάντα αγκαλιά με την εκάστοτε θεά – συμπρωταγωνίστριά του και... «μην ενοχλείτε παρακαλώ, δεν είμαι για κανέναν εδώ» (τα υπόλοιπα παραλείπονται ως «ακατάλληλα άνω των 17»).
Προφανώς και δεν απευθύνονταν σε... κουλτουριάρηδες οι τζεημςμποντικές παραγωγές. Ταινίες τέτοιου είδους δεν γυρίζονται για να προβληματίσουν- άμα θες τέτοιες τράβα δες κανέναν Αγγελόπουλο, ή κάτσε να φτιαχτείς με τον γερμανικό ριζοσπαστισμό του Φασμπίντερ. Εμάς άσε μας να γουστάρουμε θέαμα και ξύλο, κατασκοπεία και γκομενιλίκι, σε μέρη εξωτικά τύπου Τζαμάικα. Να παίρνουμε το ντους σε δωμάτια πεντάστερων ξενοδοχείων αγκαλιά στην μπανιέρα με την εκάστοτε ξανθιά Θεά και να απολαμβάνουμε το Μαρτίνι μας σε χαβανέζικα μπαρ ή σε πολυτελή καζίνο, πάντα «shaken, not stirred».
Ηλίθιος δεν είναι κανείς. Ο θεατής, συνήθως, ξέρει τι πάει να δει. Κι εμείς γουστάραμε αυτό το χολιγουντιανό παραμύθιασμα, γιατί, όσο κι αν μεγαλώνουμε, παραμένουμε πάντα παιδιά, και τα παιδιά αγαπάνε τα παραμύθια, την ομορφιά, τη δράση, την υπερβολή και τον θρίαμβο του καλού. Γουστάραμε Τζέημς Μποντ γιατί είμαστε όντα ανασφαλή και ως μεγάλα παιδιά... φτιαχνόμαστε με τον φόβο. Και η Δυτική Βιομηχανία θεάματος, το ξέρει καλά αυτό. Ξέρει πρώτα να δημιουργεί φόβο, να σου τον πουλάει και αμέσως μετά να σε ανακουφίζει. Όλα οκ. Όσοι κι αν απειλούν τον ωραίο δυτικό μας κόσμο της ελευθερίας και της ευμάρειας στο τέλος πάντα θα νικιούνται, διότι πάντα θα υπάρχει ένας Τζέημς Μποντ να εξολοθρεύει κακούς και κακά σχέδια. Don’t worry dear, όλα είναι under control. Γουστάραμε -και εξακολουθούμε να αγαπάμε- Τζέημς Μποντ διότι καλώς ή κακώς οι αξίες του Δυτικού κόσμου μας αρέσουν. Μας αρκεί να πιστεύουμε ότι, έστω και δυνητικά, θα μπορούσαμε κάποτε να απολαύσουμε κι εμείς πολυτέλειες ανάλογες ενός Μποντ, εξωτισμό, γυναικάρες, ακριβά αυτοκίνητα, άψογα κοστούμια. Δεν μας άρεσε ποτέ -και δεν το ψάξαμε παραπέρα- ο σκοτεινός κόσμος της Σοβιετίας ένας ανελεύθερος, σκοτεινός και τραχύς κόσμος. Τι να κάνουμε τώρα; Αν σου έδιναν ένα «Λάντα» και μια «Άστον Μάρτιν», εσύ τι θα διάλεγες; Το... «Λάντα»;
Ο Τζέημς Μποντ δεν είναι πια κοντά μας. Ο Σον Κόνερι πέθανε όπως άξιζε σε έναν υπερκατάσκοπο. Έφυγε σχετικά γερός, κοτσονάτος, γοητευτικός, θαλερός ως τα 90 του. Για τους περισσότερους, ήταν και θα είναι ο μοναδικός Μποντ- όλοι οι άλλοι ήταν απλώς αναγκαία κακέκτυπα, διότι οι χρυσοφόρες ταινίες του Βρετανού πράκτορα έχουν και σήμερα παντού «φαν» και αυτό εξαργυρώνεται με εκατομμύρια.
Ο «007» την έκανε. Και μένουμε πίσω εμείς να ζήσουμε σε έναν πολύ πιο σύνθετο κόσμο. Ιοί που γεννήθηκαν από νυχτερίδες προκαλούν ανεξέλεγκτες πανδημίες. Τρελαμένοι ισλαμιστές απειλούν ασύμμετρα τη Δύση. Κινέζοι απειλούν να «καταπιούν» οικονομικά τον πλανήτη, όχι με όπλα αλλά με «data» που θα υποκλέπτουν τα προσωπικά μας δεδομένα...
Ααααχ. Σα να παραέγινε δύσκολος ο κόσμος μας Τζέημς και αν πεις από ηγέτες ψώνισες -μείναμε με κάτι αλλόκοτους σαν τον Τραμπ και τον Τζόνσον- και πώς να κάνεις δουλειά με δαύτους;
Θα μας λείψεις Τζέημς. Ήδη μας λείπεις...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr