Το περιστατικό της απαγωγής είναι το εξής:
Περί το 1925 ο Τζιατζιάς είχε ένα από τα λημέρια του στο Άνω Αργυροπούλι, στη νότια πλαγιά του βουνού «Σουφλισμένη» σε υψόμετρο περίπου 1.100 μέτρων. Μια μέρα με τέσσερα παλικάρια του κατέβηκε στον οικισμό μας και ζήτησε τον παππού μου. Εκείνος όμως απουσίαζε στη Θεσσαλονίκη. Έφυγε δίνοντας εντολή μόλις επιστρέψει να τον επισκεφθεί στο γνωστό λημέρι του. Πήρε όμως μαζί του ως όμηρο τον γιο του Ευριπίδη, ηλικίας τότε 15 περίπου ετών, πατέρα του πρώην Νομάρχη Λάρισας Λουκά Κατσαρού και αδελφό του δικού μου πατέρα, λέγοντας ότι θα το κρατεί μέχρι του ερχομού του πατέρα του. Ειδοποιήθηκε ο παππούς ότι τον καταζητεί ο Τζιατζιάς. Φοβήθηκε τα χειρότερα. Είχαν ακουσθεί κάποια εγκλήματά του. Και παρέτεινε τη διαμονή του στη Θεσσαλονίκη.
Με το παιδί ανέβηκε στο βουνό και το έδεσε σε ένα δένδρο. Το ξέδεναν μόνο κάποιες ώρες την ημέρα και όταν ήταν όλοι εκεί. Η έλευση όμως του παππού καθυστέρησε. Πέρασαν 6-7 μέρες. Υποψιάσθηκε ότι δεν θα έλθει. Και θυμωμένος πολύ αποφάσισε να σκοτώσει το παιδί. Ένας όμως από τους συντρόφους του που ήταν μάλιστα από τα χωριά του Συκουρίου του είπε: «Κρίμα να σκοτώσουμε το παιδάκι. Τι φταίει αυτό για ό,τι έκανε ο πατέρας του; Να του πούμε τουλάχιστον γιατί το σκοτώνουμε». Το σκέφθηκε για λίγο και του είπε: «Λύσ’ το και φέρε το εδώ». Και η ενημέρωση: «Γιατί, Κατσαρούλη μας πρόδωσε ο πατέρας σου». «Ο πατέρας μου αποκλείεται να κάνει τέτοια πράξη. Και γιατί να το κάνει. Εμείς εδώ στο βουνό με σας ζούμε. Σας βλέπουμε συχνά. Δεν μας κάνατε κανένα κακό».
Και η συνέχεια: «Πες μας Κατσαρούλη τα έχετε καλά με όλους τους συγγενείς σας;». «Τα έχουμε καλά με όλους, με όλο τον κόσμο. Δεν κάναμε κακό σε κανένα, ούτε μας έκανε». Λέγοντας αυτά... σταμάτησε για λίγο. Κάτι σκέφθηκε. Και συμπλήρωσε: «Εκτός από έναν, μακρινό μας συγγενή, που αν τον συναντήσω σε κανέναν γκρεμό θα του δώσω μια σπρωξιά για να γλιτώσει ο κόσμος από αυτόν». Και ποιος είναι αυτός, ρώτησε ο Τζιατζιάς το παιδί. Κι’ εκείνο του είπε το όνομά του. Δεν θα το αναφέρω και γιατί οι απόγονοί του ζουν στην πόλη μας, αλλά και για γενικότερους λόγους.
Μόλις άκουσε το όνομα ο Τζιατζιάς είπε «αφήστε το παιδί να φύγει. Κρίμα που το ταλαιπωρήσαμε τόσες μέρες. Να πεις παιδί μου στον πατέρα σου ότι δεν τον θέλουμε. Να κοιτάξει ήσυχος τις δουλειές του και την οικογένειά του».
Σίγουρα ο πληροφοριοδότης ήταν αυτός που ανέφερε το παιδί! Έξυπνος ο Τζιατζιάς το κατάλαβε. Ίσως να είχε και κάποια άλλη πληροφόρηση για την κακότητα και την αθυροστομία του πληροφοριοδότη του!
Θύμα του ίδιου υπήρξα και εγώ στα χρόνια της Δικτατορίας. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία μη δημοσιεύσιμη.
Νίκος Κατσαρός
πρ. Α’ αντιπρόεδρος Βουλής